Στη βρύση του Βαγενίτη κάθε βράδυ εμφανιζόταν αργά τη νύχτα μια λάμια μ’ ένα χρυσό χτένι και μια ασημένια τσατσάρα και χτενιζόταν. Κάποιος ντόπιος της μίλησε γιατί την πέρασε για φίλη του και εκείνη δεν του απάντησε αλλά έβγαλε ένα ηχηρό γέλιο και ύστερα εξαφανίστηκε. Όταν εκείνος γύρισε σπίτι του έπεσε άρρωστος, το κορμί του πέταξε «πετάλες» και ήταν άρρωστος για ένα χρόνο.