Η πρώτη νύχτα της πανσελήνου του Ιουλίου στην Αθήνα Οι φίλοι μου και εγώ μαζευτήκαμε στη γνωστή μας ταβέρνα με σχέδια για τη θέαση της πανσελήνου από την Ακρόπολη ενώ, θα απολαμβάναμε την κλασσική μουσική που παιζόταν από την Αθηναϊκή μπάντα. Ένας παράξενος νέος μπήκε τότε στη ταβέρνα. Φορούσε σαντάλια, κοντή τουνίκα και μια χειροποίητη μάλλινη τσάντα. Τα γένια και τα μαλλιά του ήταν μακριά και ξανθά. Έμοιαζε σαν να βγήκε από τη Βίβλο, σαν μια σύγχρονη έκδοση του Ιωάννη του Βαπτιστή. Ο Μάικ ένας Άγγλος ζωγράφος που είχε στούντιο στη περιοχή είπε πως είχε δει τον παράξενο τύπο πολλές φορές. Είχε την εντύπωση πως έμενε σε μια από τις σπηλιές του λόφου του Φιλοπάππου, κοντά στην Ακρόπολη. Ο νεαρός άντρας φαινότανε μουγκός. Δεν μιλούσε και με χειρονομίες προς την Άννα την ιδιοκτήτρια της ταβέρνας της είπε πως πεινούσε. Αυτή του έδωσε ένα σουβλάκι και μετά αυτός έφυγε. Αλλά εμείς ήμασταν περίεργοι. Αναρωτιόμασταν από πού ήρθε και πως ζούσε. Ήταν ξεκάθαρο πως δεν ήταν Έλληνας. Αλλά ποιος ήταν; Δεύτερη νύχτα της πανσελήνου του Ιουλίου. Η Άννα Μπριτ, Νορβηγίδα, φοιτήτρια της κλασσικής ιστορίας, ο Βέσα ένας Φιλανδός αρχιτέκτονας, η Λένα μια Δανή που σπούδαζε Ελληνικά και εγώ ένας συγγραφέας από τον Καναδά, αποφασίσαμε για πικ-νικ στου Φιλοπάππου, για να γιορτάσουνε την πανσέληνο. Ο λόφος είναι απέναντι από την Ακρόπολη. Το μονοπάτι οδηγεί μέσα από το αλσύλλιο με τα πεύκα στη κορυφή του λόφου όπου υπάρχει το εντυπωσιακό μνημείο του Φιλοπάππου, του πρίγκιπα από τη Συρία που εξορίστηκε από τους Ρωμαίους στην Αθήνα και πέθανε το 116 μ.Χ. Από τη κορυφή του λόφου του Φιλοπάππου βλέπαμε τον Παρθενώνα φωτισμένο από μεγάλους προβολείς. Στον λαμπερό γεμάτο άστρα ουρανό, το όμορφο φεγγάρι έλουζε με τις ακτίνες του την πλαγιά με ένα απαλό ασημί-γαλάζιο φως. Καθίσαμε στη βάση του μνημείου και μοιραστήκαμε τα καλούδια μας : ένα μπουκάλι κρασί, λίγο μπράντυ, μερικά κράκερς, τυρί και ελιές. Ξαφνικά από το πουθενά σαν φάντασμα εμφανίστηκε ο παράξενος νεαρός άντρας που είδαμε στη ταβέρνα να στέκεται μπροστά μας, Μείναμε άφωνοι καθώς η εμφάνισή του ήταν τόσο ξαφνική και παράξενη. Αλλά επειδή μας έτρωγε η περιέργεια γι’ αυτόν τον προσκαλέσαμε να μοιραστεί το φαγητό και το ποτό μας. Αρνήθηκε το φαγητό αλλά άρπαξε το μπουκάλι με το μπράντυ από το χέρι του Βέσα και το ήπιε. Ότι έμεινε μαζί με το μπουκάλι το έσπασε πάνω στα βράχια. Εμείς είχαμε μείνει άναυδοι από αυτή την αγενή πράξη. Τότε έβγαλε ένα μπουκάλι ούζο από τη τσάντα του και το πρόσφερε στο Βέσα. Ο Βέσα ο οποίος έπινε μπράντυ, αρνήθηκε. Εγώ έπινα κρασί και αρνήθηκα επίσης. Η Λένα ήταν έγκυος και δεν έπινε. Από ευγένεια η Άννα Μπριτ πήρε δύο ρουφηξιές και γύρισε το μπουκάλι. Από πού ερχόταν; Πως ζούσε; Θέλαμε να μάθουμε γι’ αυτόν και έτσι τον προσκαλέσαμε να κάτσει μαζί μας. Έκατσε χωρίς να μιλά αλλά όπως φαινόταν ακούγοντας τα πάντα που λέγαμε γι’ αυτόν. Μετά από λίγο αρχίσαμε να υποψιαζόμαστε την παράξενη σιωπή του και αναρωτιόμασταν αν ανήκε σε κάποια παράξενη λατρεία και είχε πάρει όρκο σιωπής. Η Άννα Μπριτ ήπιε λίγο ούζο ακόμα και προσπάθησε να πιάσει κουβέντα μαζί του. Αυτός δεν έλεγε τίποτε και περιστασιακά χαμογελούσε με χλευαστικό τρόπο, γελούσε με μας. Η συμπεριφορά του ήταν αγενής. Αρχίσαμε να αισθανόμαστε πολύ άσχημα με την παρουσία του. Αποφάσισα να τον προκαλέσω σχετικά με την ανικανότητά του να μιλήσει. Ήξερε ακριβώς τι έλεγα και γελούσε. Η Άννα Μπριτ άρχισε να αισθάνεται ζαλάδα και αποφάσισε να ξαπλώσει πάν στο μάρμαρο. Αυτός το βρήκε πολύ διασκεδαστικό. Οι υποψίες μας μεγάλωσαν. Αισθανόμασταν ανησυχία και θέλαμε να φύγει. Είχαμε μείνει μόνοι στον λόφο με τον παράξενο τύπο. Η Άννα Μπριτ έλεγε πως αισθανόταν ναυτία. Δεν μπορούσε να κουνηθεί. «Τι είχε το ούζο;» ρώτησε τον νεαρό άντρα. Αυτός γελούσε σαν μανιακός και όπως εμφανίσθηκε ξαφνικά έτσι εξαφανίσθηκε σαν φάντασμα. Έκανε ένα πουφ … και χάθηκε! Εξαφανίστηκε στον αέρα. Η Άννα Μπριτ προσπαθούσε να κινηθεί αλλά τα άκρα της είχαν παραλύσει και άρχισε να ξερνάει βίαια. Είχε τις αισθήσεις της αλλά τώρα ξέραμε πως υπήρχε κάτι στο ούζο. Έτρεξα για βοήθεια. Στα μισά του δρόμου συνάντησα δύο Έλληνες και εξήγησα τι είχε συμβεί. Τρέξαμε στο λόφο. Προσπάθησαν να βοηθήσουν τον Βέσα να σηκώσει την Άννα Μπριτ. Αυτή έκλαιγε και ξερνούσε κάθε φορά που την μετακινούσαν αλλά ήταν ένα νεκρό βάρος. Αφού κατεβήκαμε από το λόφο ένας από τους Έλληνες έτρεξε να βρει τηλέφωνο για να καλέσει ασθενοφόρο. Είμαστε ευγνώμονες για τη βοήθειά τους. Χωρίς αυτούς δεν θα κατεβάζαμε την Άννα Μπριτ από το λόφο. Το ασθενοφόρο έφτασε αλλά οι οδηγοί δεν ήξεραν τι να κάνουν. Ο Βέσα και ο ένας Έλληνας τους έλεγαν τι να κάνουν. «Ρίξτε μα κουβέρτα. Έχει πάθει σοκ» (Η Άννα Μπριτ έτρεμε παρ’ όλο που η νύχτα ήταν ζεστή). Ρωτήσαμε αν είχαν εξοπλισμό για πλύση στομάχου. Δεν είχαν και μας βάλανε όλους μαζί στο μικρό ασθενοφόρο και τραβήξαμε προς άγνωστη κατεύθυνση. Φτάσαμε στο νοσοκομείο αλλά δεν ξέραμε σε ποιο. Κανείς δεν μιλούσε Αγγλικά και ακόμα και με τα στοιχειώδη Ελληνικά μας δεν μας έδιναν άμεσες απαντήσεις. Ήμασταν στα επείγοντα περιστατικά. Υπήρχαν νοσοκόμες που έπιναν καφέ και κάπνιζαν. Κανείς δεν ήρθε να μας βοηθήσει. Τελικά ήρθε ένας γιατρός. Είχαμε τρελαθεί επειδή η Άννα Μπριτ ήταν σε σοβαρή κατάσταση. Εξηγήσαμε στο γιατρό τι είχε συμβεί. Μπορούσε να γίνει πλύση στομάχου; Προφανώς είχε πιει κάτι τοξικό και έπρεπε να το βγάλει από τον οργανισμό της. Ο γιατρός είπε απλά : «’Εχουμε δυνατά ποτά στην Ελλάδα» (Αναφερόμενος στο γεγονός ότι η Άννα Μπριτ είχε πιει ούζο). Προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε ότι είχε πιει μόνο πέντε γουλιές ούζο. Ότι δεν ήταν μεθυσμένη. Ότι δεν ήμασταν «ηλίθιοι τουρίστες» αλλά φοιτητές που ζούσαν στην Αθήνα και έκαναν έρευνα και μελέτη. (Η υπόλοιπη ιστορία δεν έχει κάποιο ενδιαφέρον από άποψη παραφυσικού καθώς ο συγγραφέας της αναφοράς γράφει τις περιπέτειες που πέρασαν μέχρι να γίνει η Anna Britt καλά και να φύγουν από την Ελλάδα. Την συνέχεια μπορείτε να την βρείτε στην σελίδα http://www.bootsnall.com/articles/2004/03/a-full-moon-night-in-athens-athens-greece.html)