Κάποια μέρα, στον αρσανά της Αγίας Αννης, βγήκε ένας ηλικιωμένος προσκυνητής από την Κρήτη. Άρχισε ν' ανεβαίνει το μονοπάτι για να έλθει εδώ κοντά, στη Μικράν Αγίαν Άννα. Είχε πατριώτες μοναχούς, οι οποίοι ασκήτευαν εκεί. Όπως ανέβαινε, έχασε τον προσανατολισμό του και περιπλανήθηκε σ' έναν έρημο τόπο, αδιάβατο. Καθώς εβάδιζε μπήκε σ' ένα σπήλαιο. Το θέαμα που αντίκρισε τον συνεκλόνισε. Σ' ένα χαμηλό ξύλινο παγκάκι ήτο ξαπλωμένο το σκήνωμα ενός ασκητού. Στο μέρος της κεφαλής άναβαν κεράκια και στο θυμιατό έκαιγε λιβανάκι. Στο καντηλάκι -το λαδάκι μέχρι τα χείλη- η φλόγα υπογράμμιζε την κατάνυξη... Ο ευλαβής προσκυνητής έβαλε στρωτή μετάνοια και με κατάνυξιν ασπάσθηκε το τίμιο λείψανο, θεωρώντας ότι προ ολίγου ο όσιος αυτός είχε κοιμηθεί και ότι ο συνασκητής του -αφού το ετοίμασε όπως αρμόζει- πήγε να ειδοποιήσει τους σκητιώτες πατέρες της Αγίας Αννης να συγκεντρωθούν για τη νεκρώσιμη Ακολουθία. Κάνοντας ξανά και ξανά το σημείο του Σταυρού, συνέχισε ο προσκυνητής την πορεία του. Όταν έφθασε στην καλύβη των συμπατριωτών του, τους βρήκε αμέριμνους. Μ' έκπληξη τους ρώτησε:
- Καλά, εσείς, πατέρες, δεν θα πάτε στην κηδεία;
- Ποια κηδεία, ευλογημένε; Τίνος;
Ο άνθρωπος τους εξήγησε, περιγράφοντας την περιοχήν όπου είχε δει το σκήνωμα. Οι πατέρες απόρησαν, λέγοντας όλοι μαζί ότι σ' αυτό το σημείο δεν υπάρχουν ασκητήρια, δεν κατοικεί κανείς, γιατί το έδαφος είναι πολύ δύσβατο! Κατάλαβαν βεβαίως αμέσως ότι «κάτι» συμβαίνει! Ξεκίνησαν να πάνε όλοι μαζί. Μπρος εκείνος και πίσω οι πατέρες. Έφθασαν στην περιοχήν, αλλά στάθηκε αδύνατο να εντοπίσει τη σπηλιά, ενώ προ μισής μόλις ώρας είχε προσκυνήσει το ιερό λείψανο!

Αυτά τα τίμια λείψανα, κ. Μελινέ, τα «σκεπάζει» ο Θεός για να παρουσιασθούν στη Δευτέρα Παρουσία. Όλοι αυτοί οι άγιοι αναπαύονται στην αφάνεια, περιμένοντας ν' ακούσουν τη «φωνή του αρχαγγέλου και τη σάλπιγγα του Θεού» να τους καλούν. Έτσι και με το συγκεκριμένο άγιο λείψανο. Κατάλαβαν ότι ο Θεός το κάλυψε μέχρι τη συντέλεια των αιώνων, να περιμένει την ανάσταση κι εμφάνισή του ενώπιον του Κριτού, για ν' απολαύσει ασφαλώς την «ητοιμασμένην Βασιλεία» Του. Γύρισαν όλοι μαζί στην καλύβη, δοξάζοντας τον Θεό για το παράδοξο αυτό και συνάμα παιδαγωγικό «Σημείο» Του.