Ο χωρικός Νικόλαος Μάντης ερχόταν ένα Γεναριάτικο βράδυ από το Φαγοδέντρι στο χωριό του. Στη θέση Λιθαράκια ο Μάντης βρήκε ένα παιδάκι που τουρτούριζε από το κρύο και το οποίο τον παρακάλεσε να το φροντίσει. Ο χωρικός το έφερε σπίτι του και το έβαλε κοντά στη φωτιά. Όμως σύντομα αντιλήφθηκε ότι το παιδί δεν ήταν φυσιολογικός άνθρωπος : το ένα πόδι του άρχισε να μεγαλώνει και να γίνεται μαλλιαρό σαν του γαϊδουριού. Ο Μαντής όμως δεν λιποψύχησε : άρπαξε ένα δαυλί και το κυνήγησε το πλάσμα μέχρι τη βρύση του Ντελή, όπου αυτό χάθηκε.