Η Οικοδύναμη, ουσιαστικά, χωρίζεται σε δύο μέρη. Σε εκείνο που αναφέρεται στην σχεδίαση και ίδρυση μίας πόλεως (εντοπισμό κατάλληλης περιοχής, ρυμοτομία κλπ) και στον σχεδιασμό και διαρρύθμιση ενός κτιρίου. Η επιλογή ενός τόπου για την ίδρυση μιας πόλης ήταν αρκετά πολύπλοκη. Μέρος του συστήματός τους πήγαζε και εμπνεόταν από την Γη Μητέρα και την Φύση. Για να έχουμε Οικοδύναμη σε ένα τόπο, έπρεπε πρώτα και πάνω απʼ όλα να καλύπτονται τέσσερις προϋποθέσεις που σύμφωνα με τον Αριστοτέλη είναι: υγεία, άμυνα, πολιτική, κάλλος. Το πρώτο, λοιπόν, και σημαντικότερο για την επιλογή μία τοποθεσίας, είναι αυτή να παρέχει Υγεία. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο και τον Ιπποκράτη, θα η πόλη πρέπει να βρίσκεται ψηλά, δεν πρέπει να την πιάνει η ομίχλη ή πάχνη, και δεν θα πρέπει να είναι στραμμένη προς τους ζεστούς ή τους κρύους προσανατολισμούς, αλλά προς τους ενδιάμεσους. Η πόλη δεν πρέπει να γειτονεύει με έλη διότι ο χώρος γίνεται νοσηρός, όταν, με την ανατολή του ηλίου, η πρωινή αύρα που φέρνει μαζί της την αναδυόμενη ομίχλη, ενώνεται με τις δηλητηριώδεις εκπνοές των οργανισμών που ζουν σε αυτά, οπότε φτάνει στην πόλη και σκεπάζει τους ανύποπτους κατοίκους της. Το ίδιο ανθυγιεινές γίνονται και οι παραθαλάσσιες πόλεις που είναι στραμμένες στα νότια ή και στα δυτικά, διότι το καλοκαίρι μετατρέπει αυτές τις περιοχές σε δυσάρεστες, λόγω της ανυπόφορης ζέστης. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις εναλλαγές του κρύου, οι περιοχές αυτές μπορούν άνετα να προξενήσουν βλάβες στους κατοίκους της πόλης. Αν και οι περιοχές δεν μπορούν να αλλάξουν το είναι τους, είναι σε θέση να φιλοξενήσουν πόλεις στην αγκαλιά τους, όταν αυτές ιδρυθούν με φρόνηση, με προσανατολισμό στα βόρεια ή στα βορειοανατολικά και είναι στραμμένες προς τις ακτές. Αν μάλιστα υπάρχουν έλη στην περιοχή, αυτά θα ήταν προτιμότερο να βρίσκονται υψηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας. Αφού, λοιπόν, διασφαλιστεί η Υγεία της πόλης που πρόκειται να ιδρυθεί, και εξασφαλιστεί πως η περιοχή που έχει επιλεγεί είναι γόνιμη και παράγει αρκετά προϊόντα, για τη διατροφή των κατοίκων της, με ευνοϊκές συνθήκες τότε και μόνο τότε μπορούν να αρχίσουν τα έργα. Όμως, δεν πρέπει να αλλοιώνουμε την φύση κάποιων περιοχών, φερʼ ειπείν μπαζώνοντας ρέματα, επεκτείνοντας την ξηρά για την κατασκευή κάποιου λιμανιού κλπ. Το Μαντείο των Δελφών, είχε πει, ότι οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα δικαίωμα να μεταβάλλουν αυθαίρετα την κατασκευή του εδάφους, από την διαμόρφωση που του έδωσε η ίδια η Φύση. Γιατί κάθε αυθαίρετη παρέμβαση την κάνει να φαίνεται πως εκδικείται. Αντίθετα, με τέχνη πρέπει να αντιμετωπίζονται όσα δεινά τυχαίνει να προκαλεί η ίδια η Φύση. Δηλαδή ο άνθρωπος πρέπει να παρεμβαίνει και να αλλάζει τις συνθήκες εκείνες που είναι δυσμενείς, αλλά με μέθοδο τέτοια που με κανένα τρόπο να μην ανατρέπεται η προσαρμογή με την Φύση, όπως μας λεει και ο Βιτρούβιος. Ο Ρωμαίος αρχιτέκτονας, συνεχίζει λέγοντας πως, αφού γίνει η περιτοίχιση της πόλης, μετά θα πρέπει να γίνει ο κατάλληλος καταμερισμός του όλου εσωτερικού χώρου, με πλατείες και κτίρια που θα τα χωρίζουν κεντρικοί και μικρότεροι δρόμοι. Όλα αυτά θα πρέπει να έχουν τον σωστό προσανατολισμό. Ένας πολύ σοβαρός λόγος που οι δρόμοι θα πρέπει να «βλέπουν» προς κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση με ανάλογη χάραξη, είναι διότι θα πρέπει να «απουσιάζουν» από την πόλη, κυρίως οι χειμερινοί και οι καλοκαιρινοί άνεμοι, που ταλαιπωρούν τον άνθρωπο ή τον αρρωσταίνουν. Το πως μπορεί να γίνει αυτό, μας το εξηγεί. Οι άνεμοι που εισβάλουν σε μία πόλη, ανάλογα με την ποιότητά τους και την κατεύθυνση τους κάνουν τον κόσμο να αρρωσταίνει, διότι δεν είναι εύκολο να σταθούν και να προστατευθούν ούτε στους κεντρικούς δρόμους, αλλά ούτε και στους μικρότερους και τα στενά. Αυτό λοιπόν που συστήνει καταρχάς είναι να μελετήσουμε ποια είναι η συνηθισμένη κατεύθυνση των βλαβερών για την υγεία μας, ανέμους. Κατόπιν η χάραξη των δρόμων και η ίδρυση των κτιρίων θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε η ορμή των ανέμων να συγκρούεται, να «σκοντάφτει» πάνω στις γωνίες των κτιρίων και των οικοδομικών τετραγώνων. Το αποτέλεσμα της πρακτικής αυτής θα είναι να συγκρατείται και να ανακόπτεται η ορμή των ανέμων. Θα διασπάται και θα μοιράζεται. Έτσι, θα έχει μειωθεί η έντασή τους όταν θα κινούνται στους μεγάλους και τους μικρούς δρόμους. Θα είναι πιο φιλικοί στους ανθρώπους και αυτοί θα μπορούν ευκολότερα να προστατευτούν από αυτούς. Διαφορετικά θα είναι αρκετά σφοδροί και επικίνδυνοι. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο οι δρόμοι θα έπρεπε να έχουν κατεύθυνση αποκλίνουσα κατά 22º 30΄ από τον βορρά. Στην Αλεξάνδρεια, που ιδρύθηκε το 131 π.Χ. από τον Μ. Αλέξανδρο, παρατηρούμε πως οι δρόμοι σκοπεύουν στις 23º 30΄από ΑΒΑ προς ΔΝΔ. Αφού γίνει η σωστή, χάραξη και διάνοιξη οδών, τότε θα πρέπει να γίνει και η σωστή επιλογή των κτιρίων, είτε αυτά είναι δημόσια, είτε ιερά και ναοί, είτε απλές κατοικίες. Για παράδειγμα, η αγορά θα πρέπει να βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, αν αυτή δεν έχει επαφή με την θάλασσα. Διαφορετικά καλό θα ήταν να βρίσκεται κοντά στο λιμάνι. Σε λόφους και γενικότερα σε σημεία της πόλης που μπορούν να φαίνονται από παντού, θα οικοδομούνται τα ιερά και οι ναοί των πολιούχων της πόλης. Επίσης, ναοί θα πρέπει να ιδρύονται και μέσα στην πόλη, ανάλογα με το σκοπό του οικοδομήματος και τον προστάτη θεό του. Ο Ερμής, λόγου χάρη, θα πρέπει να είναι μέσα στην αγορά. Αυτό που παρατηρούμε στις πόλεις ξεχωριστά αλλά και μεταξύ τους, το παρατηρούμε σαν μικρογραφία στα περισσότερα δημόσια κτίρια και κυρίως στους ναούς. Όμως, με μία προσεκτικότερη ματιά το παρατηρούμε και στις κατοικίες. Βλέπουμε πως, κύριο μέλημα και φροντίδα, εκείνων που σχεδίαζαν και οικοδομούσαν τα απλά σπίτια, ήταν αυτά να «λειτουργήσουν» σαν προθάλαμοι των ναών, που συνδέονταν με άλλους ναούς, άλλων πόλεων και που όλα μαζί, ναοί και πόλεις ήταν εναρμονισμένα και συντονισμένα με την κοσμική τάξη. Κύριος σκοπός των κτιρίων, εκτός από προστατευτικά κελύφη, ήταν η υγεία του σώματος και του πνεύματος του ανθρώπου, για να μπορέσει, μέσω των ναών και των πόλεων, να συνδεθεί με τις αλήθειες της Φύσης και του Σύμπαντος. Την εναρμόνιση με το Θείον. Κάθε κτίσμα, από τις πιο απλές κατοικίες έως τους ναούς, αποτελούσαν διάμεσα της Οικοδύναμης και διαβιβαστές ευδαιμονίας και υγείας προς το σύνολο των κατοίκων. Κάθε σπίτι εκπλήρωνε την εντελέχειά του και εντελέχεια σε μία κατοικία είναι η ευδαιμονία των ανθρώπων που ζουν μέσα σε αυτό. Για την ευδαιμονία, και όχι για την κακοδαιμονία, γίνονται όλα. Οι Αρχαίοι Έλληνες, λοιπόν, αφού μελέτησαν και γνώρισαν την Φύση, που μας περιέχει και την περιέχουμε μέσα μας, οριοθέτησαν τις δονήσεις των οικιών, προσδιόρισαν τις θέσεις τους, τις αποστάσεις μεταξύ τους και καθόρισαν τον χαρακτήρα τους με το είδος των αποστάσεών τους, δηλαδή με την θέση τους μέσα στην πόλη. Οι σχεδιαστές και οι οικοδόμοι των οικιών –επιδιώκοντας την αρμονική Οικοδύναμη– χρησιμοποιούν αυτές τις φυσικές διαιρέσεις για να δημιουργήσουν τέλεια οικοδομήματα, που όλα μαζί θα συμβάλουν στην αρμονική μουσική συμφωνία της πόλης και κατʼ επέκταση της χώρας. Με άλλα λόγια τα κτίρια, ακόμα και οι απλές κατοικίες, συστηνόταν να τοποθετούνται σε συγκεκριμένες θέσεις με απώτερο σκοπό να δημιουργήσουν ένα τέλειο «μουσικό όργανο»: αρχικά την πόλη, και οι πόλεις την Ελλάδα και τις αποικίες της! Οι οικίες, σαν μουσικά όργανα μίας μεγάλης ορχήστρας «έπαιζαν» ή ακόμα και «συντονίζονταν» με την Φύση που διευθύνει αυτήν την ορχήστρα, ώστε η εντελέχειά τους να «αποδίδει» ή να «συνηχεί» μια αρμονική Οικοδύναμη. Από το βιβλίο: Μακρή Σπύρου, Οικοδύναμη, το αρχαιοελληνικό Φενγκ Σούι, Αρχέτυπο, 2003