Σύμφωνα με το Διογένη Λαέρτιο («Επιμενίδης», ή βιβλία 1-2, 109 – 115), ο σοφός-προφήτης, θεολόγος και μάντης Επιμενίδης, ήταν από την Κνωσό, αν και δε του φαινόταν γιατί είχε μακριά μαλλιά. Οταν ήταν παιδί, μια μέρα που έψαχνε ένα αρνί μπήκε σε μια σπηλιά και εκεί κουρασμένος όπως ήταν κοιμήθηκε για 57 χρόνια και όταν ξύπνησε άρχισε να ψάχνει πάλι για το αρνί. Πέθανε σε ηλικία 157 ετών, όμως οι Κρήτες λένε 299. Κλήθηκε από τους Αθηναίους την 46η Ολυμπιάδα και έκανε καθαρμό. Έγραψε βιβλία για τους Κουρήτες, για το Μίνωα κ.α. Έγραψε επίσης μια επιστολή, που την αναφέρει ο Λαέρτιος, προς το Σόλωνα με περιεχόμενο το πολίτευμα που καθόρισε ο Μίνωας για τους Κρητικούς. Θεωρείται από μερικούς και σαν ένας από τους 7 σοφούς της αρχαιότητας(αντί του Περιάνδρου) και ήταν φίλος με τον Πυθαγόρα, με τον οποίον κατέβηκε μαζί στο Ιδαίο Αντρο (ή Δικταίο). Θεωρούταν επίσης και Ορφικός. Λέγεται ότι είχε τη δύναμη να αφήνει η ψυχή το σώμα της όσο χρόνο ήθελε και μετά να επιστρέφει. Είχε βρεί ακόμη, το παροιμιώδες "Επιμενίδειον άλιμον", δηλαδή συσκευασία ασφοδελού και μαλάχης. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Σόλων), ο Επιμενίδης ήταν μάντης -γητευτής και συγγραφέας που τα κείμενά του τα έγραφε σε έπη. Καθάρισε με καθαρμούς την Αθήνα από το «κυλώνειο άγος». Κατά το λεξικό του Σούδα γεννήθηκε το 659 π.Χ., έγραψε «επικώς και καταλογάδην μυστήρια, καθαρμούς και άλλα αινιγματώδη» συγγράμματα, τα εξής: Κουρητών και Κορυβάντων γένεσις και θεογονία, σε 5000 στίχους. Αργούς ναυπηγία και Ιάσονος εις Κόλχους απόπλους, σε 6500 στίχους, Περί θυσιών και της εν Κρήτη πολιτείας, σε πεζό λόγο, Περί Μίνω και Ραδαμάνθυος, σε 4000 στίχους.