Ποιοι ήταν οι Κύκλωπες; Ο καθηγητής σε πανεπιστήμιο της Βιέννης, Αθανάσιος Σταγειρίτης (περίπου 1780 – περίπου 1840), στο πεντάτομο έργο του «Ωγυγία ή αρχαιολογία», διέκρινε τρεις κατηγορίες Κυκλώπων, με κοινό χαρακτηριστικό το κυκλικό μάτι (κύκλος + ωψ, που σημαίνει μάτι, βλέμμα, όψη). Στην πρώτη περιλαμβάνονται τρία παιδιά του Ουρανού (Βρόντης, Στερόπης, Άργης, που χάρισαν στον Δία τον κεραυνό, την βροντή και την αστραπή). Στη δεύτερη ανήκουν ο γιος του Ποσειδώνα, μονόφθαλμος Πολύφημος, και οι σύντροφοί του στη Σικελία, αντίπαλοι όλοι του Οδυσσέα. Στην τρίτη εντάσσονται οι «Χειρογάστορες» (οι με τα χέρια στην κοιλιά κι όχι στους ώμους), αρχιτέκτονες και μηχανικοί. Προέρχονταν από την Θράκη και εγκαταστάθηκαν στην Αργολίδα, ζώντας σε σπηλιές, όπου δημιούργησαν λαβύρινθους, στην περιοχή της Τίρυνθας. Οι σπηλιές τους πήραν το όνομα «Κυκλώπεια» (σπήλαια). Αυτοί είναι που έκτισαν τα τείχη της Τύρινθας, του Άργους και των Μυκηνών. Ένας τους μάλιστα, ο Γεραίστης, βρέθηκε στην Αττική όπου και πέθανε. Στον τάφο του, οι Αθηναίοι θυσίασαν τις κόρες του Υάκινθου, για να γλιτώσουν από τις συμφορές που τους έστειλε ο Δίας, όταν ο Μίνωας πολιόρκησε την Αθήνα. Θυσία μάταιη. Το τίμημα ήταν η αποστολή επτά νέων και επτά νεανίδων τροφή στον Μινώταυρο, που ζούσε στον Λαβύρινθο. Τον οποίο Λαβύρινθο, κατά μια εκδοχή, έκτισαν άλλοι Κύκλωπες από την Θράκη, που πήγαν και εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη.