1/ Ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ στοιχεῖα τοῦ μυστηριακοῦ δρώμενου τῆς Ὠμοφαγίας, ἐκεῖνο ποὺ θέλει τὸν θεὸ νὰ ἔχει τὴν ὑπόσταση τοῦ διαμελιζόμενου ζώου, δείχνει νὰ ἔχει γίνει εὐρύτερα ἀποδεκτὸ ἀπὸ τοὺς μελετητὲς τῆς ὈρφικοΔιονυσιακῆς λατρείας. Ὡστόσο, παρὰ τὴν ὑπεραπλουστευμένη διαπίστωση, δὲν εἶναι σπάνια μιὰ σύγχυση, ποὺ διαιωνίζεται σχεδὸν ἀντιγραφικά. Ἀρκετοὶ ὑποστηρίζουν ὅτι, οἱ ἰδιότητες τοῦ ζώου ποὺ ʽʼπερνούνʼʼ στὸν ἄνθρωπο κατὰ τὴν Ὠμοφαγία – Θεοφαγία, εἶναι σύμ-βολικές. Τὸ ἴδιο τὸ Ἱερὸ Ζῶο, ὁ ταῦρος Διόνυσος, γιὰ παράδειγμα, θεωρεῖται ὅτι πάρ-ἔχει συμβολικὴ οὐσία, ἡ ὁποία στὴν συνέχεια ἀπολήγει ʽʼσυμβολικὴ κατοχή, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μέσω τῆς βρώσης.ʼʼ Ἐπιβάλεται λοιπὸν ὁ τονισμός, ὅτι σὲ κανένα στάδιο τοῦ Δρώμενου τῆς Ὠμοφαγίας Θεοφαγίας, δὲν ὑπάρχει, δὲν ὑφίσταται, Συμβολισμός. Οὔτε θυσίας, οὔτε ἰδιοτήτων, οὔτε βεβαίως παρουσίας τοῦ θεοῦ, ʽʼμὲ τὴν συμβολικὴ μορφὴ ζώου.ʼʼ Σʼ αὐτὴν τὴν Ἀκολουθία δὲν ὑπάρχουν οὔτε Σύμβολα, οὔτε Συμβολισμοί. Ὅλα τὰ στοιχεῖα εἶναι Π ρ ό τ υ π α. Ὅλα τὰ στοιχεῖα λειτουργοῦν ἄμεσα καὶ ἀκαριαία. Ἡ ἀρχαιότερη θρησκευτικὴ ἀντίληψη δὲν πρεσβεύει ἕναν ἀφηρημένης ὑπόστασης θεό, τέτοιον μάλιστα ποὺ πάρ-οὐσία-ζεται αὐτόβουλα σὲ συμβολικὲς καταστάσεις. Αὐτὲς οἱ δοξασίες εἶναι καρπὸς ὕστερος. Ἀποτελοῦν εἰκασίες μεταγενέστερων, οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦν νὰ ἐννοήσουν μὲ κάποια σαφήνεια, τὸ ἀρχικὸ δρώμενο. Τὸ κάθε ἀρχικὸ δρώμενο. Ἀδυνατοῦν νὰ ἑρμηνεύσουν, ὅτι ʽʼὁ πρωτόγονοςʼʼ πολὺ ἁπλὰ μετέρχεται, ὑλοποιεῖ, κατεργάζεται, τὴν ἀναφερόμενη Ἲ ε ρ α τ ι κ ή Τ έ χ ν η, ἐπιτυγχάνοντας ἀποτελέσματα ἄμεσα καὶ ἁπτά. Σωματοποιεῖ, Ἀσώματα Αἴτια, ἀλλὰ ἀσφαλῶς ὄχι μὲ τὴν συνείδηση ἢ τὴν ἀπό-κλειστικὴ σύμπραξη κάποιου ἀόρατου ὑπερβατικοῦ, καὶ ʽʼἐξ ἀποκαλύψεωςʼʼ θεοῦ. Ἡ ἁπλούστατη λοιπὸν Ἀρχὴ τῆς θεϊκῆς ὠμοφαγίας, λειτουργεῖ καὶ ὡς ἑξῆς. Ἒ ν α ξ ε χ ω ρ ι σ τ ό ζ ώ ο μ έ σ α σ τ ό κ ο π ά δ ι, τὸ ὁποῖο διαφέρει ἐνίοτε στὴν σύμμετρη πολυχρωμία, στὸ παράστημα, στὶς κινήσεις, ἒ π ι λ έ γ ε τ α ι ὡς ἀντί-προσωπευτικὸ τοῦ θεοῦ. Θὰ ἦταν ἀφέλεια νὰ νομιστεῖ, ὅτι οἱ ἐπιδιδόμενοι στὴν λήψη τῆς Ὠμοφαγίας καὶ τῆς μετοχῆς στὴν ἀπορρέουσα Χάρη, ὅτι ἀπορρίπτουν τὴν ὕπαρξη τοῦ θεοῦ σὲ ὅλα τὰ ἄλλα ζῶα τοῦ κοπαδιοῦ. Ὁ θεὸς ὡς θέων χυμός, ὀπός, αἷμα τοῦ κάθε ἔμβιου, ἀλλὰ καὶ ζῶντος ὀργανισμοῦ, εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν. Πληροὶ ἔτσι ἢ ἀλλοιῶς, ὅλο τὸν φυτικὸ καὶ ζωϊκὸ Κόσμο. Ἕνας τέτοιος θεὸς εἶναι ὁ Διόνυσος. Μιὰ Ὑδάτινη Θεοφάνεια, ἀλλὰ καὶ Πυρφόρα συγχρόνως, ἀφοῦ ἀνάμεσα στὰ ἀμέτρητα ἐπίθετα, ἀποκαλεῖται Πυρίσπορος, Πύρινος, Πυριφλεγής, κ.ἅ. Ὁ κισσὸς γιὰ παράδειγμα, ποὺ θεωρεῖται ὁ ἴδιος ὁ Διόνυσος, ἕνα κατʼ ἐξοχὴν πρόσ-ὠπο τοῦ φυτολογικοῦ θεοῦ, μιὰ πολύχρηστη Θεϊκὴ Ἐπιφάνεια, φέρει ἐμφανῶς αὐτὴ τὴν διττὴ ἰδιότητα. Εἶναι ὑδρόφιλος, ὑδροχαρής, ἀλλὰ συγχρόνως ἄριστος φορέας καὶ παραγωγὸς φωτιᾶς. ʼʼἐκ κισσοῦ ἄριστα γίγνονται πυρεῖα.τάχιστα γὰρ ʼαναπνεί.ʼʼ Μὲ τὶς ἀντιθετικές του μάλιστα ἰδιότητες χρησιμοποιεῖται τόσο στὸν Γάμο, φίλερως κισσός, ὅσο καὶ στὸν Θάνατο, "υπὲρ τύμβοιο θαλεροὺς ἐκπροχέων πλοκάμους.ʼʼ 2/ Ἡ ἐκλογὴ λοιπὸν τοῦ πρότυπου θεϊκοῦ στοιχείου, κατὰ τὴν διαδικασία ὑλοποίησης τῆς Ὠμοφαγίας, - ἀφοῦ ὁ θεός, ὡς θέων ὀπός, βρίσκεται μέσα σὲ κάθε κισσό, καὶ σὲ κάθε ἐρίφιο, ἐλαφάκι, λεοπάρδαλη, ἢ ταῦρο, - εἶναι θέμα χαρακτηριστικῶν, ἀλλὰ πάνω ἀπʼ ὅλα, εἶναι θέμα Χ ώ ρ ο υ κ α ι Χ ρ ό ν ο υ. Που κι αὐτοὶ οἱ δυὸ παράγοντες ἐπηρρεάζονται ἀσφαλῶς ἀπὸ τὶς σύμμετρες σύν-θῆκες, τοῦ περιβάλλοντος. Τὴν Θερμοκρασία, τὴν τιμὴ τῆς Ὑγρασίας, τῆς Βαρύτητας, καὶ ἄλλων δευτερογενῶν ἐπιδράσεων.(π.χ.την αγνεία του ιερέως) Δὲν πρέπει νὰ διαφεύγει ὅτι ὁ Χῶρος καὶ ὁ Χρόνος δὲν εἶναι ποτὲ σταθερὰ Φαινόμενα. Ἡ Γῆ δὲν ἐπαναλαμβάνει ποτὲ μιὰν ἴδια κίνηση, ἀφοῦ ταξιδεύει μὲ κοχλιωτὴ μάλιστα φορᾶ στὸν βραχίονα τοῦ Γαλαξία. Ὁ Χῶρος λοιπὸν γίνεται ὁ ἀσφαλέστερος προμηθευτῆς τοῦ θεϊκοῦ Πρότυπου. Εἶναι ἡ ἐμπειρία τοῦ Τοπίου ποὺ ἐκμαιεύει τὸ κάθε δρώμενο. Γὶ αὐτὸ σὲ κάθε Ἑλληνικὸ Ἱερὸ διαδραματιζόταν καὶ ἕνα διαφορετικό, ἰδιόρρυθμο Ἱεροτυπικό. Πουθενὰ δὲν ἐπαναλαμβανόταν μία ἴδια Ἀκολουθία. Κισσὸς ὑπῆρχε καὶ πλησιέστερα στὴν Ἀθήνα.Ὅμως ὁ μεγαλύτερος Βάκχειος Βότρυς σείεται ἀπὸ τὶς ἐξ Ἀττικῆς μαινάδες, στὴν δικόρυφη πλάκα τῶν Δελφῶν. Ὁ Εὐριπίδης παύει νὰ γεννάει ἐρωτηματικά, ἂν ὁ Τ ό π ο ς ὅπου ἐπιτελεῖται τὸ Δρώμενο, ἑρμηνευθεῖ μὲ γνωμμονα τὶς προϋποθέσεις ποὺ προηγήθηκαν. Θὰ ἦταν ἀφελὴς ἡ πίστη, πὼς αὐτὲς οἱ Βάκχες ποὺ ἐνσυνείδητα ἐπιδίδονται στὴν λήψη τῆς Χάρης, περιορίζουν τὴν Ὠμοφαγία, σʼ ἕνα συγκεκριμμένο φυτὸ ἢ ζῶο, ἀπὸ τὰ ἀμέτρητα ποὺ ὑπάρχουν στὸν περίγυρο. Αὐτὸ τὸ ἐκλεγμένο πρότυπο μικρὸ ἔνθεο ζῶο, ἐνίοτε τὸ θηλάζουν, καὶ μετὰ τὸ διαμελίζουν. Ὥστε δὲν ὑπάρχει εἰκαστικὸ τρίπτυχο, μαινάδα – ζῶο – θεός, ἀλλὰ τὸ ἀληθινὸ δίπτυχο, Μαινάδα – Θεὸς σὲ λειτουργικὴ συνύπαρξη, καὶ ἐν συνεχείᾳ ἀφομοίωση. Μιὰ ἀφομοίωση – Ἀποθέωση. Μιὰ ἀληθινὴ σ υ γ γ έ ν ε ι α - ἒ ν σ ω μ ά τ ω σ η μὲ τὸν θεό. Ἔτσι ἡ Ὠμοφαγία γίνεται Χάρις. Ἔτσι ἡ μαινάδα εἶναι ὄντως ἔνθεη καὶ περιέρχεται σὲ Ἔκσταση καὶ Ἐνθουσιασμό. Μʼ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, Ὠμέστης καὶ Ὠμάδιος, δὲν σημαίνει ʽʼαὐτὸν ποὺ τρώει ὠμὸ κρέας,ʼʼ ἀλλὰ τό, μὲ θεϊκὴ ὑπόσταση καὶ πληρότητα ἱστάμενο ὠμό, καὶ διακείμενο ὠμὸ ζῶο. Ὠμός-ἔστη, ὠμός-διά. Στὴ συνέχεια ἡ πρόταση θὰ καταννοηθεῖ πληρέστερα. Τὰ πάντα ʽἕν, καὶ ʼεξ ʽἑνὸς πάντα ʽΗράκλειτος Κάτι ὡστόσο ποὺ χρειάζεται βελτίωση, καὶ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἀλληλουχία ἡ ὁποία προηγήθηκε, εἶναι ἡ ἄποψη, ὅτι ἡ Ὠμοφαγία ἐπιτελεῖται ʽʼκατόπιν θεϊκῆς ἐπιταγῆς.ʼʼ Δὲν ὑπάρχει καμιὰ θεϊκὴ ὑπόδειξη ἢ ἐπιταγή. Πῶς θὰ ἦταν δυνατὸν ἄλλωστε. Οἱ παρεξηγημένοι ʽʼλάτρειςʼʼ δὲν πρεσβεύουν ἀφηρημένο θεό. Περιέρχονται σὲ ἔκσταση καὶ μέθεξη ἀπὸ τὴν Ὠμοφαγία, ἢ κωμάζουν ὑπὸ τὴν ἐπήρρεια τῆς σείσης τοῦ ἀνθισμένου κωματοφόρου κισσοῦ, καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὸ ἁπλὸ μάσημα τῶν φύλλων του, ἀλλὰ πάντα κινούμενοι μέσα σὲ Ὅρια καὶ Αἴτια Κόσμου Αἰσθητοῦ. Τόσο οἱ προϋποθέσεις, ὅσο καὶ οἱ συνέπειες τοῦ δρώμενου, εἶναι ἀποκλειστικὸς καρπός, παραγωγὴ καὶ προϊὸν ἐκείνου ποὺ σήμερα ἀποκαλεῖται ʽʼλάτρης.ʼʼ Καὶ μάλιστα τῆς ἐπισυναπτόμενης ἀπὸ τὸν Ὅμηρο ἱκανότητας τοῦ ʽʼλάτρη.ʼʼ ʽʼ χαλεποὶ θεοὶ φαίνεσθαι ʼεναργείς ʽʼ(δύσκολον τὸν θεὸν ʼοφθαλμοφανώς ʼιδείν.) Ἐναπόκειται στὴν ἱκανότητα τοῦ ʽʼλάτρηʼʼ νὰ Σωματοποιήσει τὸν Ἀσώματο θεό. Τὸ Ἀσώματο Αἴτιο. Ὁ νοητὸς θεός, ἡ χρηστικὴ Οὐσία τοῦ ἀσώματου αἴτιου, μὲ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς Ἱερατικῆς Τέχνης, ὡς ἐνυπάρχων μέσα στὴν ὕλη, συμπράτων σωματοποιεῖται, στὰ ἀντιπροσωπευτικὰ φυτικὰ ἢ ζωϊκὰ Εἴδη, ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὴν Τελετουργία. Αὐτὸν τὸν μηχανισμό, αὐτὴν τὴν διαδικασία, προϋποθέτει, καὶ συνεπάγεται, ὁ ὕστερος θρησκευτικὸς λόγος : Τὰ πρῶτα Αἴτια ἀσώματα Τὰ δὲ κατὰ συμβεβηκὸς ἢ μετοχὴν τῆς σωματικῆς ὑποστάσεως, ὥστε εἶναι τὸν Κόσμον σῶμα. Ἀριστοτέλης Ὁ θέων ὀπός, σὲ θέση καὶ λειτουργία δεσπόζουσα, πληροὶ τὰ Πάντα. 3/ Ὑπερβολὴ ἐπίσης θεωρεῖται, νὰ ἐπωνομάζονται οἱ ὠμοφαγικὲς πράξεις ʽʼβάρβαρη τελετουργία.ʼʼ Πῶς ἄραγε θὰ προέκυπτε χάρις ἀπὸ μία βάρβαρη τελετουργία; Τὰ κύτταρα τοῦ κάθε φυτοῦ, δὲν παρουσιάζουν διαβαθμίσεις στὸν πόνο ὅταν κόβονται μὲ μαχαίρι, ἀπὸ τὰ ἀντίστοιχα τοῦ ζώου ποὺ θανατώνεται μὲ διαμελισμό, καὶ μὲ ʽʼπολιτισμένηʼʼ διαδικασία καταναλώνονται βρασμένα ἢ ψημμένα. Σὲ μεγαλύτερο μάλιστα βαθμὸ ἀπάνθρωπος, θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἀποκληθεῖ, ἐκεῖνος ποὺ ποικιλλότροπα καρυκεύει καὶ ποικιλλόμορφα παρασκευάζει εὔγευστα ἐδέσματα, ἀπὸ ἕνα γενικότερα ὄμαιμο Εἶδος. Αὐτὲς οἱ ἀντιλήψεις καὶ πρακτικὲς δὲν ἦταν πάντα ἔτσι ἐμπεδομένες. Εἰδικότερα ὅμως στὴν Θεοφαγία, ὁ πρότυπος θεός, εἶναι τόσο καθαρώτερος, καὶ ἁγνότερος, ὅσο σὲ πιὸ ʽʼἀρχαϊκήʼʼ κατάσταση καὶ μορφὴ βρίσκεται. Ὁρίστε γιατί ὁ Διόνυσος κομματιάζεται καὶ τρώγεται στὴν βρεφικὴ ἀνάπτυξή του. Σήμερα μιὰ τέτοια Μετάληψη – μικρῆς ἡλικίας ζῶντος ζώου – θὰ γινόταν ἐφιαλτική. Οἱ Τιτάνες καλῶς κομμάτιασαν, καὶ ἔφαγαν τὸν βρεφικὸ Διόνυσο. Τὸ ἀποτέλεσμα δὲν δηλώνει ἁπλῶς, ἀλλὰ ἀποδεικνύει πὼς μέσα στὴν Τιτανικὴ Φύση τοῦ ἀνθρώπου, συνυπάρχει αὐτόματα καὶ ἡ Οὐσία τοῦ θεοῦ. Στὸ σύγχρονο θρησκευτικὸ Τυπικό, ὁ θεός, φέρεται ὅτι ὑπεκατέστησε ἐαυτόν, μὲ τὸν Ἃ ρ τ ὁ ν καὶ Ὁ ἲ ν ὁ ν. Ὁ κάθε Ἄρτος καὶ ὁ κάθε Οἴνος ἀνάγονται μέσω τῆς θείας Τελετουργίας σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα τῆς Θεότητας. Ὁ θεὸς ἔτσι εἶναι αἱρετός, ἁλώσιμος καὶ ἀφομοιούμενος. Ἐπίλογος Τὰ πάντα ἐν καὶ ἐξ ἐνὸς πάντα. Τὰ πάντα ἐκ μονάδος προέρχεται καὶ εἰς μονάδα καταλήγει. Ἔστι δʼ ἐπί πάσι ἀρχὴ μία καὶ οὐσία. Βέβαια τὸ κάθε Θρησκευτικὸ Σύστημα, στὸ δόγμα τοῦ : τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα, ἐπαγγέλεται μιὰν ἀναντίρρητη αὐθεντικότητα τοῦ ἡμέτερου θεοῦ, ἡ ὁποία ὑποστηρίζεται καὶ ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια τῶν μυημένων σʼ αὐτὸν τὸν ἐπώνυμο θεό. Θὰ ἦταν ὅμως σφάλμα,ἡ θρησκεία τῶν πολλῶν, καὶ τῶν πολιτισμένων, ( π,χ. Χριστιανισμός, Ἰσλάμ, Βουδισμὸς ) νὰ ταξινομηθεῖ σὲ θέση ὑπέρτερης ἀποτελεσματικότητας καὶ ἐπήρρειας στὸν ἀνθρώπινο παράγοντα, ἀπʼ ὅση δύναμη καὶ ἐπήρρεια ἀπορρέουν ἀπὸ μικρότερες φυλετικὲς ἱεροπραξίες. Οἱ μάγοι – γιατροὶ τῆς κεντρικῆς Ἀφρικῆς, οἱ Σαμάνοι τῶν περιπολικῶν περιοχῶν, οἱ γραφικοὶ ἱερεῖς τοῦ Εἰρηνικοῦ Ἀρχιπελάγους, δὲν ὑπολείπονται στὴν ἱκανότητα Σωματοποίησης τοῦ ἀσώματου Θεοῦ. Καὶ αὐτοὶ ἐπιτελοῦν μία Τελετουργία, αἱματηρὴ ἢ ἀναίμακτη, μὲ τὰ ἴδια καὶ ἀσφαλῶς λιγότερο ὑστερόβουλα ἀποτελέσματα. Καὶ αὐτοὶ ἐναρμονιζόμενοι σὲ μιὰν ἐκπληκτικὴ ἀρχέγονη παρακαταθήκη, κυριολεκτικὰ ὑλοποιοῦν τὰ ἀρχικὰ ἀσώματα Αἴτια. Ὅλες τὶς ἐποχὲς τὸ ὑλικόν, τὸ ποιητικόν, τὸ εἰδικὸν καὶ τὸ τελικὸν αἴτιον, παραβρίσκονται σὲ θέση διάπλασης. Κατά την κατεργασίαυλοποίησης, μιὰ διακριτὴ ποιότητα ἀποτελέσματος, μεταξὺ Θετικοῦ – Ἀρνητικοῦ, ( Καλοῦ καὶ Κακοῦ ) ἁπλὰ εἶναι θέμα ἐπιλογῆς……