Αμερικανοί εξετάζουν την ακουστικότητα του θεάτρου
Ημερομηνία: 29/03/2007
Καταχωριτής: Aragorn
Πηγή: http://www.signs-of-the-times.org/articles/show/129269-Why+the+Greeks+could+hear+plays+from+the+back+row
Η υπέροχη ακουστική για την οποία το αρχαίο Ελληνικό θέατρο της Επιδαύρου είναι γνωστό ίσως να είναι αποτέλεσμα σύνθετης ακουστικής φυσικής, όπως δείχνουν νέες έρευνες.
Το θέατρο, το οποίο ανακαλύφθηκε στη Πελοπόννησο το 1881 και ανασκάφθηκε, έχει το κλασσικό ημικυκλικό σχήμα του Ελληνικού αμφιθεάτρου, με 34 σειρές από πέτρινες θέσεις (στις οποίες οι Ρωμαίοι πρόσθεσαν άλλες 21).
Η ακουστική του θεάτρου είναι εξωπραγματική. Ένας ηθοποιός στεκούμενος στην ανοιχτή σκηνή μπορεί να ακουστεί από τις πίσω σειρές σχεδόν 60 μέτρα μακριά. Αρχιτέκτονες και αρχαιολόγοι έχουν εδώ και καιρό κάνει διάφορες εικασίες για να εξηγήσουν τι κάνει τον ήχο να μεταδίδεται τόσο καλά.
Τώρα ο Nico Declercq και η Cindy Dekeyser από το Georgia Institute of Technology στην Ατλάντα λένε ότι το κλειδί βρίσκεται στη διάταξη των βαθμιδωτών σειρών των θέσεων. Υπολόγισαν ότι αυτή η δομή είναι τέλεια σχηματισμένη για να δρα σαν ακουστικό φίλτρο, εξαλείφοντας τον χαμηλής συχνότητας ήχο – το μεγαλύτερο συστατικό του «θορύβου» - ενώ επιτρέπει να περνούν οι υψηλές συχνότητες των φωνών των ηθοποιών. Δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτή η ιδιότητα έγινε εσκεμμένα από τους κατασκευαστές ή προήλθε από τύχη, λέει ο Declercq. Αλλά όπως και να ʽχει και οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι εκτίμησαν ότι αυτή η ακουστική της Επιδαύρου είναι κάτι το ιδιαίτερο και την αντέγραψαν και σε άλλα θέατρα.
Τον 1αι. π.Χ. η Ρωμαϊκή αυθεντία στην Αρχιτεκτονική, ο Vitruvius, άφησε να εννοηθεί ότι οι πρόγονοί του ήξεραν πολύ καλά πώς να δημιουργούν ένα θέατρο και να δίνουν έμφαση στην ανθρώπινη φωνή. «Με τους κανόνες των μαθηματικών και τη μέθοδο της μουσικής», έγραφε, «έψαξαν να βρουν τρόπους να κάνουν τις φωνές από τη σκηνή να ακούγονται γλυκά και καθαρά στα αυτιά των θεατών… με τη διάταξη που είχαν τα θέατρα σε συμφωνία με την επιστήμη της αρμονίας, οι αρχαίοι δυνάμωναν τη δύναμη του ήχου.»
Αργότερα, συγγραφείς έκαναν τις εικασίες ότι η υπέροχη ακουστική του θεάτρου της Επιδαύρου, το οποίο χτίστηκε τον 4ο αι. π.Χ. οφείλετε στην απαγορευτική κατεύθυνση του ανέμου (ο οποίος πνέει συνήθως από τη σκηνή προς το ακροατήριο), ή πως είναι μία γενική ιδιότητα του Ελληνικού θεάτρου η οποία οφείλετε στο ρυθμό που έχουν οι απαγγελίες ή στη χρήση των μασκών οι οποίες δρουν σαν μεγάφωνα. Αλλά τίποτα από τα παραπάνω δεν εξηγεί γιατί οι σύγχρονοι ηθοποιοί στην Επίδαυρο, οι οποίο κάνουν παραστάσεις μέχρι και σήμερα, μπορούν να ακουστούν τόσο καλά ακόμα και μια μέρα που δεν πνέει άνεμος.
Ο ο Nico Declercq και η Cindy Dekeyser υποπτεύονται πως η απάντηση ίσως βρίσκεται στο τρόπο που ο ήχος αντανακλάται στις αυλακωτές επιφάνειες. Είναι γνωστό εδώ και μερικά χρόνια ότι αυτές οι επιφάνειες μπορούν να φιλτράρουν τα ηχητικά κύματα και να δώσουν έμφαση σε συγκεκριμένες συχνότητες, όπως οι μικροσκοπικές αυλακώσεις των φτερών μιας πεταλούδας μπορεί να αντανακλάσει συγκεκριμένα μήκη κύματος του φωτός. Τα ηχομονωτικά μαξιλαράκια από ραβδωτό αφρό τα οποία απλώνονται στους τοίχους ενός θορυβώδους δωματίου έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.
Ο Declercq είχε αποδείξει ότι η βαθμιδωτή επιφάνεια των ζιγκουράτ των Μάγιας στο Μεξικό είχε την ιδιότητα να κάνει τα χειροκροτήματα ή τα ανθρώπινα βήματα να ακούγονται σαν τιτιβίσματα πουλιών ή σαν σταγόνες βροχής, Τώρα μαζί με την Dekeyser έχουν υπολογίσει πως οι πέτρινες σειρές των καθισμάτων επηρεάζουν τον ήχο που αντανακλά πάνω τους και βρήκαν πως συχνότητες μικρότερες των 500 hertz μειώνονται περισσότερο σε ένταση από τις υψηλές.
«Ο περισσότερος ήχος που παράγεται μέσα και γύρω από το θέατρο είναι πιθανόν χαμηλής συχνότητας ήχος», λένε οι ερευνητές. Ήχος από τα φύλλα των δέντρων που κινούνται από τον άνεμο, ψιθυρίσματα των θεατών κλπ. Έτσι εξαλείφοντας όσο περισσότερο γίνεται τις χαμηλές συχνότητες βελτιώνεις την ποιότητα των φωνών των ηθοποιών, οι οποίες είναι πλούσιες σε υψηλές συχνότητες. «Αυτό το κόψιμο των συχνοτήτων είναι ο σωστός και μόνος τρόπος όταν ήθελες να απομακρύνεις τον θόρυβο εκείνα τα χρόνια», λέει ο Declercq
Ο Declercq παρατηρεί πως η παρουσία καθιστού ακροατηρίου θα άλλαζε την επίδραση, με τρόπο που είναι δύσκολο να μετρηθεί. «Για τα ανθρώπινα όντα ο υπολογισμός θα ήταν πολύ δύσκολος επειδή το ανθρώπινο δεν είναι ομοιογενές και έχει πολύ σύνθετο σχήμα», λέει.
Φιλτράροντας τις χαμηλές συχνότητες εννοούμε ότι αυτές ακούγονται λιγότερο τόσο στην ομιλία όσο και στον ήχο που ακούγεται στο υπόβαθρο. Αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα, επειδή το ακουστικό σύστημα του ανθρώπου μπορεί να επανατοποθετήσει μέρος της χαμένης χαμηλής συχνότητας σε ήχο υψηλής συχνότητας.
«Υπάρχει ένα νευρολογικό φαινόμενο που λέγεται virtual pitch το οποίο κάνει ικανό τον ανθρώπινο εγκέφαλο να επαναδημιουργήσει μία ηχητική πηγή ακόμα και με την απουσία των χαμηλότερων τόνων», λέει ο Declercq. «Αυτό το φαινόμενο κάνει τα μικρά μεγάφωνα να παράγουν καλύτερο ήχο από αυτόν που θα περίμενε κάποιος».
Αν και πολλά σύγχρονα θέατρα βελτιώνουν την ακουστικότητά τους με μεγάφωνα, ο Declercq υποστηρίζει πως η ιδέα του φιλτραρίσματος είναι ακόμα σημαντική. «Σε συγκεκριμένες περιστάσεις όπως στάδια, ή ανοιχτά θέατρα, πιστεύω πως η σωστή επιλογή και η περιοδικότητα των θέσεων ή τα σκαλοπάτια κάτω από τις καρέκλες είναι σημαντικά.»
1 Σχόλια:
Ερευνητές του ΑΠΘ αποκαλύπτουν πώς τα αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά θέατρα άγγιζαν την ακουστική τελειότητα με τη βοήθεια χάλκινων αντηχείων
Υπόθεση μιας περισπωμένης
Πόσο καλλιεργημένο όμως ήταν άραγε το κοινό της εποχής ακουστικά; Εχει σωθεί, επάνω σε αυτό, μια εκπληκτική ιστορία για τον άτυχο (ή και κάπως άτεχνο;) ηθοποιό Ηγέλοχο, που έκανε λάθος και στην απαγγελία του τόνισε με τη φωνή του μια λέξη με περισπωμένη αντί για οξεία. Και έτσι θέλοντας να πει «Γαλήν ορώ», δηλαδή ότι βλέπει μπροστά του μια γαληνεμένη θάλασσα, είπε μεν «Γαλήν ορώ» αλλά προφέροντας σαν να τονιζόταν με περισπωμένη, που σήμαινε: αντικρίζω μια... γάτα. Δρέποντας άμεσα, αντί για συγκίνηση, πλούσιο το γέλιο μιας με οξύτατη ακοή και γεμάτης με κοινό κερκίδας. Ο αρχιτέκτονας του θεάτρου λοιπόν ήταν υποχρεωμένος να μπορεί μετά την ανέγερσή του να πραγματοποιεί και έναν λεπτό συντονισμό, που θα αφαιρούσε τα τυχόν ηχητικά ελαττώματα του χώρου. Οπως λοιπόν μαθαίνουμε από την εργασία με τίτλο «Χαλκός ηχών», του αρχιτέκτονα μηχανικού Παναγιώτη Καραμπατζάκη, του ηλεκτρολόγου μηχανικού Βασίλη Ζαφρανά με ειδικό σύμβουλο τον αναπληρωτή καθηγητή αρχιτέκτονα μηχανικό και αρχαιολόγο Γιώργο Καραδέδο, που παρουσιάστηκε στο Συνέδριο Ακουστικής του Πολυτεχνείου πριν από λίγο καιρό, « στον 5ο π.Χ. αιώνα, οι βασικές αρχές σχεδίασης του ελληνικού θεάτρου είχαν φτάσει ήδη σε αρκετά υψηλό επίπεδο. Με την πάροδο του χρόνου,τα αρχαία ελληνικά θέατρα,τόσο ως προς τη γεωμετρία όσο και ως προς τη λειτουργία και τη δυνατότητα υποστήριξης παραστάσεων, μετατράπηκαν σε περίτεχνα κτίσματα, υψηλής αισθητικής και κατασκευαστικής τεχνολογίας, έχοντας ξεκινήσει από μια απλή διαμόρφωση της χωμάτινης πλαγιάς εμπρός από μια επίπεδη περιοχή. Επιπλέον,ως το τέλος του 4ου αιώνα π.Χ. χαρακτηριστική είναι η είσοδος των Μαθηματικών ( θεωρία αριθμών των Πυθαγορείων) στις γεωμετρικές χαράξεις και γενικότερα στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των κτιρίων.Και ακόμη ειδικότερα των θεάτρων. Διότι ο σχεδιασμός τους επηρεάστηκε σημαντικά από την ακουστική η οποία την περίοδο αυτή διαμορφώνεται ήδη ως επιστήμη. Ιδιαίτερα κατά το τέλος του 4ου π.χ. αιώνασυμβαίνει η “μεταπήδηση” από τις θεωρίες των Πυθαγορείων στις Αριστοτελικές θεωρίες και αυτή δίνει σημαντική ώθηση στην εξέλιξη των επιστημονικών θεωριών της μουσικής και της ακουστικής. Χαρακτηριστικότερη μορφή της περιόδου μεταπήδησηςείναι αυτή του Αριστόξενου του Ταραντίνου στου οποίου τις μουσικές θεωρίες οφείλεται και ο μετέπειτα διαχωρισμός του μουσικού κόσμου στους “ Κανονικούς ” ( οπαδούς του Πυθαγορείου μουσικού συστήματος,των μαθηματικών υπολογισμών και των μαθηματικών κανόνων) και τους “ Αρμονικούς ” (οπαδούς της θεωρίας του Αριστόξενου σύμφωνα με την οποία καθοριστικός παράγοντας της μουσικής αρμονίας είναι η ακοή και τελικός κριτής το αφτί) ».
Οι ερευνητές της Πολυτεχνικής Σχολής είχαν ξεκινήσει με δικά τους εντελώς μέσα να ψάχνουν το πώς διόρθωναν και ενίσχυαν τον ήχο οι άνθρωποι πριν από 1.600 ως και 2.500 χρόνια στο παρελθόν. Αλλά είχαν βρεθεί σε ένα αδιέξοδο. Ηξεραν ότι από την εποχή του Αριστόξενου αρχίζει η χρήση αγγείων για τη βελτίωση της ακουστικής των θεάτρων και οι σχετικές θεωρίες μεταφέρονται στην εποχή μας από τον λατίνο αρχιτέκτονα Βιτρούβιο (80 π.Χ- 15 μ.Χ), στα κεφάλαια 4 και 5 του 5ου βιβλίου του με τίτλο «De Αrchitectura», όπου ενσωμάτωσε, όπως ο ίδιος αναφέρει, τις θεωρίες του Αριστόξενου. Ηδη πριν από το τέλος του 4ου αιώνα π.χ. είναι γνωστά τα «ιδιαίτερα» ακουστικά χαρακτηριστικά των αγγείων και εν γένει των δοχειόσχημων αντικειμένων ή χώρων. Ομως έπρεπε να παραδεχθούν ότι οι μετρήσεις τους έδειχναν καθαρά πως οι μεταβολές του ηχητικού πεδίου από όλα αυτά τα πιθάρια, τα δοχεία, τα μπουκάλια ήταν πολύ μικρότερες από όσο χρειαζό ταν για να φτιάχνουν την ακουστική στον χώρο ενός ολόκληρου υπαίθριου θεάτρου.
Φαίνεται ότι τα αντικείμενα αυτά είναι ικανά να μετασχηματίζουν την ηχητική ενέργεια του χώρου σε μεγάλο ποσοστό στο εσωτερικό τους. Οπως όμως συμπεραίνεται από τις προηγούμενες μετρήσεις, το κέλυφος εξαναγκάζει την ενέργεια ή να απορροφάται ή να εκτονώνεται σχεδόν μόνο μέσω του «λαιμού», επηρεάζοντας μόνο σε μικρή απόσταση τον χώρο. Ετσι η ενέργεια, μεταφέρεται πιο πολύ στα τοιχώματα του δοχείου σαν μηχανική ενέργεια (δόνηση) και μεγάλο μέρος της απορροφάται από το αντικείμενο, δηλαδή μετατρέπεται κυρίως σε θερμική ενέργεια. Αν μάλιστα το αγγείο είναι ακλόνητα στερεωμένο ή υπερβολικά βαρύ, όπως για παράδειγμα όταν είναι ενσωματωμένο στην τοιχοποιία, τότε όλη η προσλαμβανόμενη μηχανική ενέργεια μετατρέπεται τελικά σε θερμότητα, και το αντικείμενο δρα ως ηχοαπορροφητής στον χώρο. Αν προστεθούν στο εσωτερικό του αγγείου άχυρα, στάχτη ή μαλλί, όπως έχει βρεθεί να συμβαίνει σε κάποιες μεσαιωνικές εκκλησίες, με ενσωματωμένα πιθάρια στην τοιχοποιία τους, τότε το αντικείμενο επιδρά μεν στην ακουστική του χώρου αλλά μόνο στις παραμέτρους της απορρόφησης και της διάχυσης. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και με τα χοντρά πήλινα πιθάρια που δεν έχουν τη δυνατότητα αναμετάδοσης της προσλαμβάνουσας ενέργειας μέσω του μηχανικού συντονισμού τους. Επομένως στην ερώτηση και τώρα τι κάνουμε, η απάντηση ήταν: «ψάχνουμε κι άλλο».
Χάρη και στην εργασία του κ. Γιώργου Καραδέδου «Τechnologia dell΄ antico teatro Greco» επέστρεψαν στις μαρτυρίες του Βιτρούβιου. Βιβλίο 5, παράγραφος 1: Εκεί υπήρχε η υπόδειξη « Μπρούτζινα βάζα θα έπρεπε να κατασκευαστούν ανάλογα με το μέγεθος του θεάτρου. Να είναι τέτοια που όταν τα αγγίζεις να βγάζουν ήχους με απόσταση τετάρτης, πέμπτης ως την επόμενη οκτάβα (δηλαδή μέχρι το διπλάσιο της αρχικής συχνότητας).Σε ειδικές θέσεις στο θέατρο αντηχεία να μπορούν να τοποθετηθούν χωρίς να ακουμπούν αλλού παρά μόνο στο έδαφος,αναποδογυρισμένα και μάλιστα με κλίση χάρη σε τάκους ύψους από 15 πόντους και πάνω ». Από αυτές τις διαφωτιστικές περιγραφές του Βιτρούβιου μπορούσαν πια να φανταστούν τα περίφημα αγγεία ως σφαιρικά ίσως στο σχήμα, μεταλλικά, που το κέλυφός τους να δονείται στις περιγραφόμενες νότες του εναρμόνιου γένους, και σε τέτοια μαθηματική αναλογία μεταξύ τους ώστε να μεταδίδεται ενέργεια από το ένα στο άλλο αποτελώντας ένα ενεργό ηχητικό σύνολο. Ετσι που η συμβολή τους στην τελική ακουστική του χώρου να μην είναι απαραίτητα ηχοαπορροφητική. Ο,τι πιο πρόχειρο και οικονομικό εκείνη τη στιγμή ήταν να αγοραστούν κάποια γυάλινα σφαιρικά δοχεία των 50 ευρώ και σε πειραματικές μετρήσεις που έγιναν το φαινόμενο της επίδρασης του αγγείου στο ηχητικό πεδίο ήταν σημαντικό. Οι τιμές που καταγράφηκαν στις μετρήσεις έδειξαν ενίσχυση ως και 25dΒ σε σημεία του ηχητικού πεδίου απόστασης άνω των 3 μέτρων από το καθένα. Αυτό μάλιστα! Διότι έτσι, με ένα σύνολο μεταλλικών αντηχείων θα μπορούσε να επιτευχθεί σημαντική ενίσχυση στις νότες που ανήκαν στο εναρμόνιο γένος αφού βέβαια η όλη «παράθεση», δηλαδή η διάταξη των αγγείων, κουρδιζόταν κατάλληλα. Ο Βιτρούβιος αναφέρει στο 1ο βιβλίο του σχετικά με την εκπαίδευση του αρχιτέκτονα ότι θα πρέπει να έχει γνώσεις μουσικής τουλάχιστον τόσες ώστε να μπορεί να «κουρδίσει» μια παράθεση αγγείων σε ένα θέατρο. Από τη μαρτυρία αυτή συμπεραίνουμε ότι το τελικό κούρδισμα γινόταν επί τόπου κάθε φορά που το απαιτούσαν οι περιστάσεις.
Το σύνολο των αγγείων που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για μια παράσταση το ονομάζουμε «παράθεση». Γνωρίζοντας σε ποιο γένος θα παιχτεί το έργο γνωρίζουμε ταυτόχρονα και ποιες «νότες», θεωρητικά δηλαδή ήχοι ποιων συχνοτήτων θα ακουστούν. Τα αντηχεία κατασκευάζονται και με τη βοήθεια των τάκων παίρνουν την απαιτούμενη κλίση για να συντονίζεται το καθένα αντίστοιχα σε μία από αυτές. Ενώ σε άλλες περιπτώσεις μπορούν να δρουν σαν απορροφητές ενέργειας στα ανοιχτά θέατρα οι ερευνητές καταλήγουν ότι δρούσαν σαν μετασχηματιστές ενέργειας. Στην περίπτωση της απορρόφησης μετατρέπουν μεγάλο μέρος της ενέργειας των ηχητικών κυμάτων σε θερμική ενώ στην περίπτωση του μετασχηματισμού αντλούν ενέργεια από κύματα με συχνότητες γειτονικές της κεντρικής τους και ανεβάζουν ακριβώς την ενέργεια της κεντρικής. Οταν όμως είναι το ένα κοντά στο άλλο συμβαίνει και η λεγόμενη ηχητική σύζευξη. Δηλαδή οι παλμικές κινήσεις του ενός να επηρεάζουν τις δονήσεις του άλλου. Αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο σε ελεύθερα δονούμενα και με λεπτά τοιχώματα δοχεία. Τότε πάλλονται τα ίδια όπως γίνεται με μια καμπάνα. Συντονίζονται δηλαδή τα τοιχώματα με τις παλμικές κινήσεις του αέρα στο στόμιο και έχουμε μια δόνηση σχεδόν... τρελή που την καταλαβαίνεις και με το χέρι αγγίζοντας εξωτερικά τα τοιχώματα του ανεστραμμένου αντηχείου, ιδιαίτερα κοντά στον πυθμένα του.
Η αντίστροφη και υπό κλίση τοποθέτηση ενισχύει το φαινόμενο λόγω ανακλάσεων και με την αυξομείωση της απόστασης του χείλους από το έδαφος αυξάνεται η επιφάνεια της οπής δηλαδή και η κεντρική (ιδιο)συχνότητά του. Με τον τρόπο αυτόν δεν χρειαζόταν να κατασκευάσεις με μεγάλη ακρίβεια τα αγγεία διότι μπορούσες επιτόπου να κάνεις λεπτές ρυθμίσεις. Ηταν, για να δώσουμε μια σύγχρονη αναλογία, σαν να εκτελούσαν ένα μουσικό κομμάτι ας πούμε σε Ντο Ματζόρε. Οι νότες που θα έχει θα είναι ντο ρε μι φα σολ λα σι ντο... που η κάθε μία αντιστοιχεί σε μια συχνότητα. Οι συχνότητες που παρεμβάλλονται ανάμεσα στους τόνους της κλίμακας δεν θα παιχτούν ποτέ γιατί απλά το μουσικό θέμα δεν τις περιέχει αφού θα υπάρχουν μόνο οι νότες της Ντο Ματζόρε.
Τα αγγεία (για να είναι εντάξει και με την αρχή διατήρησης της ενέργειας) απορροφούν τις συχνότητες δεξιά και αριστερά από την «κεντρική» και τη δυναμώνουν απορροφώντας ενέργεια από τις συχνότητες που δεν είναι πάνω στην κλίμακα και αποτελούν θόρυβο ή φάλτσο. Ας μην ξεχνούμε ότι οι θεατρικές παραστάσεις της εποχής ήταν και κάτι σαν μιούζικαλ ή όπερα όπου οι μουσικοί, οι ηθοποιοί και ο χορός κινούνταν αυστηρά πάνω στο πλαίσιο της κλίμακας, δηλαδή (απλουστευτικά) του γένους του κομματιού. Η ενίσχυση βρέθηκε να είναι σε κλειστούς χώρους κάπου 25 ντεσιμπέλ και σε ανοικτούς σύμφωνα με τελευταίες έρευνες 12- 15 ντεσιμπέλ. Καθόλου άσχημα.
Συνοψίζοντας τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εργαστηριακή και βιβλιογραφική έρευνα, μπορούμε να δεχτούμε τα παρακάτω:
* Οι σχετικές πηγές αναφέρουν την ευρεία χρήση χάλκινων και μπρούτζινων κυρίως συνηχητικών αγγείων προκειμένου να βελτιωθεί η ακουστική των ελληνιστικών και ρωμαϊκών θεάτρων. Γιατί δεν έχουν βρεθεί; Ισως διότι κατά καιρούς οι επίγονοι αγνοώντας τη λειτουργία (και την αξία) τους τα έλιωναν για να καρπωθούν το μέταλλο.
* Κατά την εξέταση συνηχητών που είναι κατασκευασμένοι από άργιλο (πήλινα πιθάρια), βρέθηκε ότι ναι μεν συντονίζονται, πλην όμως αυτό συντελεί ώστε να απορροφηθεί τελικά ήχος αντί του αναμενομένου να ενισχυθεί, λόγω των υλικών κατασκευής των συνηχητών.
* Η επίδραση των συνηχητών, στην περίπτωση που η πηγή είναι «κουρδισμένη στο γένος στο οποίο είναι κουρδισμένη η παράθεση των αγγείων, εμπεριέχει διπλό ακουστικό κέρδος, πρώτον διότι ενισχύει τη διέγερση της πηγής και δεύτερον διότι απορροφά ακουστική ενέργεια από τις γειτονικές, μη «συντονισμένες» συχνότητες.
* Αναφέρεται ότι ίσως στο θέατρο της Κορίνθου τέτοια χάλκινα αντηχεία χρησιμοποιήθηκαν για να βελτιωθεί η κακή ακουστική του. Και η γνώση της περίπτωσης αυτής σε όλο τον ελληνόφωνο χώρο ίσως να σχετίζεται με το σχετικό απόσπασμα της επιστολής του Παύλου προς τους Κορινθίους.
Η εργασία αυτή χρηματοδοτήθηκε από τους ίδιους τους ερευνητές και μας αποδεικνύει πόσο καλά έβρισκαν λύσεις επιπέδου σε προβλήματα εκείνης της εποχής. Αν λοιπόν κάποιος μπορούσε να διαθέσει ένα σχετικά μικρό ποσό για την πειραματική κατασκευή μερικών τέτοιων μεταλλικών αντηχείων και να γίνουν μετρήσεις σε θέατρα που ήδη υπάρχουν στον ελληνικό χώρο η όλη προσπάθεια θα μπορούσε επιπλέον να διαφημιστεί και στο εξωτερικό με πολύ καλά αποτελέσματα. Ελληνες ερευνητές που προσπαθούν να βελτιώσουν την ακουστική αρχαίων θεάτρων χωρίς να εισβάλει σε αυτά ο ηλεκτρισμός και ο ηλεκτρονικά παραγόμενος ήχος. Ρομαντικό πολύ;
«Αν θάψει κανείς πιθάρι ή άδεια δοχεία από πηλό και τα σκεπάσει με πώμα,γιατί τα κτίρια αποκτούν καλύτερη ακουστική; Καθώς επίσης αν υπάρχει μέσα στο σπίτι πηγάδι ή στέρνα; Ή μήπως,επειδή η ηχώ είναι ανάκλαση, πρέπει να είναι συγκεντρωμένος ο περιεχόμενος αέρας,και να έχει επιφάνεια πυκνή και λεία, πάνω στην οποία θα ανακλαστεί; Πράγματι, έτσι παράγεται κατ΄ εξοχήν ήχος. Το πηγάδι, λοιπόν, και η στέρνα διαθέτουν τη στενότητα και την ιδιότητα να συγκεντρώνουν (τον αέρα),τα πιθάρια και τα δοχεία διαθέτουν επίσης την πυκνότητα των τοιχωμάτων τους,οπότε και από τα δύο προκύπτει το αποτέλεσμα.Τα κοίλα επίσης μέρη ηχούν καλύτερα,για τούτο και ο χαλκός (εννοεί τα χάλκινα αγγεία) ηχεί καλύτερα από τα υπόλοιπα...».(Αριστοτέλης,Προβλήματα 2*)
Από: www.tovima.gr
http://olixnos.blogspot.com/2011/06/blog-post_19.html?zx=ef1555d4b55c3355