Η ανακάλυψη πως η Κρήτη ήταν η κοιτίδα του Αιγιακού πολιτισμού, ο οποίος ακτινοβολούσε στους προελληνικούς χρόνους σε όλη την Ευρώπη, «το μικρό ζυμάρι το οποίο επηρέασε ολόκληρο το άμορφο σώμα της Ευρώπης» δεν έθεσε παρόλα αυτά ένα όριο στην έρευνα ούτε έλυσε όλα τα προβλήματα. Παρόλο που έχει αποδειχθεί πως το κρητικό «ζυμάρι» υπήρχε και δούλευε κατά την Αιγυπτιακή εποχή των Δυναστειών όπως και την εποχή που οι Σουμέριοι πετύχαιναν τα πρώτα τους επιτεύγματα στην κοιλάδα του Τίγρη και του Ευφράτη, έχουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της μακρινής καταγωγής. Οι πρώτοι άποικοι της Κρήτης είχαν, όπως δείχνουν τα αρχαιολογικά αντικείμενα που έχουν βρεθεί, αποκτήσει έναν συγκριτικά μεγάλο βαθμό νεολιθικού πολιτισμού. Τα σπίτια ήταν χτισμένα από πέτρες όπως επίσης και από καλαμωτές επικαλυπτόμενες από πηλό, το θαλάσσιο εμπόριο υπήρχε, ο οψιδιανός μεταφερόταν από την Μήλο και ένα μέρος της κοινωνίας είχε υιοθετήσει τον αγροτικό τρόπο ζωής. Επιπλέον οι θρησκευτικές απόψεις ήταν ανεπτυγμένες και σταθερές και παρέμειναν έτσι μέχρι που ενώθηκαν με αυτές της Ελληνικής κληρονομιάς και σαν αποτέλεσμα έχασαν ολοκληρωτικά την ταυτότητά τους. Ο πρώτος πολιτισμός της Κνωσού έχει προσδιοριστεί περίπου το 10.000 π.Χ. σύμφωνα με τα αρχαιολογικά αποδεικτικά στοιχεία.