Ένας κύριος από την Περιχώρα Δράμας, αναφέρει πως είχε έρθει το 1957 στο Γέροντα μαζί με τη νονά του. Μόλις πήρε την ευχή του, της λέει ο Γέροντας, που την έβλεπε για πρώτη φορά : «Έχεις τρεις νεκρούς χωρίς σάβανο». Εκείνη του απάντησε : «Ναι πάτερ μου, τι να κάνω; Τον πρώτο μου άνδρα τον σκότωσαν οι Τούρκοι και δεν τον είδα. Το παιδί μου όταν ερχόμασταν πρόσφυγες, πέθανε στο πλοίο και το έριξα στη θάλασσα. Και τον δεύτερο άνδρα μου τον σκότωσαν οι Βούλγαροι το έτος 1941 και τον έριξαν με άλλους σε ένα λάκκο». Ο Γέροντας της είπε : «Θα κάνεις ότι θα σου πω, γιατί δεν μπορώ να τους βλέπω γυμνούς. Θα πάρεις ύφασμα και θα ντύσεις τρία ορφανά παιδάκια». Έτσι και έκανε.