Ο Έλλην μυθογράφος Απολλόδωρος (ο οποίος έζησε τον 1ο ή τον 2ο αιώνα μ.Χ.) αναφέρει ότι οι Κρονίδες (ο Ζεύς και τα άλλα τέκνα του Κρόνου και της Ρέας) νίκησαν τους Τιτάνες αφού συμμάχησαν με τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες, τους οποίους ο Ζεύς απελευθέρωσε από τα Τάρταρα αφού φόνευσε την δεσμοφύλακά τους Κάμπη: «Αφού δε αυτοί (οι Κρονίδες και οι Τιτάνες) μάχονταν μεταξύ τους επί δέκα έτη, η Γή χρησμοδότησε στον Δία ότι θα νικούσε αν είχε συμμάχους του τους κατακρημνισθέντες στα Τάρταρα (τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες).Αυτός λοιπόν φόνευσε την Κάμπη, η οποία φρουρούσε τα δεσμά αυτών, και τους έλυσε…». (Βιβλιοθήκη, 2.1).
Το τι ήταν η Κάμπη αναφέρεται από τον Ελληνοαιγύπτιο ποιητή του 5ου αιώνος μ.Χ. Νόννο τον Πανοπολίτη, ο οποίος την περγράφει ως ένα ασύλληπτα ισχυρό και τρομακτικό ανθρωπο-ερπετικό υβρίδιο
«Μαστίγωσε λοιπόν τους ωμοβόρους λέοντές σου για την μάχη με τους Ινδούς
και μην τρέμεις τους ελέφαντές τους, αφού ο υψιμέδων (=άρχων στα ύψη) Ζεύς σου
εξόντωσε δια του κεραυνού του την υψικέφαλη Κάμπη,
της οποίας όλο το σώμα ήταν σκολιό και πολύμορφο.
Διότι από τους εχιδνώδεις ταρσούς τους χίλια αλλοφυή ερπετά
ανερρίπιζαν (=εξήπταν) αυτή την λοξή αυτοέλικτη Ενυώ,
εξεμώντας ως μακριά το δηλητήριό τους.
Πέριξ δε του λαιμού της φύονταν πενήντα κεφαλές ποικίλων θηρίων:
Άλλες μεν βρυχώνταν ως λεόντειες κεφαλές,
μοιάζοντας με το αινιγματικό βλοσυρο πρόσωπο της Σφιγγός,
και άλλες εξέχεαν αφρό καπρείων δοντιών (δηλαδή, ήσαν καπρόμορφες)
ενώ δια της συναθροισμένης φάλαγγος των πολλών κεφαλών της σκυλακίων
η Κάμπη ήταν στην όψη ακριβές αντίγραφο του προσώπου της Σκύλλας.
Στο μέσον δε του σώματός της είχε μορφή διφυούς νύμφης,
έχοντας κόμη από ιοβόλες δρακόντειες πλεξίδες.(Δηλαδή, αντί μαλλιών είχε σπείρες οφιοειδών δρακόντων).
Η νόθη και υψιτενής (=εκτεινομένη ως τα ύψη) μορφή της εκτραχυνόταν,
από το στέρνο της έως τις ακρότατες πτυχές των μηρών της, από κητώδεις φολίδες.
Τα νύχια δε των πολυδιασπάρτων παλαμών ήσαν λοξά και γαμψά,
μοιάζοντας με γαμψώνυχα δρεπάνια.
Και εκ του υπάτου μέρους του τραχήλου της, ένας αυτοέλικτος σκορπιός,
με σκληρό σαν χαλάζι οξυακονισμένο κεντρί, είρπε στα ακαταμάχητα νώτα της,
με την ουρά του ηγηρμένη άνωθεν των ώμων της.
Ως τέτοια ποικιλόμορφη έλιξ εγειρόταν η Κάμπη
και πετούσε με ετερόζυγο παλμό των μαύρων πτερύγων της,
δίνες προκαλώντας στην χθόνα, τον αέρα και τον βυθό της θαλάσσης,
λαίλαπες εγείροντας και θύελλες οπλίζοντας,
αυτή η μελανόπτερος Ταρταρία νύμφη.
Εκ των βλεφάρων της δε μία μαινομένη φλόγα εκτόξευε τηλεκαίοντες σπινθήρες.
Αλλά ο πατήρ σου, ο αιθέριος Ζεύς, φόνευσε αυτό το τόσο μέγα θηρίο
και νίκησε αυτή την Κρονία εχιδνώδη Ενυώ».(Διονυσιακά, ΙΗ.235-264).
Το όνομα της Κάμπης σημαίνει καπτομένη, δηλώνοντας την ελισσομένη ερπετική φύση της.Όσον αφορά δε την καταγωγή της, εκ των ανωτέρω αποσπασμάτων συνάγεται ότι πατήρ της ήταν ο Τάρταρος (ή Τάρταρα), ενώ μήτηρ της ήταν σίγουρα η Γαία (ή Γή), αφού αναφέρεται ως μήτηρ και άλλων δύο, παρομοίων με την Κάμπη, ερπετοειδών όντων που γεννήθηκαν από τον Τάρταρο (του Τυφώνος και της Έχιδνας της Αρκαδίας).Αμφότεροι δε ο Τάρταρος και η Γαία είναι δύο εκ των πρωτογενών κοσμικών οντοτήτων της Ελληνικής κοσμογονίας/θεογονίας.Η κύρια δε πηγή περί αυτών είναι η Θεογονία του παμμεγίστου Έλληνος ποιητού Ησιόδου (ο οποίος θεωρείται ότι έζησε τον 9ο ή τον 8ο αιώνα π.Χ, αλλά πιθανώς είναι πολύ αρχαιότερος):
Ο Ησίοδος λοιπόν αναφέρει ότι η «ευρύστερνος» Γαία γεννήθηκε από μόνη της μετά το Χάος, την πρώτη κοσμική οντότητα, και είναι η «αιωνίως ασφαλής έδρα πάντων των αθανάτων που κατέχουν την κορυφή του χιονοσκεπάστου Ολύμπου» (Θεογονία, 116-118), ότι γέννησε πρώτα, από μόνη της, τον «ίσο της αστερόεντα (=γεμάτο αστέρες) Ουρανό, για να την καλύπτη από παντού και να είναι αιωνίως ασφαλής έδρα των μακαρίων θεών», και έπειτα, πάλι μόνη της τα «μακρά Όρη» και τον Πόντο «το άκαρπο πέλαγος με τα μαινόμενα κύματα» (Θεογονία, 126-132), και ότι έπειτα, αφού συνευρέθη με τον Ουρανό, γέννησε τους Τιτάνες, τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες.(Θεογονία, 133-153).Επίσης, ο Ησίοδος αναφέρει ότι ο «ομιχλώδης» Τάρταρος γεννήθηκε από μόνος του μετά την Γαία, στον «μυχό της ευρυόδειας (=πλατύδρομης χθονός)» (Θεογονία, 119), ότι ευρίσκεται «τόσο κάτωθεν υπό της γής όσο απέχει ο ουρανός από την γαία», αφού «εννέα νύκτες και ημέρες πέφτοντας ένα χάλκινο αμόνι από τον ουρανό την δεκάτη θα έφθανε στην γαία» και «εννέα πάλι νύκτες και ημέρες πέφτοντας ένα χάλκινο αμόνι από την γαία την δεκάτη θα έφθανε στον Τάρταρο».(Θεογονία, 720-725), ότι περιβάλλεται από «χάλκινο τείχος», «νύξ τρείς σειρές έχει χυθεί πέριξ του λαιμού του» και «υπεράνω του έχουν φυτρώσει οι ρίζες της γής και της άκαρπης θαλάσσης» (Θεογονία, 726-728), και ότι είναι «μέγα χάσμα» και «ούτε εις ένα ολόκληρο έτος δεν θα εφθανε κανείς στον πυθμένα του, αν πρώτα εισερχόταν εντός των πυλών του», αλλά «θύελλα επί θυέλλης θα τον έφερνε εδώ και εκεί», φαινόμενο «δεινό ακόμη και για τους αθανάτους θεούς».(Θεογονία, 740-744).
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι η Γαία είναι εις πρώτο επίπεδο ο πλανήτης Γή και εις δεύτερο, ως ζεύγος με τον γεννηθέντα απ’αυτή «ίσο της αστερόντα» Ουρανό, όλο το σύμπαν μας.Ο Τάρταρος δε, αφού δεν γεννήθηκε από την Γαία και αρχίζει κάτωθεν των ριζών της-ήτοι πέραν των περάτων του κοσμικού ζεύγους Γαίας-Ουρανού-εις τεράστια απόσταση από την Γαία-πλανήτη Γή1, δεν είναι μέρος του σύμπαντός μας, αλλά ένα άλλο, ξεχωριστό σύμπαν ή σύστημα πραγματικότητος, το οποίο μπορούμε να αποκαλούμε υποσύμπαν.Είναι δε ένας ζοφερός και τρομακτικός κόσμος, δεινός ακόμη και για τους θεούς, αλλά συνδέεται με το σύμπαν μας μέσω διαφόρων κοσμικών διαύλων.Ενας δε, η περισσότεροι, εξ αυτών των διαύλων, απολήγουν στα έγκατα του πλανήτη μας, και ακριβώς δια τούτο ο Τάρταρος συσχετίζεται συχνά με αυτά.Πάντως, μόνο υπερφυσικά όντα, αγαθά ή μοχθηρά, μπορούν να χρησιμοποιούν αυτούς τους κοσμικούς διαύλους, ή να μεταφέρουν φυσικά όντα διαμέσου αυτών.
Το ότι λοιπόν η Κάμπη ήταν τέκνο του Ταρτάρου και της Γαίας σημαίνει ότι ήταν ένα όν από τον Τάρταρο-υποσύμπαν που ερχόταν συχνά στο σύμπαν μας, κυρίως μέσω των Ταρταρείων διαύλων που απολήγουν στα έγκατα του πλανήτη Γή, από τα οποία ανερχόταν στην επιφάνεια αυτού.Προφανώς δε, ήταν μία εκ των μοχθηρών υπερφυσικών αρχηγών του ερπετοειδούς συνασπισμού, πιθανότατα δεύτερη στην ιεραρχία του μετά τον ίδιον τον Σατανά.Αλλά αν και πανίσχυρη, δεν ήταν αθάνατη, αλλά θνητή Νύμφη, ήτοι υλο-ενεργειανός δάιμων που μπορούσε με κάποιον τρόπο να πεθάνη.
Συνδυάζοντας δε την καταγωγή της ερπετοειδούς Κάμπης από τον Τάρταρο-υποσύμπαν με τα αναφερόμενα από τον Κολλίερ ότι «οι δρακοντοειδείς ήλθαν στο σύμπαν μας από ένα άλλο, ξεχωριστό σύμπαν ή σύστημα πραγματικότητος», φερθέντες «από κάποιον, εν πλήρη υλική υποστάσει» και «εκδιωχθέντες από κάποιον άλλον τόπο» συμπεραίνουμε ότι αυτό το άλλο σύμπαν από το οποίο ήλθαν οι δρακοντοειδείς είναι ο Τάρταρος-υποσύμπαν.Και προφανώς,αυτός ο «κάποιος» που τους έφερε στο σύμπαν μας και τους είπε ότι «ήταν δικό τους, για να το εξουσιάζουν» ηταν ο ίδιος ο Σατανάς, ο οποίος, ως άρχων του σκότους, έχει έδρα του τον ζοφερό Τάρταρο-υποσύμπαν.
Η μορφή δε της Κάμπης, όπως την περιγράφει ο Νόννος, συνδέεται στενά με τους δρακοντοειδείς: Το φολιδωτό δέρμα, τα γαμψά νύχια, οι πτέρυγες και οι φλογεροί οφθαλμοί είναι χαρακτηριστικά και των δρακοντοειδών, οι «ιοβόλες δρακόντειες πλεξίδες» της Κάμπης υποδηλώνουν ότι είχε δρακοντοειδές πρόσωπο, καθώς και την ολέθρια δράση των δρακοντοειδών και άλλων ερπετοειδών ορδών, και τα χίλια αλλοφυή ερπετά» που αναδύονταν από τους ταρσούς της, «εξεμώντας ως μακριά το δηλητήριό τους» υποδηλώνουν ότι είχε δρακοντοειδή πόδια, καθώς και το μέγα πλήθος και την ολέθρια δράση των δρακοντοειδών και άλλων ερπετοειδών ορδών.Η μορφή δε «διφυούς νύμφης» που είχε η Καμπη στο μέσον του σώματός της υποδηλώνει το ανθρωποειδές σχήμα των δρακοντοειδών, ενώ οι πολυδιάσπαρτες παλάμες της υποδηλώνουν επίσης το μέγα πλήθος των ερπετοειδών ορδών.Προφανώς δε, η Κάμπη ήταν στην αυθεντική μορφή της μία γιγάντια δρακοντοειδής υλο-ενεργειακής υφής, αλλά μπορούσε να μεταμορφώνεται, λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων και πολυσωματικές υβριδικές μορφές ανάλογες αυτής που περιγράφει ο Νόννος (σίγουρα με αρκετή υπερβολή).
Οι δίνες «στην χθόνα, τον αέρα και τον βυθό της θαλάσσης», οι λαίλαπες και οι θύελλες που προκαλούσε η Κάμπη καθώς πετούσε υποδηλώνουν την ορμητική κίνηση των αερο-διαστημικών σκαφών των ερπετοειδών (πολλά εκ των οποίων μπορούν να κινούνται και εντός του ύδατος), αλλά και τις μηχανές ελέγχου καιρού που χρησιμοποιούν αυτοί ως όπλα.2Ειδικότερα δε οι δίνες υποδηλώνουν και τις χωρο-χρονικές δίνες-πύλες (φυσικές ή τεχνητές) δια των οποίων μετακινούνται οι ερπετοειδείς στο σύμπαν.
Η συμμαχία της Κάμπης με τον Κρόνο δείχνει σαφώς ότι, αφού αυτός ανέτρεψε τον Ουρανό- αποστάτησε, δηλαδή, από την ουράνια εξουσία του Υπερτάτου Θεού-συμμάχησε με τον ερπετοειδή συνασπισμό για να στερεώση την εξουσία του επί του σύμπαντος.Στα πλαίσια δε αυτής της συμμαχίας, η αρχιδράκαινα Κάμπη διετήρησε φυλακισμένους στον Τάρταρο-υποσύμπαν τους πανισχύρους Κύκλωπες και Εκατόγχειρες, οι οποίοι είχαν φυλακισθεί από πρίν από το Ουρανό: Οι πρώτοι, ο Βρόντης, ο Στερόπης και ο Άργης είχαν τεράστιες επιστημονικές/τεχνολογικές γνώσεις και ήλεγχαν την βροντή, την αστραπή και τον κεραυνό3-ήτοι εις πρώτο επίπεδο τα ομώνυμα καιρικά φαινόμενα, εις δεύτερο την ηλεκτρομαγνητική δύναμη και εις τρίτο μία πολύ ισχυρότερη κοσμική δύναμη (πιθανώς τον αιθέρα)-και οι δεύτεροι, ο Κόττος, ο Βριάρεως και ο Γύης, είχαν ασύλληπτη υλο-ενεργειακή ισχύ, φοβερή ακόμη και για τους άλλους αθανάτους.Η φυλάκισίς τους δε από τον Ουρανό στον Τάρταρο σημαίνει ότι είχαν εκπέσει για κάποιον λόγο-ίσως από αλαζονεία-από τον συνασπισμό του Υπερτάτου Θεού και είχαν ριφθεί πρός τιμωρία τους στον Τάρταρο-υποσύμπαν.
Αφού όμως ο Ζεύς επαναστάτησε κατά του Κρόνου και πολέμησε εναντίον του επί δέκα έτη (πιθανώς αυτός ο χρόνος είναι συμβολικός), συγχώρεσε τους Κύκλωπες και Εκατόγχειρες-σίγουρα καθ'υπόδειξη του Υπερτάτου Θεού-και εκστράτευσε με ισχυρές δυνάμεις στον Τάρταρο-υποσύμπαν για να τους απελευθερώση.Εκεί λοιπόν συνέτριψε τους δρακοντοειδείς και φόνευσε την Κάμπη, και αφού απελευθέρωσε τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες, τους επανέφερε στο σύμπαν μας και συμμάχησε μαζί τους.Και έπειτα, αφού οι Κύκλωπες έδωσαν στον Δία την βροντή, την αστραπή και τον κεραυνό-του μετεβίβασαν, δηλαδή, τον έλεγχο αυτών των δυνάμεων-και κατεσκεύασαν δύο πανίσχυρα κοσμικά όπλα για τους αδελφούς του, την τρίαινα για τον Ποσειδώνα και την κυνή (=περικεφαλαία) για τον Πλούτωνα (η οποία τον καθιστούσε αόρατο), οι Κρονίδες επιτέθηκαν, μαζί με τους νέους συμμάχους τους, στους αποστάτες Τιτάνες και τους συνέτριψαν ολοσχερώς.Ούτως, οι Κρονίδες κυριάρχησαν στο σύμπαν, ως όργανα του Υπερτάτου Θεού, ενώ οι αποστάτες Τιτάνες ρίφθηκαν στον ζοφερό Τάρταρο-υποσύμπαν.4
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.Εάν θέσουμε την αναφορά του Ησιόδου ότι «εννέα νύκτες και ημέρες πέφτοντας ένα χάλκινο αμόνι από τον ουρανό την δεκάτη θα έφθανε στην γαία» και «εννέα πάλι νύκτες και ημέρες πέφτοντας ένα χάλκινο αμόνι από την γαία την δεκάτη θα έφθανε στον Τάρταρο» στην φυσική εξίσωση S=1/2 gt2 (S=διάστημα-g=επιτάχυνσις βαρύτητος, με μέση τιμή 9,8 m/sec-t=χρόνος), η οποία περιγράφει την απόσταση που διανύει ένα πίπτον σώμα, έχουμε: S=1/2 x 9,8 x (24 x 9 x3.600)2=2.962.842.624.000 μέτρα, ήτοι 2.962.842.624 χιλιόμετρα.Αφού λοιπόν αυτή απόστασις είναι πολύ μεγαλύτερη της ακτίνος του πλανήτη μας, είναι προφανές ότι ο Τάρταρος δεν ευρίσκεται εντός αυτού.Πάντως, αυτή η απόστασις δεν είναι κυριολεκτική, αλλά συμβολική, καθώς ο Ησίοδος χρησιμοποιεί τις «εννέα νύκτες και ημέρες» τόσο πρός υποδήλωση της αχανούς αποστάσεως του πλανήτη μας από τον εξωσυμπαντικό Τάρταρο, όσο και λόγω της ιερότητος του αριθμού εννέα.
2.Τούτο αναφέρεται ρητώς από τον Καστέλλο, στην ανωτέρω συνέντευξή του: «Ο πόλέμος (μεταξύ των μοχθηρών/ερπετοειδών και των αγαθών/ανθρωπομόρφων αλλοειδών) έχει ήδη αρχίσει.Ως αρχή του, (οι ερπετοειδείς) χρησιμοποιούν μηχανές ελέγχου καιρού δια των οποίων μπορούν να παραλύσουν μία πόλη εντός μερικών ωρών: Δια καταιγίδων, πλημμυρών και ξηρασίας-δι’αυτών των λίγων πραγμάτων-μπορούν να “γονατίσουν” ταχέως οποιαδήποτε χώρα».
3.To όνομα Βρόντης σημαίνει «ο βροντών», δηλώνοντας την βροντή, το όνομα Στερόπης «ο αστράπτων», δηλώνοντας την αστραπή, και το όνομα Άργης «λευκός, λαμπρός, απαστράπτων», υποδηλώνοντας τον κεραυνό.
4.Ησίοδος, Θεογονία, 501-506 και 666-725).Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη
I.ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΙΓΑΝΤΟΜΑΧΙΑ
Ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι μετά την Τιτανομαχία οι Ολύμπιοι θεοί αντιμετώπισαν και νίκησαν με μεγάλη δυσκολία ένα φοβερό γένος ανθρωπο-ερπετικών όντων, τους πανισχύρους Γίγαντες:
«Η Γή δε, αγανακτούσα για τους Τιτάνες, γεννά από τον Ουρανό τους Γίγαντες, ανυπερβλήτους στο μέγεθος των σωμάτων και ασυναγωνίστους στην δύναμη, οι οποίοι φαίνονταν φοβεροί στην όψη, με μακρά κόμη και γένεια κρεμάμενα εκ της κεφαλής τους, και είχαν στα πόδια τους φολίδες δρακόντων.Γεννήθηκαν δε, όπως λέγουν κάποιοι στις Φλέγρες (της Χαλκιδικής), κατ’άλλους δε, στην Παλλήνη (της Χαλκιδικής).Εξακόντιζαν δε στον ουρανό βράχους και φλεγόμενες δρύς.Υπερείχαν δε εκ πάντων αυτών ο Πορφυρίων και ο Αλκυονεύς, ο οποίος μάλιστα, εφ’όσον μαχόταν στην γή όπου είχε γεννηθεί, ήταν αθάνατος.Επίσης, αυτός άρπαξε από την Ερύθεια τις αγελάδες του Ηλίου.Είχε δοθεί δε χρησμός στους θεούς ότι ουδείς των Γιγάντων μπορούσε να φονευθή απ’αυτούς, αλλά αν συμμαχούσε μαζό τους κάποιος θνητός, εκείνοι θα πέθαιναν.Αφού δε η Γή πληροφορήθηκε τούτο, αναζητούσε ένα βότανο, για να μη μπορούν, δι’αυτού, οι Γίγαντες να φονευθούν ούτε από θνητό.Αλλά ο Ζεύς, αφού απαγόρευσε στην Ηώ, την Σελήη και τον Ήλιο να φανούν, πρόλαβε να κόψη ο ίδιος αυτός το βότανο και κάλεσε δια της Αθηνάς ως σύμμαχο τον Ηρακλή.Και εκείνος πρώτα μεν τόξευσε τον Αλκυονέα, ο οποίος όμως, όσο έπεφτε στην γή, τόσο και ανέκαμπτε.Αλλά κατόπιν συμβουλής της Αθηνάς ο Ηρακλής τον έσυρε έξωθεν της Παλλήνης.
Και εκείνος μεν πέθανε ούτως, ενώ ο Πορφυρίων όρμησε κατά την μάχη εναντίον του Ηρακλέους και της Ήρας.Αλλά ο Ζεύς του ενέβαλε πόθο για την Ήρα, η οποία, ενώ αυτός έσχιζε τα πέπλα της, θέλοντας να την βιάση, ζητούσε βοήθεια.Και αφού ο Ζεύς κεραυνοβόλησε αυτόν, ο Ηρακλής τον τόξευσε και τον φόνευσε.Όσον αφορά δε τους υπολοίπους Γίγαντες, ο Απόλλων τόξευσε τον αριστερό οφθαλμό του Εφιάλτη και ο Ηρακλής τον δεξιό.Τον Εύρυτο δε φόνευσε ο Διόνυσος δια θύρσου, τον Κλυτίο η Εκάτη δια δαδών και τον Μίμαντα ο Ήφαιστος ρίχνοντάς του μύδρους (=διάπυρα σίδερα).Η Αθηνά δε έριξε επάνω στον Εγκέλαδο, ο οποίος είχε τραπεί εις φυγή, την νήσο Σικελία και αφού έγδαρε το δέρμα του Πάλλαντος, κάλυψε δι’αυτού κατά την μάχη το ίδιο το σώμα της.Ο Πολυβώτης δε, καταδιωκόμενος δια θαλάσσης από τον Ποσειδώνα, έφθασε στην Κώ.Τότε δε, ο Ποσειδών απέσπασε ένα μέρος της νήσου, το ονομαζόμενο Νίσυρο, και το έριξε επάνω του.Ο Ερμής δε, φορώντας κατά την μάχη την κυνή του Άδη, φόνευσε τον Ιππόλυτο, η Άρτεμις τον Γρατίωνα και οι Μοίρες, μαχόμενες δια χαλκίνων ροπάλων, τον Άγριο και τον Θόωνα.Τους άλλους δε Γίγαντες φόνευσε ο Ζεύς, ρίχνοντάς τους κεραυνούς.Και όλους, ενώ πέθαιναν, τους τόξευσε ο Ηρακλής».(Βιβλιοθήκη, Α.6.1-2).
Ο Ησίοδος αναφέρει ότι οι Γίγαντες γεννήθηκαν από το αίμα του Ουρανού που χύθηκε στην Γαία όταν ο Κρόνος απέκοψε τα αιδοία αυτού, αλλά δεν μνημονεύει καθόλου την Γιγαντομαχία (όπως είναι γνωστή η σύγκρουσις των Ολυμπίων θεών με τους Γίγαντες:
«Και αυτά (τα αιδοία του Ουρανού) δεν έφυγαν μάταια από το χέρι (του Κρόνου).
Διότι όσες αιμάτινες σταγόνες χύθηκαν τις δέχθηκε όλες η Γαία.
Και κατά το κυκλικό πέρασμα των ενιαυτών (=μακρών χρονικών περιόδων) γέννησε τις κρατερές (=κραταιές) Ερινύες, τους μεγάλους Γίγαντες
-οι οποίοι έλαμπαν στα όπλα τους, μακρά δόρατα έχοντας στα χέρια τους-
και τις Νύμφες που Μελίες ονομάζουν στην άπειρη γαία».(Θεογονία, 182-187).
Ο Έλλην ποιητής του 3ου αιώνος π.Χ. Απολλώνιος ο Ρόδιος αναφέρει ότι ο Μίμας φονεύθηκε όχι από τον Ήφαιστο, αλλά από τον Άρη (Αργοναυτκά, Γ.1226).Τούτο συμφωνεί με μία Αθηναϊκή αγγειογραφία της Κλασσικής εποχής, στην οποία όμως ο Μίμας αναφέρεται ως Μίμων και απεικονίζεται όχι ως ημιερπετοειδής, αλλά ως ανθρωπόμορφος οπλίτης.
Ο Έλλην ιστορικός του 1ου αιώνος π.Χ. Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι κατά τους Αιγυπτίους ο Ηρακλής που πολέμησε στην Γιγαντομαχία δεν ήταν ο υιός του Διός και της Αλκμήνης (ο οποίος είναι γνωστός ως Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής), αλλά ένας άλλος, πολύ αρχαιότερος Ηρακλής: «Διότι, καθώς ομολογούν όλοι ότι ο Ηρακλής αγωνίσθηκε μαζί με τους Ολυμπίους θεούς κατά τον πόλεμό τους εναντίον των γιγάντων, λέγουν (οι Αιγύπτιοι) ότι ουδόλως αρμόζει στην γή να έχει γεννήσει τους γίγαντες κατά την εποχή που λέγουν οι Έλληνες ότι γεννήθηκε ο Ηρακλής, μία γενεά, δηλαδή, πρό των Τρωϊκών (του Τρωϊκού πολέμου), αλλά μάλλον, όπως λέγουν αυτοί, κατά την εποχή της γενέσεως των ανθρώπων.Διότι απ’εκείνη έως σήμερα οι Αιγύπτιοι μετρούν περισσότερα από 10.000 έτη, ενώ από τα Τρωϊκά λιγότερα από 1.200…».(Βιβλιοθήκη Ιστορική, Α.24).Τούτο είναι αδιαμφισβητήτως ορθό, αφού η Γιγαντομαχία διεξήχθη λίγο μετά την Τιτανομαχία-η οποία ήταν πολύ αρχαιότερη του Τρωϊκού πολέμου-ενώ ο Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής φόνευσε δύο τερατώδη τέκνα του μεταγενεστέρου της Γιγαντομαχίας Τυφώνος, την Λερναία Ύδρα και τον Όρθο. Προφανώς δε, ο Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής ήταν μετενσάρκωση του αρχαιότερου Ηρακλέους, και ακριβώς δια τούτο τους συγχέουν οι Ελληνικοί μύθοι.
Ο Έλλην γεωγράφος και ιστορικός των 1ου π.Χ-1ου μ.Χ αιώνων Στράβων αναφέρει ότι κατά κάποιους (προφανώς, κυρίως κατοίκους της Ιταλίας) η Γιγαντομαχία διεξήχθη όχι στην Χαλκιδική, αλλά στην Φλέγρα της Καμπανίας της Ιταλίας, στην περιοχή της μετέπειτα πόλεως Κύμης.(Γεωγραφικά, Ε.5.4.4-5.4.6-ΣΤ.3.5).Κατ’αυτή δε την εκδοχή, κάποιοι Γίγαντες διεσώθησαν στην νοτιοανατολική Ιταλία, στην περιοχή της μετέπειτα μικρής πόλεως Λευκά: «Είναι και αυτή (τα Λευκά) πολίχνη, όπου δείχνεται πηγή δυσώδους ύδατος.Μυθολογούν δε ότι τους Γίγαντες που επέζησαν στην Φλέγρα της Καμπανίας, οι οποίοι ονομάζονταν Λευτέρνιοι, τους εξεδίωξε ο Ηρακλής, και κατέφυγαν εκεί, όπου καλύφθηκαν από την γή.Εκ των ιχώρων τους δε έχει τέτοιο ρεύμα η εν λόγω πηγή.Και δια τούτο ονομάζουν αυτή την παραλία Λευτερνία…». (Στράβων, Γεωγραφικά, ΣΤ.3.5).
Επίσης, ο Στράβων αναφέρει-κατά την κρατούσα, Χαλκιδική εκδοχή της Γιγαντομαχίας-ότι κάποιοι Γίγαντες διέφυγαν στην Μύκονο, αλλά εξοντώθηκαν και αυτοί από τον Ηρακλή: «Η Μύκονος δε είναι αυτή υπό την οποία μυθολογούν ότι κείνται οι ύστατοι των Γιγάντων, οι οποίοι εξοντώθηκαν από τον Ηρακλή…». (Γεωγραφικά, Ι.5.9).
Επίσης, ο Στράβων αναφέρει για τον Πολυβώτη τα ίδια με τον Απολλόδωρο: «Λέγουν δε ότι η Νίσυρος είναι αποσπασθέν μέρος της Κώ, προσθέτοντας και τον μύθο ότι ο Ποσειδών, καταδιώκοντας έναν εκ των Γιγάντων, τον Πολυβώτη, απέσπασε δια της τρίαινάς του ένα τεμάχιο της Κώ και το έριξε επάνω αυτόν.Και το βληθέν έγινε η Νίσυρος, η οποία έχει κείμενο κάτωθέν της αυτόν τον γίγαντα. Κάποιοι όμως λέγουν ότι αυτός κείται κάτωθεν της Κώ».(Γεωγραφικά, Ι.5.16).
Ο Ρωμαίος ποιητής του 1ου αιώνος μ.Χ. Στάτιος αναφέρει ότι «όταν ο Εγκέλαδος προσπαθεί να αλλάξη πλευρό, άνωθεν του το φλογερό όρος (η Αίτνα) βροντά από τα έγκατά του και οι κορυφές του πλημμυρίζουν (από λάβα)».(Θηβαϊς, 3.594).Δηλαδή, θεωρεί ότι ο Εγκέλαδος είναι καταπλακωμένος από την Αίτνα, αλλά δεν έχει πεθάνει και προκαλεί δια των κινήσεών του τις ηφαιστειακές εκρήξεις της.Το ίδιο δε αναφέρει και ο Έλλην ποιητής του 4ου αιώνος μ.Χ. Κόϊντος Σμυρναίος, αποκαλώντας μάλιστα τον Εγκέλαδο «αθάνατο».(Τα μεθ’Όμηρον, ΙΔ.581).
Ο Έλλην μυθογράφος των 1ου-2ου αιώνων μ.Χ. Πτολεμαίος Ηφαιστίων αναφέρει ότι ο Γίγας που φονεύθηκε από τον Ηρακλή όταν επιτέθηκε στην Ήρα, δηλαδή ο Πορφυρίων, ήταν «πυρίπνοος (=είχε πύρινη αναπνοή)».(Φώτιος,.Επιτομή της Καινής Ιστορίας του Πτολεμαίου Ηφαιστίωνος, 12).
Επίσης, ο Πτολεμαίος Ηφαιστίων αναφέρει έναν Γίγαντα ονόματι Λέοντα: «Ο Ηρακλής φορούσε την δορά όχι του λέοντος του Νεμέας, αλλά του Λέοντος, ενός εκ των Γιγάντων, ο οποίος φονεύθηκε από τον Ηρακλή αφού τον προκάλεσε εις μονομαχία».(Φώτιος,.Επιτομή της Καινής Ιστορίας του Πτολεμαίου Ηφαιστίωνος, 37).Αυτός ο Γίγας ταυτίζεται με έναν λεοντοκέφαλο, και κατά τα λοιπά ανδρόμορφο, Γίγαντα που απεικονίζεται στα ανάγλυφα του βωμού της Περγάμου. Προφανώς λοιπόν, ήταν ημιλεοντόμορφος, ενώ ο Ηρακλής που φορούσε την δορά του ήταν βεβαίως όχι ο Αμφιτρυωνιάδης, αλλά ο αρχαιότερος Ηρακλής.
Επίσης, ο Πτολεμαίος Ηφαιστίων αναφέρει έναν Γίγαντα ονόματι Δάμυσο: «Εκείνος (ο κένταυρος Χείρων) ξέθαψε το σώμα του Γίγαντος Δαμύσου, το οποίο έκειτο στην Παλλήνη (ο Δάμυσος ήταν ο ταχύτερος εξ όλων των Γιγάντων), και αφαίρεσε τον αστράγαλό του, τον οποίον προσάρμοσε και ενσωμάτωσε δια φαρμάκων στο (αριστερό) πόδι του Αχιλλέως…».(Φώτιος,.Επiτομή της Καινής Ιστορίας του Πτολεμαίου Ηφαιστίωνος, 45).
Ο Ρωμαίος μυθογράφος του 2ου αιώνος μ.Χ. Υγίνος αναφέρει ότι η Γαία γέννησε τους Γίγαντες όχι από τον Ουρανό, αλλά με τον Τάρταρο: «Από την Γαία και τον Τάρταρο γεννήθηκαν οι Γίγαντες: Ο Εγκέλαδος, ο Κοίος, ο Ελέντης, ο Μόρφιος, ο Αστραίος, ο Πέλωρος, ο Πάλλας, ο Έμφυτος, ο Ροίκος, ο Ιένιος, ο Άγριος, ο Αλέμων, ο Εφιάλτης, ο Εύρυτος, ο Εφφρακόρδων, ο Θεομίσης, ο Θεοδάμας, ο Ώτος, ο Τυφών, ο Πολυβώτης, ο Μεεφριάρος, ο Άβησος, ο Κολοφώνος και ο Ιαπετός».(Μύθοι, Προοίμιο).Πάντως, αυτός ο κατάλογος των 24 Γιγάντων είναι λανθασμένος ως πρός πέντε ονόματα: Ο Κοίος και ο Ιαπετός είναι Τιτάνες και ο Αστραίος υιός του Τιτάνος Κριού και της Ευρύβιας, θυγατρός του Πόντου, ο Ώτος ήταν μεν γίγας, αλλά υιός του Ποσειδώνος και της Ιφιμέδειας, και ο Τυφών είναι μεν γίγας και υιός του Ταρτάρου και της Γαίας, αλλά δεν ανήκει στους Φλεγραίους (ή Παλληνίους) Γίγαντες.
Επίσης, ο Υγίνος αναφέρει ότι κατά κάποιους η Γιγαντομαχία συνδέεται με τον αστερισμό του Δράκοντος: «Κάποιοι δε λέγουν ότι αυτός ο δράκων (ο αστερισμός του Δράκοντος) ρίφθηκε από τους Γίγαντες κατά της Αθηνάς, όταν αυτή μαχόταν εναντίον τους.Αλλά η Αθηνά άρπαξε τον περιελισσόμενο δράκοντα, τον εκσφενδόνισε στα άστρα και τον τοποθέτησε ακριβώς στον πόλο του ουρανό.Ούτως, μέχρι και σήμερα αυτός φαίνεται με το σώμα του περιελιγμένο, σαν να έχη μόλις μεταφερθεί στα άστρα».(Αστρονομικά, 2.3).
Ο Νόννος αποκαλεί τους Γίγαντες «δρακοντοκόμους» (Διονυσιακά, Α.18-ΚΕ.87) ή «εχιδνοκόμους» (Διονυσιακά, ΜΗ.49)-ότι, δηλαδή, αντί μαλλιών είχαν σπείρες οφιοειδών δρακόντων-«Γηγενείς (=γεννημένους από την γή)» (Διονυσιακά, ΚΕ.92-ΜΗ.32), «ελισσόμενο λαό της γής» (Διονυσιακά, ΚΕ.93) και «οφιώδεις υιούς της γής» (Διονυσιακά, ΚΕ.206).Επίσης, αναφέρει ότι οι Γίγαντες είχαν συνολικά «διακόσια χέρια»-ήσαν, δηλαδή, συνολικά εκατό-και «πίεζαν δια των πολυλαίμων κεφαλών τους τον αστερόεντα κύκλο (τον ουράνιο θόλο)» (Διονυσιακά, ΚΕ.93-94), και ότι εκατέρωθεν των ώμων τους «εξορμούσαν ύδρες, πολύ μεγαλύτερες της Ιναχίας ύδρας (της Λερναίας Ύδρας)», οι οποίες «σύριζαν ακατάπαυστα στον αιθέρα, στην γειτονιά των άστρων».(Διονυσιακά, ΚΕ.207-210).Κατανομάζει δε άλλον έναν Γίγαντα, τον Χθόνιο (Διονυσιακά, ΜΗ.21), ενώ αναφέρει τον Πέλωρο ως Πελωρέα (Διονυσιακά, ΜΗ.39).
Στο Βυζαντινό Λεξικό του Σουίδα (το οποίο γράφθηκε κατά τον 10ο αιώνα και βασίζεται κυρίως εις αρχαίες Ελληνικές πηγές) αναφέρεται άλλος ένας Γίγας, ο Αρισταίος: «Αρισταίος: Ένας εκ των Γιγάντων, ο οποίος διεσώθη (από την Γιγαντομαχία)…Λέγουν ότι διεσώθη (από την Γιγαντομαχία) μόνο ο Γίγας Αρισταίος, στο όρος της Σικελίας που ονομάζεται Αίτνα.Και ούτε ουράνιο πύρ ήλθε εναντίον του, ούτε τον πιέζει η Αίτνα»…«Αιτναίος κάνθαρος (είδος σκαθαριού): O μέγας.Διότι και το όρος (Αίτνα) είναι μέγα.Λέγουν ότι διεσώθη (από την Γιγαντομαχία) μόνο ο Γίγας Αρισταίος, και ούτε ουρανιο πύρ ήλθε εναντίον του, ούτε τον πιέζει η Αίτνα».Εξ αυτών των λημμάτων υποδηλώνεται ότι ο Αρισταίος διεσώθη μεταμορφωθείς από την Γαία εις Αίτναίο κάνθαρο.
Από την προαναφερθείσα Αθηναϊκή αγγειογραφία μαθαίνουμε άλλον έναν Γίγαντα, τον Φοίτιο, ενώ από άλλες τρείς Αθηναϊκές αγγειογραφίες της Κλασσικής εποχής μαθαίνουμε άλλους επτά Γίγαντες: Τον Παγκράτη, τον Ουρανίωνα, τον Εύφορβο, τον Εύβοιο, τον Υπέρβιο, τον Αγασθένη και τον Ευρύαλο.Πάντως, εις αυτά τα αγγεία οι Γίγαντες απεικονίζονται όχι ως ημιερπετοειδείς, αλλά ως ανθρωπόμορφοι οπλίτες.Το ίδιο δε συμβαίνει και εις όλες τις άλλες ευρεθείσες αγγειογραφίες Φλεγραίων Γιγάντων.
Από τα ανάγλυφα του βωμού της Περγάμου μαθαίνουμε τι εννοούσε ο Απολλόδωρος λέγοντας ότι οι Γίγαντες είχαν στα πόδια τους φολίδες δρακόντων: Εις αυτά λοιπόν, με εξαίρεση τον Λέοντα, οι Γίγαντες απεικονίζονται ως ανδρόμορφοι μέχρι και τους γλουτούς, αλλά με δύο σπείρες οφιοειδών δρακόντων αντί ποδιών (http://www.google.gr/search?q=altar+of+ ... 80&bih=836).Στα μωσαϊκά δε μίας Σικελικής έπαυλης του 4ου αιώνος μ.Χ. οι Γίγαντες απεικονίζονται ελαφρώς διαφορετικά: Είναι ανδρόμορφοι μέχρι και τα γόνατα και κάτωθεν αυτών έχουν δύο σπείρες όφεων (http://www.theoi.com/Gigante/Gigantes.html).
0 Σχόλια: