Ο Υμηττός εμφανίζεται ως κέντρο λατρείας, αλλά και τόπος υγείας, λόγω της ύπαρξης πηγών. Στον Υμηττό υπήρχαν τρεις πηγές οι οποίες θεωρούνταν ιερές: H πηγή της Καλοπούλας (η «Κύλλου Πήρα» των αρχαίων), που πίστευαν ότι το νερό της είχε ευεργετικές ιδιότητες, ιδιαίτερα για τις άτεκνες γυναίκες, οι οποίες τεκνοποιούσαν όταν το έπιναν ή λούζονταν με αυτό. Έκανε δηλαδή τις γυναίκες «ευτόκους τας εξ αυτού πινούσας, τας δε αγόνους γονίμους». Η ονομασία Καλοπούλα (περιοχή κοντά στη Μονή της Καισαριανής) φαίνεται να είναι παραφθορά του αρχαίου «Κύλλου Πήρα» (πήρα σακούλι). H πηγή του Κριού, πιθανά να πρόκειται για την αρχαία πηγή Καλλία, το νερό εξακολουθεί να τρέχει έως και σήμερα μέσα από ένα ρωμαϊκό κεφάλι κριού. H πηγή του Αγιάσματος, τεχνητή πηγή με θεραπευτικές ιδιότητες. Το νερό από τις δύο πρώτες πηγές κατέληγε στον Ηριδανό, το μυθικό ποταμό που οι αρχαίοι Έλληνες τοποθετούσαν στις «εσχατιές της γης». Όταν ο Φαέθωνας, γιος του θεού Ήλιου και της Κλυμένης, ο Δίας αναγκάστηκε να τον κεραυνοβολήσει και το άψυχο σώμα του έπεσε στον Ηριδανό. Οι κόρες του Ήλιου θρήνησαν στις όχθες του ποταμού τον θάνατο του αδελφού τους ώσπου μεταμορφώθηκαν σε λεύκες. Τα δάκρυά τους καθώς έσταζαν από τα δέντρα γίνονταν κεχριμπάρι. Οι θεοί τις λυπήθηκαν και μαζί με τον Φαέθωνα τις ανέβασαν στον ουρανό, όπου έγιναν αστερισμοί. Ο Ηριδανός ήταν ορατός μέχρι το 1980 οπότε και καλύφθηκε. Διέσχιζε την περιοχή, το γνωστό ως ρέμα της Καισαριανής και ενωνόταν με τον Ιλισσό, που εκβάλλει αρκετά νοτιότερα, στον όρμο του Φαλήρου. Ο ποταμός Ιλισσός που είχε τις πηγές του στον Υμηττό διέσχιζε την πετρώδη πεδιάδα της Αττικής και πορευόταν προς τα νοτιοανατολικά και τα νότια. Στον διάλογο Φαίδρος του Πλάτωνα αναφέρονται οι σκιερές του όχθες και τα πλατάνια. Οι Νύμφες, ήταν γυναικείες θεότητες προσωποποιήσεις της φύσης οι οποίες λατρεύονταν από τα πανάρχαια χρόνια . Οποιαδήποτε σπηλιά, κάθε παράξενο κοίλωμα του βουνού όπου σταλάζει νερό, ή ακόμη και ένα δέντρο, φάνταζε στα μάτια του απλοϊκού ανθρώπου της υπαίθρου σαν κατοικία των θηλυκών αυτών δαιμόνων. Οι δρυάδες (από το δρυς), οι αμαδρυάδες, οι ναϊάδες, οι ορειάδες λάτρευαν τη μουσική και τον χορό. Όταν ακούγονταν τα τραγούδια των λυγερόκορμων κι ευκίνητων ξωτικών, όποιος πέρναγε από την περιοχή τον έπιανε αυτό που λέμε...πανικός και έχανε τα λογικά του. Μήπως άραγε για αυτό ονομάστηκε ο Υμηττός και Τρελλός; Ο Υμηττός κρατά αρκετά καλά κρυμμένο το μυστικό του. Σύμφωνα με τον Ν. Πολίτη ... «Στην κορφή του Τρελλού είναι ένα πλάτωμα, στρογγυλό σαν αλώνι. Σʼ αυτό κάθε μεσημέρι χορεύουν οι Νεράϊδες, για αυτό οι τσοπάνηδες φοβούνται να πάνε εκεί το μεσημέρι.» Στην κορυφή του λόφου Κήλλου Πήρα, όπου ο Ήφαιστος ατέχνως εκσπερμάτωσε στον μηρό της αειπαρθένου Αθηνάς, κοντά στο σημερινό παρατηρητήριο της Δασικής Υπηρεσίας. Στην μυθολογία αναφέρεται πως ενώ η Αθηνά έκανε το μπάνιο της στα νερά του Ιλισσού δέχθηκε την επίθεση του Ηφαίστου που την είχε ερωτευτεί. Για να τον αποφύγει ανηφόρισε προς τις πλαγιές του Υμηττού. Ο Ήφαιστος την ακολούθησε και η Αθηνά προκειμένου να τον αποκρούσει τον τραυμάτισε με το δόρυ της στο πόδι αφήνοντάς τον κουτσό (κυλλός-κουτσός). Το σπέρμα του όμως έπεσε στο πόδι της θεάς. Εκείνη το σκούπισε με ένα κομμάτι μαλλί, το μετέτρεψε σε σάκο (πήρα) και το πέταξε στη γη που γονιμοποιήθηκε κι έτσι γεννήθηκε ο Εριχθόνιος. Η λατρεία του Δία ως θεού του ουρανού και γενικότερα των καιρικών μεταβολών, εξουσιαστή των νεφών και της βροχής, γινόταν συχνά πάνω στις κορυφές των βουνών, επειδή εκεί ψηλά μαζεύονταν τα πρώτα σύννεφα, σημάδι αλάθητο για τους ανθρώπους ότι θα βρέξει. Ο περιηγητής Παυσανίας μας πληροφορεί ότι στον Υμηττό υπήρχε άγαλμα του Υμηττίου Διός και βωμοί του Ομβρίου Διός και του Απόλλωνος Προοψίου. Ο βωμός του Ομβρίου Διός τιμούσε και εξευμένιζε τον θεό, ώστε αυτός να χαρίζει ήπιες και έγκαιρες βροχές στη γεωργία. Οι αρχαίοι κάτοικοι της Αττικής προέβλεπαν τον καιρό, παρατηρώντας την κορυφή του βουνού. Ο Υμηττός λειτουργούσε δηλαδή ως βαρόμετρο, όπως αναφέρει ο Θεόφραστος στο «Περί σημείων, υδάτων και πνευμάτων». Σύμφωνα με τον Καμπούρογλου και οι νεότεροι Αθηναίοι, όπως ακριβώς και οι αρχαίοι τους πρόγονοι, προμάντευαν αν θα βρέξει ή δεν θα βρέξει από το άν ο Υμηττός «εφορούσεν ή όχι την συννεφοκουκούλαν του». Η επιλογή της ψηλότερης κορυφής του βουνού για την τοποθέτηση των αγαλμάτων των θεών υπαγορευόταν από τις θρησκευτικές αντιλήψεις της εποχής : ο Υμήττιος Ζεύς έπρεπε να έχει ένα ανάλογο του Ολυμπίου θρόνου, για να επιβλέπει τους κατώτερους θεούς. Το άγαλμα εξάλλου, του Προοψίου Απόλλωνα ήταν τοποθετημένο στην κορυφή από την οποία το πρώτο φώς της ημέρας έπεφτε στη Δυτική Αττική. Ιερό της Αφροδίτης βρισκόταν, σύμφωνα με πληροφορίες στον χώρο της σημερινής Καλοπούλας.