Γύρω στο 1860 μερικές γυναίκες πήγαν να μαζέψουν ελιές στη θέση Ασπρονέρι. Εκεί μέσα σ' ένα λάκκο με νερό ανακάλυψαν ένα παιδάκι δύο χρόνων . Αρχικά νόμισαν ότι επρόκειτο για κάποιο παιδί που είχε φύγει από την επίβλεψη της μητέρας του, οι οποίες εκείνη την εποχή αναγκάζονταν να παίρνουν τα παιδιά τους στα χωράφια. Οι γυναίκες έψαξαν να βρουν τη μητέρα του στους γειτονικούς αγρούς αλλά οι προσπάθειές τους απέβησαν άκαρπες. Και ο Σταματιάδης αναφέρει : " Όταν είδαν ότι αυτό ενήχετο ελεύθερα κατάλαβαν ότι ήτο τελώνιον ". Οι γυναίκες πήραν το παιδί στους Μανωλάτες. Αναφέρεται ότι το παιδί ήταν παχουλό, είχε γαλάζια μάτια, ρόδινα μάγουλα και πολύ μακριά νύχια. Ο τότε πολιτάρχης Μανουήλ Πλύνης δεν επέτρεψε να ζει στο χωριό τέτοιο δαιμονικό πλάσμα και διέταξε την εκτέλεσή του. Τρεις φορές ένας χωρικός προσπάθησε να το σκοτώσει με τσεκούρι αλλά δίσταζε. Τελικά μην ανεχόμενος τους σαρκασμούς των συγχωριανών του το σκότωσε με ένα πολύ δυνατό χτύπημα. Από την κοιλιά του παιδιού έτρεξε πολύ γάλα.