Ο Αντωνακέας ανέφερε ένα άλλο περιστατικό το οποίο έγινε το 1950. Ο γιος του, ο Κωνσταντίνος, είχε το γραφείο του στο κέντρο των Αθηνών. Δίπλα στο γραφείο του υπήρχε το γραφείο του Άνθιμου Κανακάρογλου, εκδότη και διευθυντή της εφημερίδας Αφρικανικά Νέα αλλά και αντιπροσώπου διαφόρων εμπορικών οίκων. Ο Κανακάρογλου ήταν χορατατζής αλλά και άνθρωπος πειραχτήρι. Ο Κωνσταντίνος Αντωνακέας δεν είχε δικιά του τηλεφωνική γραμμή (στην Ελλάδα τότε τα τηλέφωνα ήταν σπάνια ακόμα και στα γραφεία) έτσι χρησιμοποιούσε το τηλέφωνο του Κανακάρογλου (νούμερο 25078). Ο πατέρας του Νικόλαος είχε δώσει επίσης το νούμερο σε αρκετούς φίλους. Αργότερα ο Κωνσταντίνος Αντωνακέας μετακόμισε από το γραφείο του και χρησιμοποιούσε το τηλέφωνο του σπιτιού του.

 

Τον Μάιο του 1950 ο Κανακάρογλου, αυτοκτόνησε σε ένα καφενείο στον Πειραιά λόγω χρεοκοπίας. Το γραφείο του σφραγίστηκε μετά από εντολή της εισαγγελίας καθώς υπήρχαν σημαντικά έγγραφα και αντικείμενα. Εκείνο το διάστημα ο Αντώνης Παπαευθυμίου  και ο Θωμάς Δαφνιάς, χωρίς να γνωρίζουν πως ο Κανακάρογλου ήταν νεκρός και το γραφείο του σφραγισμένο, κάλεσαν το νούμερό του για να ζητήσουν τον Νικόλαο Αντωνακέα. Κάποιος απάντησε στο τηλέφωνο και τους είπε πως ο Αντωνακέας θα είναι διαθέσιμος μετά τις 3 τα ξημερώματα. Παραξενεμένοι, ρώτησαν ξανά και η φωνή το επιβεβαίωσε. Συνέχισαν να καλούν το ίδιο νούμερο. Κάθε φορά η φωνή απαντούσε παράξενα αλλά και με θρασύτητα. Τελικά οι δύο άντρες κατάφεραν να επικοινωνήσουν με τον Αντωνακέα ο οποίος θυμωμένα διαμαρτυρήθηκε στον διαχειριστή της οικοδομής. Ο τελευταίος απάντησε πως το γραφείο ήταν ακόμα σφραγισμένο από την αστυνομία και πως κανείς δεν μπορούσε να είχε απαντήσει στο τηλέφωνο.