Ο χειμώνας του 1899 ήταν άνυδρος και οι στέρνες μας δεν είχαν αποθηκεύσει το απαιτούμενο νερό της χρονιάς και γι’αυτό υποφέραμε πολύ και κάναμε μεγάλη οικονομία. Τον Αύγουστο δεν είχαμε ούτε σταλαγματιά πια. Ένα και μόνο πηγάδι με σχετικά πόσιμο νερό είχε το νησί αλλά σε αυτό έπρεπε να διανυκτερεύσει κανείς και μ’ ένα σφουγγάρι δεμένο σε σχοινί 25 μέτρων να μαζεύει το νερό από το βάθος του πηγαδιού για να έχει την μέρα λίγο νερό να βρέξει τα χείλη του. Οι κάτοικοι τότε αποφάσισαν να κάνουν λιτανεία, ίσως η Παναγία να λυπότανε τον κόσμο και να έβρεχε. Στην απέναντι ακτή της Ρόδου βρίσκεται το χωριό Σκιάδι όπου είναι το μοναστήρι της Παναγίας της Σκιαενής, προστάτιδας της Χάλκης, το οποίο απέχει από την Χάλκη 3-4 ώρες. Τέσσερις γεροί ναύτες λοιπόν πήραν τη βάρκα για να φέρουν την Μεγαλόχαρη. Εν τω μεταξύ όλοι οι κάτοικοι της Χάλκης με θυμιατά στα χέρια και με τους ιερείς μπροστά κατέβηκαν στη παραλία και πεσμένοι στα γόνατα έκαναν την προσευχή τους λέγοντας αυθορμήτως και συνεχώς «Κύριε Ελέησον». Και πράγματι το θαύμα έγινε. Ο ουρανός γέμισε από βαριά σύννεφα και όταν η βάρκα με την εικόνα έφτασε και η περιφορά της άρχισε πολύ δυνατή βροχή πλημμύρισε τους δρόμους και οι στέρνες μας αποθήκευσαν νερό για αρκετούς μήνες