Ποτέ δεν έδινα ιδιαίτερη προσοχή στα όνειρα που έβλεπα. Τη νύχτα της 9ης Ιανουαρίου 1929, είδα ξαφνικά στην Αθήνα τον παλιό μου φίλο κ. Γεωργ. Λυμπερόπουλο ο οποίος διέμενε στη Τρίπολη έχοντας μαγαζί εκεί, να φοράει μόνο τα εσώρουχά του, να είναι ξυπόλητος και να μεταφέρει στον ώμο του τσουβάλια με κάρβουνα και να τα βάζει πάνω σ’ ένα κάρο. Αισθάνθηκα μεγάλη λύπη που είδα τον φίλο μου σε αυτή την κατάσταση και τον ρώτησα γιατί άφησε το μαγαζί του και γιατί βρίσκεται σ’ αυτά τα χάλια. Μου απάντησε πως δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς και έτσι είναι αναγκασμένος πλέον να ζήσει και πως ντρεπόταν και αυτός για τα χάλια που είχε. Όταν ξύπνησα η εντύπωση του ονείρου ήταν ακόμα ζωηρή και έτσι έγραψα αμέσως ένα γράμμα στο φίλο μου που του περιέγραφα πως ακριβώς τον είχα δει στον ύπνο μου, ρωτώντας τον αν του συνέβαινε κάτι. Την ίδια ημέρα διηγήθηκα το όνειρο που είδα στους φίλους και γνωστούς μου. Και πράγματι. Σε λίγες μέρες πήρα το φύλλο της εκδιδόμενης εφημερίδας της Τρίπολης «Μορέας» στο οποίο γραφόταν με λεπτομέρεια η πυρκαγιά η οποία αποτέφρωσε την νύχτα της 9ης Ιανουαρίου το κατάστημα του φίλου μου. Αισθάνθηκα μεγάλη έκπληξη με τα νέα αυτά γιατί η ημερομηνία συνέπιπτε ακριβώς μ’ εκείνη που είδα το όνειρο. Την επόμενη μέρα πήρα και το γράμμα από τον φίλο μου, που έγραφε πως με μεγάλη συγκίνηση διάβασε το γράμμα μου το οποίο περιέγραφε σχεδόν την πραγματικότητα στην οποία βρισκόταν εκείνη τη νύχτα, γιατί όταν έπιασε φωτιά το μαγαζί εκείνη τη νύχτα, αυτός κοιμόταν στον ημιώροφο και για να σωθεί πήδηξε από τον εξώστη στο δρόμο με τα εσώρουχα και ξυπόλητος όπως ακριβώς τον είχα δει. Νικ. Σταύρου (Κοσμά Μπαλάνου 27)