Η κυρία Αναστασία Τοκμακίδου διηγείται τα εξής : Ήθελα να κάνω σαρανταλείτουργο για τη μητέρα μου στο μοναστήρι, μετά τον θάνατο του Γέροντα. Το κάναμε τέσσερις οικογένειες μαζί, για να μας στοιχίσει πιο φθηνά, γιατί τότε ήταν φτώχια. Δώσαμε τα ονόματα και άρχισε το σαρανταλείτουργο. Στο τέλος πήγαμε όλες μαζί, για να διαβάσουμε το κόλλυβο. Πήγαμε το βράδυ στον εσπερινό και μετά μείναμε στον ξενώνα του Μοναστηριού. Στις 12 η ώρα, ενώ παντού ήταν ησυχία και εγώ ακόμη δεν είχα κοιμηθεί, ακούω κουδουνάκια, όπως του θυμιατού και νόμιζα πως ήταν αρνάκι που ήταν έξω. Το πρωί όταν τελείωσε η θ. Λειτουργία, την ώρα πίναμε καφέ με τη Γερόντισσα Άννα τη ρώτησα αν έχετε αρνάκι με κουδουνάκια. Και μου απάντησε : «Αρνάκι δεν έχουμε αλλά ο Γέροντας ήρθε να σας θυμιάσει».