Την Πέμπτη της διακαινησίμου (η εβδομάδα μετά την Ανάσταση) στο χωριό Καλή Βρύση Δράμας γίνεται περιφορά της εικόνας της Αναστάσεως, ως επίκληση για πλούσια παραγωγή και, συγκεκριμένα, για την πρόκληση βροχής και την προστασία από το χαλάζι. Η περιφορά σχηματίζει έναν κύκλο ο οποίος προστατεύει καθετί που βρίσκεται μέσα σε αυτόν: ανθρώπους, ζώα και παραγωγή. Μετά τη Θεία Λειτουργία και την τέλεση αγιασμού, που γίνεται στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, στα νοτιοανατολικά όρια του χωριού αρχίζει η πομπή. Οι κάτοικοι, με επικεφαλής τον ιερέα και δύο άνδρες που χτυπούν ένα μεγάλο σήμαντρο, περιφέρουν την εικόνα της Αναστάσεως σε όλους τους αγρούς γύρω από το χωριό, σταματώντας κατά διαστήματα στα ξωκλήσια. Εκεί ψάλλουν το "Χριστός Ανέστη", το απολυτίκιο του κάθε αγίου και δέονται: Κύριε μου, Κύριε ελέησον, δώσε μας, Θεέ μου, υγεία και χρόνια, χρόνια πολλά. Φύλαγε, Θεέ μου, φύλαγε τα σύνορα. Στο βουνό σκοτεινή αντάρα, στον κάμπο γλυκιά ψιχάλα. Ο ιερέας ευλογεί με τον αγιασμό από την πρωινή Λειτουργία και τοποθετεί στο ανώφλι της εισόδου του ιερού ναού "ύψωμα" (αντίδωρο από τη Λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης), καλυμμένο προστατευτικά με ένα σβόλο άσπρου κεριού. Με αφετηρία τον Προφήτη Ηλία, ο οποίος, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, θεωρείται "νεφοκράτορας", η πομπή περνά διαδοχικά από τα ξωκλήσια της Ζωοδόχου Πηγής, των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, του Αγίου Αντωνίου, του Αγίου Αθανασίου και της Μεταμορφώσεως. Στον Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου και σε αυτόν της Μεταμορφώσεως γίνονται στάσεις για ξεκούραση. Ύστερα από πέντε συνολικά ώρες πεζοπορίας, οι πιστοί καταλήγουν στα κοντινά μεταξύ τους ξωκλήσια του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Βλασίου, που είναι προστάτες αντίστοιχα της κτηνοτροφίας και της γεωργίας. Ο ιερέας επαναλαμβάνει ευχές και δεήσεις, αγιάζει την περιοχή και τοποθετεί "υψώματα". Ακολουθεί μεγάλο γλέντι στο ορεινό ξέφωτο έξω από τα ξωκλήσια του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Βλασίου με γκάιντες και νταχαρέδες από οργανοπαίχτες του χωριού, ζουρνάδες και νταούλια από οργανοπαίχτες της Ηράκλειας των Σερρών. Οι χοροί, τα τραγούδια, το φαγοπότι και τα τσουγκρίσματα αβγών συνεχίζονται έως το σούρουπο. Με το τέλος του γλεντιού, έχει έλθει πια η νύχτα. Τότε η εικόνα της Αναστάσεως μεταφέρεται στην κεντρική εκκλησία του χωριού, τον Άγιο Νικόλαο, μέχρι την επόμενη χρονιά.