Την ιστορία αυτή μου την διηγήθηκε ο Αλέξανδρος Σπανάκης κάτοικος Νεάπολης, Κρήτης:
<< Ζάντα μωρέ!!! Ήταν την χρονιά του 1965 όταν ο Σίφης ο Γαργαρουνάτσης έμαθε επαέ στο χωριό μας από ένα παλιό σιρόγραφω ζα τα χρυσά φλουριά!!! Από τότε που το διάβασε έζινε ζιαόλου κάλτσα τσε κολοσφούτζησε ( αυτός που τρίβει τον πισινό του στην καρέκλα ) στην καθισιά του ζα να τα πάρει!!! Εμά κάθε φορά που πήζαινε στο μέρος έτσι ζα να τα πάρει εβζαίνανε οι Ζιφαλάδες ε τσε τον κάνανε σα με 10 οκάδες στο ξύλο!!!!  Ε, τότες μονάχα ήρθε έπαε στο σπιτικό μου ο μαυροκακορίζικος τσε μου είπε την όλη ιστορία. Εγώ στην αρσή δεν τον πίστεψα από ίντα όλα αυτά που μου έλεζε. Θυμάμαι του είχα πει…. Μωρέ ζιαβόλου πράααμα μην τυχάς και κουσκουλαρίζεις καμιά παντρεμένη τσε σε έχουν τουλουμιάσει στο ξύλο τσε μου λες ότι τάχα μου είναι οι ζιφαλάαααδες; ( Ζιφαλάδες-στοιχειώματα ) Μου ορτσιζότανε ότι έλεζε την αλήθεια ε, τσε επειδή ήταν καλός μου φίλος με έπεισε να πάω τσε γω έτσι πέρα ζα να δω ίντα πράαααμα ζινότανε!!!! Μετά από δυο μέρες βράδυ πήγαμε στο χωράφι όπου έλεζε το σιρόγραφω που ήταν θαμμένα τα χρυσά φλουριά. Στο χωράφι αυτό βρισκόταν ένα παλιό πηγάδι τσε δίπλα να ποιο δω είσε μια ζέριτση συτσά όπου τσε είσε επάνω της μαύρα μεγάλα σύκα. Μου έδειξε το σημείο δείχνοντας μου την συτσά. Συμφωνήσαμε να ξεκινήσουμε να σκάψουμε. Με το που σήκωσε το σταθουλάρη ( γκασμάς )  έζηνε μπροστά στα ωζά μου ( μάτια )!!!! Ένας αέρας συκώθητσε από το πουθενά τσε η ζης άρσισε να τρέμει κάτω από τα ποδάρια μας!!!! Μα την παναζία σου λέω αρσήσανε τσε πέφτανε αόρατες σφαλιάρες τσε κλωτσιές από το πουθενά τσε κάμανε τσε εμένα μα τσε τον Σήφη ίσα με 10 οκάδες στο ξύυυλο!!! Εγώ μετά από αυτό που έζινε πράγματι εφοβήθει ε τσε δεν ήθελα ζα κανένα λόγο να ξανά πάω από ετσεί!!!! Μα το ίδιο έκαμε τσε ο Σήφης, ο τσαιρός επέρναζε μα μας έτρωζε τσε τους δυο, χρυσά φλουριά!!!! Έτσι είπαμε άμα κάμαμε κάνα ξορκισμό στο χωράφι μπας και οι ζιφαλάδες φεύγανε τσε πήγαιναν στον Χριστό κοντά. Μα ίντα πράααμα να λέγαμε του παπά ζα το ξένο χωράφι; Σκεπτόμασταν από δω σκεπτόμασταν από ετσεί ώσπου μου ήρθε μια ιδέα. Φώναξα τον Σήφη τσε του είπα να πάμε στην χώρα των Σφατσίων ( Σφακιά )  όπου τότε ζούσε μια μάζησα-πρακτιτσά ονόματι τσιρά Έλενα η κουτσή!!!! Μιας τσε δυο πήγαμε τσε την βρήκαμε ε, τσε της είπαμε ίντα να, όλη την ιστορια!!!! Αυτή τότε χαμοζέλασε τσε μας είπε να περιμένουμε έπαε στο σπίτι της, μας άφησε μια ουλάτσερη ώρα τσε μετά ήρθε κοντά μας τσε πάλι….. μα είσε κάτι το περίεργο πάνω της τα ωζά της ήταν ολοτσίτρινα σαν του μαυροπουλιού, του κόρακα!!!! Ο Σήφης όταν την είδε έκαμε σαν παράουρος ( τρελός ) από τον φόβο του τον συγκράτησα τσε του είπα να βγάλει τον σκασμό. Τότε η τσιρά Έλενα η κουτσή ήρθε κοντά μας τσε με την φωνή αλλαγμένη σαν να μιλούσε το ζιαολοτριβόλι μας είπε:
<< Ζα να πάρετε τα φλουριά από τους ζιφαλάδες θα πρέπει να σφάξετε 12 αδέλφια τσε το αίμα τους να ποτίσετε ετσεί που είναι τα φλουριά!!!! >>
Αμέσως κάθισε στην καρέκλα της έστριψε την τσεφαλή της τσε την σήκωσε αμέσως με μιας, τα ωζά της είχαν ξανά πάρει το κανονικό το χρώμα τσε μας ρώτησε σαστισμένη ίντα πράααμα είσε πει το πνεύμα που είσε βάλει στον κόρφο της!!!! Τις είπαμε σαστισμένοι ίντα μας είπε. Αυτή τότες είπε άμα το πνεύμα είπε αυτό έτσι πρέπει να ζίνει, τσε άμα το κάμαμε να τις δίναμε τσε αυτηνής 300 χρυσά φλουριά. Όταν φύγαμε λέγαμε ότι όλα ήταν φτιαχτά ότι ίσως να έβαλε χρώμα στα ωζά της τσε να το έκαμε επίτηδες ούλο το στσινικό ζα να την πιστέψουμε… .μα το ποιο τρομακτικό ήταν αυτό που μας είπε να σφάξουμε τα 12 αδέλφια!!! Έτσι ίντα πράαααμα να κάμουμε να σφάζαμε 12 αδέλφια; Άντε σου λέγω πως και να το κάμαμε που θα τα βρίσκαμε; Πέρασε τσαιρός τσε το μυαλό μας ήταν μονάχα στα φλουριά ώσπου ένα βράδυ δεν το άντεξα άλλο τσε κάθισα τσε το είπα στην ζυναίκα μου την Γεωρζία ε, τσε αυτή ζιαόλου κάλτσα πράμα είπε:
<< Μωρέ ίντα έσετε μέσα στην τσεφαλή σας; Σας είπε ότι θα πρέπει να σφάξετε 12 αδέλφια ανθρώπους; Όσι!;! Ε τότε βρείτε 12 γουρουνόπουλα ή δώδεκα κλωσόπουλα τσε δοτσιμάστε!!!! >>
Πράγματι το είπα στον Σήφη ότι δεν είχαμε τίποτα να χάσουμε, βρήκαμε 12 κλωσόπουλα ε, τσε πήγαμε στο χωράφι ετσείνο ένα βράδυ. Σφάξαμε τα κλωσόπουλα τσε αφήσαμε το αίμα να πάρει το δρόμο προς το χώμα δίπλα στην συτσά!!!! Ε, αφού το κάμαμε πήραμε ο καθένας τον σταθουλάρη στα σέρια μας τσε αρσίσαμε να σκάβουμε. Δεν έζινε τίποτα η τσιρά Έλενα η κουτσή είσε δίτσιο!!!! Μετά από δυο ώρες σκάψιμο εβρήκαμε ένα πιθάρι πήλινο ζεμάτο Τούρτσικα φλουριά!!!! 30.000 φλουριά μετρημένα ένα ένα, τα μοιραστήκαμε τσε δώσαμε ο καθένας από 150 στην τσιρά Έλενα την κουτσή που μας είπε ίντα πράααμα να κάμουμε. Τσε όπως βλέπεις από τα σπίτια μας τσε τα μαγαζιά μας ψέμα πράααμα δεν σου λέγω. Αμ το είπαμε τσε στο χωριό μετά από χρόνια το τι έζινε μα οι ποιο πολλοί δεν μας πίστεψαν τσε λένε ότι αλλιως τα κάμαμε τα λεφτά, μα την παναζία που πιστεύω δεν σου λέγω ψέμα, τσε άμα σου λέγω να μου χυθούν τα ωζά μου να, αυτήν την ώρα όξω!!!! >>