Θα ήθελα να μοιραστώ με τους αναγνώστες σας ένα περιστατικό που άλλαξε την ζωή μου και με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι πολλά από τα πράγματα που θεωρούσα δεδομένα στην ζωή μου, χρειαζόταν αναθεώρηση.


Καταρχήν ονομάζομαι Βασίλης Δ. και είμαι 38 ετών. Κατάγομαι από ένα χωριό της Καβάλας αλλά τα τελευταία 19 χρόνια κατοικώ μόνιμα στην πόλη της Καβάλας. Θεωρώ τον εαυτό μου έναν μέσο άνθρωπο, οικογενειάρχη, με δική μου επιχείρηση και αρκετά μεγάλη μόρφωση . Είμαι Χριστιανός από πεποίθηση και πιστεύω όχι γιατί έτσι μου είπαν να κάνω, αλλά γιατί θέλω να πιστεύω. Έχω δουλέψει πολύ όλα αυτά τα χρόνια και έχω καταφέρει να σταθώ μόνος μου στα πόδια μου αφού έμεινα ορφανός και από τους δύο γονείς,από τα 14 χρόνια μου. Όλα αυτά τα γράφω για να καταλάβετε ότι δεν είμαι κάποιος φαντασμένος που δεν έχει τι άλλο να κάνει και δημιουργεί ιστορίες από το μυαλό του απλά για να ενθουσιάσει, μιας και ποτέ δεν είχα την πολυτέλεια να ασχοληθώ με μεταφυσικά και παρόμοια θέματα.

Αυτό που θα σας περιγράψω συνέβει το καλοκαίρι του 2006 ( πριν από 4 χρόνια δηλαδή) στην περιοχή των αρχαίων Φιλίππων της Καβάλας. Στις 14 Αυγούστου περί της 10 η ώρα το βράδυ κατευθυνόμουν με το αυτοκίνητο μου στον δρόμο που ενώνει την Καβάλα με την Δράμα με κατεύθυνση την Δράμα. Τότε δεν υπήρχε ο νέος δρόμος που υπάρχει σήμερα και η διαδρομή περνούσε μέσα από τους Φιλίππους και τα υπόλοιπα χωριά. Μέσα στο αυτοκίνητο ήμουν εγώ και η σύζυγος μου. Αφού περάσαμε τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων και το χωριό Κρηνίδες, λίγο πριν να φτάσουμε στο βαπτιστήριο της αγίας Λυδίας, κατάλαβα ότι το αυτοκίνητο είχε πάθει λάστιχο. Σταματώ στην άκρη του δρόμου σε ένα πλάτωμα και βλέπω ότι όντος η δεξιά μπροστά ρόδα του αυτοκινήτου μου είχε πατήσει κάτι και είχε χάσει όλο τον αέρα της.

Το λέω στην γυναίκα μου και αρχίζω να ετοιμάζω τα εργαλεία και την ρεζέρβα για να αλλάξω το λάστιχο, ενώ η γυναίκα μου έχει βγει από το αυτοκίνητο για να καπνίσει όση ώρα θα αλλάζω εγώ το λάστιχο.

Δεν πέρασαν ούτε 5 λεπτά και ακούμε ψιθυρίσματα και γέλια μέσα από τους θάμνους που ήταν κοντά μας. Να πω ότι σε εκείνο το σημείο του δρόμου δεν υπήρχε δημόσιος φωτισμός και το λάστιχο το άλλαζα υπό το φως ενός φακού που κρατούσε η γυναίκα μου. Στην αρχή λοιπόν φοβήθηκα πως κάποιοι ήταν εκεί και η γυναίκα μου πανικοβλήθηκε αμέσως. Της είπα να μπεί στο αυτοκίνητο και να κλειδώσει έχοντας το κινητό της στο χέρι για να καλέσει της αστυνομία αν συμβεί κάτι. Εγώ πήρα στο ένα χέρι μου τον φακό και στο άλλο τον σταυρό που βιδώνουμε τα μπουλόνια των τροχών και με αργά βήματα κατευθύνθηκα προς το σημείο που ακουγόταν οι ψίθυροι. Δεν ήθελα να το παίξω ήρωας αλλά μιας και δεν μπορούσα να φύγω με 3 ρόδες, έπρεπε να δω τι συμβαίνει. Όσο πλησίαζα τόσο πιο πολύ τους άκουγα. Ξαφνικά όμως σταμάτησαν να ακούγονται και κατάλαβα ότι με έχουν αντιληφθεί. Συνέχισα να περπατώ φωτίζοντας συνέχεια την περιοχή δεξιά αριστερά και ξαφνικά πάγωσα αφού με τον φακό μου φώτισα δύο πλάσματα που καθόταν στο χώμα και με κοιτούσαν κατευθείαν στα μάτια.

Έμοιαζαν με τον αρχαίος θεό Πάνα και τους Σάτυρους στην όψη. Ήταν γυμνά από την μέση και πάνω μικρά στο μέγεθος και με πολλές τρίχες από το στήθος και κάτω, μέχρι τα πόδια. Είχαν πυκνά μακριά μαύρα μαλλιά και στο πρόσωπο θύμιζαν μικρά παιδιά αλλά είχαν και κάποιες αραιές τρίχες σαν γένια. Δεν θυμάμαι αν είχαν πόδια κατσικιού, όπως αναφέρει η μυθολογία, αλλά ήταν μάλλον κανονικά καλυμμένα με πάρα πολλές μαύρες τρίχες. Επίσης δεν είδα να είχαν κέρατα στο κεφάλι αλλά τα μαλλιά τους ήταν τόσο πυκνά που ίσως και να μην φαινόταν.

Ήταν καθισμένα και τα δύο στο χώμα, το ένα δίπλα το άλλο και με κοιτούσαν χωρίς να κάνουν καμία κίνηση. Δεν μπόρεσα όμως ούτε κι εγώ να κάνω καμία κίνηση γιατί ένοιωθα παγωμένο το αίμα στις φλέβες μου και από τον φόβο μου ο σταυρός που κρατούσα στο δεξί μου χέρι έπεσε στο χώμα. Έμεινα να κοιτώ τα πλάσματα παγωμένος. Το ένα από αυτά έκανε μία κίνηση του κεφαλιού του δεξιά – αριστερά, σαν να με ρωτούσε τι θέλω ή τι κάνω ή απλά να ήταν μία κίνηση. Δεν ήταν καθόλου επιθετική όμως. Συνεχίσαμε να κοιταζόμαστε για αρκετά λεπτά. Εμένα μου φάνηκαν πάρα πολλά γιατί περνούσαν χιλιάδες σκέψεις από το μυαλό μου εκείνη την ώρα και ο φόβος μου γινόταν όλο και μεγαλύτερος με αποτέλεσμα να αρχίσω να τρέμω και να αισθάνομαι ότι θα λιποθυμήσω. Τότε σαν να με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, όταν άκουσα την φωνή της γυναίκας μου να φωνάζει το όνομα μου και να με επαναφέρει λίγο θυμίζοντας μου ότι δεν είμαι τελείως μόνος. Τα πλάσματα ακούγοντας την γυναίκα μου να με φωνάζει έστρεψαν το βλέμμα της προς την μεριά του αυτοκινήτου και αφού σηκώθηκαν αργά το ένα μου είπε κάτι που μέσα στην ζάλη και τον φόβο μου ακούστηκε σας “ μη φοβού” ή κάτι παραπλήσιο του “φοβού”. Μου μίλησε πάντως και είμαι σίγουρος γι αυτό.

Αργά μου γύρισαν την πλάτη και αφού έκαναν μερικά βήματα χάθηκαν στο σκοτάδι που δεν είχα το κουράγιο να φωτίσω με τον φακό μου. Η γυναίκα μου συνέχισε να φωνάζει και να με βλέπει που κρατώ τον φακό ακίνητος και ήρθε προς το μέρος μου. Με βρήκε ακόμη παγωμένο, κάτασπρο και να τρέμω. Όταν την είδα ένοιωσα κάπως καλύτερα αλλά δεν μπορούσα να της μιλήσω όσο και να προσπαθούσα. Άρχισα να κλαίω από τον φόβο μου με αναφιλητά και λυγμούς. Φανταστείτε ότι ακόμη και τώρα που γράφω αυτές τις σειρές οι αναμνήσεις είναι τόσο έντονες που ανατριχιάζω. Η γυναίκα μου φοβήθηκε πολύ νομίζοντας πως κάτι έχω πάθει ή κάποιος μου έκανε κακό και πήρε κλαίγοντας στο κινητό τον αδελφό της για να ρθεί να μας βοηθήσει. Εγώ τελικά έπεσα στο έδαφος και λιποθύμησα για αρκετή ώρα μη αντέχοντας το βάρος που ένοιωθα μέσα μου. Όταν συνήλθα με είχαν μεταφέρει στο αυτοκίνητο και μου έριχναν νερό στο πρόσωπο η γυναίκα μου και ο αδελφός της.

Έκανα να μιλήσω περίπου μισή ώρα και μόνον αφού με πήραν από εκείνο το σημείο. Τους διηγήθηκα στη συνέχεια τι είχα δεί και έμειναν με το στόμα ανοιχτό. Μου είπαν μήπως δεν είδα καλά ή μήπως ήταν κάποιο ζώο ή διάφορα άλλα απίθανα πράγματα αλλά είμαι σίγουρος για το τι είδα όσο σίγουρος είμαι ότι ο ήλιος ανατέλλει από την ανατολή. Διηγήθηκα το συμβάν και σε έναν φίλο μου ακόμη αλλά και αυτός ήταν διστακτικός στο να το πιστέψει. Είμαι σίγουρος όμως πως και σ΄ εμένα αν διηγόταν κάποιος την ίδια ιστορία, θα ήμουν το ίδιο επιφυλακτικός στο να την πιστέψω.

Ελπίζω να μην σας κούρασα και να μην ήταν βαρετή η “περιπέτεια” μου. Νοιώθω ευτυχισμένος που είχα μία τέτοια εμπειρία στη ζωή μου παρόλο τον φόβο που ένοιωσα και νοιώθω ακόμη όταν περνάω από εκείνο το σημείο.

Εύχομαι καλή συνέχεια στις αναζητήσεις σας.
Βασίλης Δ. Καβάλα.
21 Σεπτεμβρίου 2010