Η καταγωγή του μπαμπά μου είναι από το Διαβολίτσι Μεσσηνίας (αλλιώς Γαράτζα ή Ανω Μέλπεια). Ήταν γύρω στο 1930 καλοκαίρι την εποχή που είχε τελειώσει το θέρισμα και αλωνίζανε. Οι οικογένειες συνήθιζαν να παίρνουν λίγη τροφή μαζί τους και να περνάνε όλη τη μέρα στο αλώνι μέχρι που κοιμόντουσαν το βράδυ εκεί για να γλιτώσουν χρόνο και δρόμο φοβούμενοι μήπως βρέξει και τους χαλάσει η δουλειά. Ο παππούς μου ήταν νωματάρχης (κάτι σαν αρχιφύλακας) άνθρωπος τραχύς και άφοβος. Ένα βράδυ λοιπόν εκεί που κοιμόντουσαν όλοι στρωματσάδα στο αλώνι καμιά 10 νοματαίοι (που' λεγε και ο παππούς) ακούσανε γυναικεία γέλια να έρχονται από τη ρεματιά που ήταν εκεί κοντά. Η γιαγιά μου φοβήθηκε και είπε ότι ήταν νεράιδες που λουζόντουσαν και που δεν έπρεπε να τις διακόψουν γιατί ήταν επικίνδυνες... Ο παππούς όμως κάτι που δεν τα πίστευε αυτά, κάτι που ήταν γυναικάκιας πήγε να δει τι γινότανε. Οι άλλοι που έμειναν πίσω άκουσαν ξαφνικά τον παππού να φωνάζει και όταν έτρεξαν σε βοήθεια τον είδαν μαυρισμένο στο ξύλο. Βέβαια η μαμά μου έλεγε ότι ο παππούς είχε κάνει λόγω της δουλειάς του πολλούς εχθρούς και είχε κάνει πολλά κακά σε πολλούς και ότι κατά πάσα πιθανότητα του την είχαν στημένη...