Μεταξύ των καταδυναστευόμενων υπό του Διαβόλου, συνέρρεον εις τον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου ΚΑΡΕΑ πλήθος άλλου κόσμου. Δια ποιον σκοπό κετέφθαναν έκαστος εις το πεδίον της μάχης είναι αδύνατον να γνωρίζουμε. Άλλοι μαστίζονταν από μαγείες, άλλοι από διάφορες μικρές ή μεγάλες ενοχλήσεις, άλλοι από απορία, άλλοι για να κρίνουν τις διάφορες κινήσεις άλλοι για να προσευχηθούν υπέρ των δοκιμαζομένων.

Εκείνη τη μέρα εμφανίστηκαν και τρεις ιερείς, λειτουργοί της Εκκλησίας και πλησίασαν τους θλιμμένους και πονεμένους ασθενείς. Η προσευχή προς το Θεό άρχισε και τα δαιμόνια μη ανεχόμενα την ουράνιο επέμβαση του Θεού άρχισαν να βρίζουν, να βλαστημούν, να επιτίθονται, να απειλούν. Τότε εντρομοι οι τρεις ιερείς, λειτουργοί και ποιμένες των λογικών προβάτων απεχώρησαν μετά σπουδής πολλής. Δεν τέλειωσε εδώ το περιστατικό Ένα από τα πονηρά δαιμόνια όταν αντιλήφθηκε τη φυγή δανείσθηκε κατά την προσφιλή τους τακτική την γλώσσα του ασθενούς προσώπου και άρχισε να ειρωνεύεται και να εμπαίζει το λυπηρό εκείνο γεγονός.

"Κοίταξε στρατιώτες που έβαλε να μας πολεμήσουν (εννοώντας τον Χριστό). Μόλις μας αντιλήφθηκαν το έβαλαν στα πόδια"... Ακολούθησε το απαίσιο, σατανικό ειρωνικό γέλιο. Και πρόσθεσε :

"Αν ξέρατε τι σας χάρισε Εκείνος και κάνατε το καθήκον σας, εμείς θα πέρναμε τα όρη και τα βουνά. Να περιμένετε και θα σας πληρώσει καταλλήλως".