Γεννήθηκα στο Ηράκλειο της Κρήτης. Μεγάλωσα σε μια πολυμελή οικογένεια. Οι γονείς μου ήταν πολύ καλοί και ενάρετοι άνθρωποι. Αγαπούσαν τον Θεό και μεγάλωσα με ηθικές αρχές. Πήγαινα κάθε Κυριακή στην εκκλησία και το κατηχητικό. Όταν μεγάλωσα και έγινα 22 ετών ανέβηκα στην Αθήνα στην αδερφή μου, γνώρισα τον Ντίνο και παντρευτήκαμε το 1975. Μετά από λίγους μήνες γεννήθηκε ο Αντρέας. Είχα δύσκολο τοκετό και τον έβγαλαν με κουτάλες. Τον κτύπησαν στο κεφάλι και μεγαλώνοντας είχε πρόβλημα νοημοσύνης. Αυτό με τσάκισε. Είχα πολύ θλίψη και απογοήτευση. Με τον Ντίνο μαλώναμε καθημερινά χωρίς σπουδαίο λόγο. Ακολούθως έμεινα έγκυος στο Γιώργο. Το 1985 προσλήφθηκα στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός ως τραπεζοκόμος. Έπραττα διάφορες αμαρτίες και αυτό μου έφερνε πολλή θλίψη στην καρδιά μου. Το 1991 γεννήθηκε ο Παναγιώτης και αυτό μου έφερε για λίγο χαρά. Όταν ο Γιώργος πήγαινε στην τρίτη του ΤΕΕ άρχισε ξαφνικά να βήχει. Τελικά αποδείχτηκε ότι είχε μια ανίατη ασθένεια η οποία του είχε καταστρέψει και τους δύο πνεύμονες και δεν είχε πολύ ζωή. Μου σύστησαν έναν γιατρό στο Σωτηρία, ο οποίος, όμως, δε μου έδινε σημασία επειδή ήθελε χρήματα και εγώ δεν είχα να του δώσω. Μια υποδιευθύντρια γιατρός, όμως, με κάλεσε στο γραφείο της για να μου εξηγήσει το πρόβλημα του Γιώργου. Τη ρώτησα αν υπήρχε έστω και μια μικρή ελπίδα αλλά μου είπε ότι δεν ήθελε να μου δώσει ψεύτικες ελπίδες. Βλέποντας την κατάστασή μου, όμως, με διαβεβαίωσε ότι θα κοιτάξει το παιδί μου σαν να είναι και δικό της παιδί, όπως και έκανε. Άρχισα να τρέχω στα μοναστήρια, έδινα τους μισθούς μου και τους παρακαλούσα να προσευχηθούν στο Θεό να μη μου πάρει το Γιώργο. Έκανα τάματα σε όλους τους Αγίους αλλά όταν ο Ντίνος μου πρότεινε να πάμε στο Χριστό εγώ αρνήθηκα θεωρώντας ότι είναι πολύ ψηλά για να με ακούσει. Ύστερα από επιμονή του Γιώργου επέστρεψα στη δουλειά μου. Εκεί έστρεψα το βλέμμα μου στον ουρανό και μίλησα κατευθείαν στο Θεό. Του ζήτησα να με λυπηθεί και να με βγάλει από το τούνελ του θανάτου στο οποίο βρισκόμουν. Ύστερα από λίγο κτύπησε η πόρτα και μπήκε μέσα μια γυναίκα. Το πρόσωπό της έλαμπε και το ύφος της ήταν διαφορετικό από αυτό των υπόλοιπων ανθρώπων που με πλησίαζαν. Με ρώτησε αν είμαι η Μάγδα που έχει το άρρωστο παιδί και μου είπε ότι την έστειλε ο Χριστός. Άρχισε να μου μιλάει για τον Κύριο, μπήκε μέσα μου η ελπίδα. Φεύγοντας μου έδωσε ένα χαρτάκι που έγραφε το νούμερο 93.9, την τότε συχνότητα του ραδιοφωνικού σταθμού Χριστιανισμός. Από εκείνο το βράδυ σταμάτησα να κλαίω. Άκουγα τον σταθμό μέρα νύχτα και άρχισα να προσεύχομαι στον Ιησού Χριστό. Από το ίδιο κιόλας βράδυ άρχισα να βλέπω και ενύπνια. Μέσα στην καρδιά μου έμπαινε μια πρωτόγνωρη χαρά και διάβαζα το ευαγγέλιο. Αναγεννιόμουν χωρίς να το καταλαβαίνω. Έφευγαν τα νεύρα, σταμάτησα να βρίζω, ότι δεν άρεσε στον Κύριο το πέταγα και άρχισα να μιλάω στον Γιώργο και στον Ντίνο για τον Χριστό. Μια μέρα άκουσα στο σταθμό τον αδελφό Λούη να λέει αν έχετε σοβαρή ασθένεια καλέστε έναν πρεσβύτερο να σας αλείψει με έλαιον και η μετά πίστεως προσευχή θα ελευθερώσει τον πάσχοντα. Αμέσως πήρα τηλέφωνο στο σταθμό και ζήτησα να έλθει και στο δικό μου σπίτι πρεσβύτερος αλλά όταν επικοινώνησε μαζί μου ο αδελφός Παρηγόρης το ανέβαλα συνεχώς φοβούμενη μην αντιμετωπίσω προβλήματα με τον άντρα μου. Όταν, όμως, μετά από λίγες μέρες με πήρε τηλέφωνο ο αδελφός Λάζαρος Ισαακίδης, δέχτηκα να έλθει σπίτι μου να μιλήσουμε. Ο σύζυγός μου, όμως, άρχισε να του κάνει παράξενες ερωτήσεις και ενώ ο αδελφός του απαντούσε μέσα από το Λόγο του Θεού εκείνος αντιδρούσε ώσπου τελικά τον έδιωξε από το σπίτι. Από τότε άρχισε και ο διωγμός μου μέσα στο σπίτι. Εγώ, όμως, συνέχισα να διαβάζω το ευαγγέλιο και να ακούω το σταθμό κρυφά. Ο Ντίνος προσπαθούσε να με εμποδίσει να πάω στην εκκλησία ώσπου μια μέρα του είπα ότι θα ξανακαλούσα τον αδελφό Λάζαρο στο σπίτι μας. Αντέδρασε αλλά επέμενα και έτσι ήλθε ο αδελφός μαζί με τον αδελφό Κεραμίδα. Μου πρότειναν μιας και δούλευα στο κέντρο της Αθήνας να πάω στην κεντρική εκκλησία της οδού Σοφοκλέους. Μια μέρα, λοιπόν, καθώς επέστρεφα από τη δουλειά μου με το λεωφορείο κοίταξα έξω από το παράθυρο και είδα ένα λαμπερό φως. Αμέσως κατέβηκα από το λεωφορείο και το ακολούθησα. Με οδήγησε στην κεντρική εκκλησία. Μπήκα μέσα. Πρώτη φορά έβλεπα τόσο λαμπερά πρόσωπα. Αμέσως συνειδητοποίησα ότι ο οίκος αυτός ήταν του Χριστού. Στο τέλος του κηρύγματος με πλησίασε η αδελφή Κοροβέση και επέμενε να με πάει ο αδελφός Κοντιζάς σπίτι μου. Σε όλο το δρόμο μου μίλαγε για τον Κύριο αλλά μόλις επέστρεψα σπίτι μου ο άντρας μου αντέδρασε και με προειδοποίησε να μην ξαναπάω στην εκκλησία. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ο αδελφός Κεραμίδας μου πρότεινε να πάω στην εκκλησία όπου όλα τα αδέρφια υποδέχονταν τον καινούργιο χρόνο προσευχόμενοι. Ήθελα πολύ αλλά ο Ντίνος δεν ήθελε. Τελικά συμφώνησε αλλά με προειδοποίησε ότι αν έβλεπε κάτι που δεν του άρεσε θα φεύγαμε. Εγώ προσευχήθηκα στον Κύριο και φεύγοντας από την εκκλησία τον ρώτησα αν του άρεσε και εκείνος μου είπε στο καλύτερο ρεβεγιόν τόσο ωραία δεν θα πέρναγε. Αρχίσαμε να πηγαίνουμε καθημερινά στην εκκλησία ώσπου μετά από δυόμισι μήνες βαπτίστηκε με το Άγιο Πνεύμα και έλαβε πολλά χαρίσματα. Ο Γιώργος στο μεταξύ πήγαινε καλύτερα. Με τον καιρό, όμως, άρχισε να απομακρύνεται από την εκκλησία ώσπου μια μέρα σταμάτησε να έρχεται. Την επόμενη μέρα το βράδυ έπαθε πνευμοθώρακα. Τον πήγαμε στο νοσοκομείο όπου οι γιατροί του αφαίρεσαν τον αέρα από τους πνεύμονες. Πήρε εξιτήριο αλλά εξακολουθούσε να αρνείται τον Κύριο και λίγο πριν βγούμε από το νοσοκομείο οι γιατροί μας σταμάτησαν και μας είπαν ότι προσέχοντας καλύτερα τις πλάκες είδαν κι άλλο πνευμοθώρακα και ο Γιώργος θα έπρεπε να παραμείνει στο νοσοκομείο. Ο Γιώργος εξακολουθούσε να μη μετανοεί και η κατάστασή του χειροτέρευε. Ο πυρετός του ανέβαινε και δεν έπεφτε με τίποτα. Μπήκε στην εντατική ώσπου μετανόησε και ζήταγε προσευχές. Ήλθε ο αδελφός Κεραμίδας και προσευχήθηκε και αμέσως ο πυρετός υποχώρησε από 40 που ήταν σε 37 και ο Γιώργος κοιμήθηκε μετά από τρεις μέρες. Πήγαινε συνεχώς καλύτερα ώσπου οι γιατροί μας είπαν ότι μπορούμε να βγούμε από το νοσοκομείο, όμως θα έπρεπε να πάρουμε ένα μηχάνημα οξυγόνου γιατί είχε πρόβλημα με την καρδιά του. Μετά, όμως, από προσευχή αποκαταστάθηκε και αυτή η βλάβη και προς έκπληξη των γιατρών δεν χρειαζόταν πια αυτό το μηχάνημα. Όμως ο Γιώργος εξακολουθούσε να μην έρχεται στην εκκλησία με την καρδιά του με αποτέλεσμα να βρεθεί και πάλι έξω. Εγώ, αντίθετα, ομολογούσα στο νοσοκομείο όπου δούλευα τον Κύριο, μίλαγα σε ασθενείς και συναδέλφους, μοίραζα καινές Διαθήκες και έβλεπα ακόμα και ετοιμοθάνατους να θεραπεύονται με προσευχή. Πριν από 6 χρόνια μάλιστα ήρθε στο νοσοκομείο ένα παλικάρι για εγχείρηση κοίλης. Ο γιατρός, όμως, που τον χειρούργησε απʼ ότι άκουσα του έκοψε λάθος έντερο και μόλις βγήκε από το χειρουργείο έπεσε σε κώμα και τον έβαλαν στην εντατική. Του έδιναν μόνο μερικές ώρες ζωή. Εγώ προσευχήθηκα στον Κύριο και του ζήτησα να τον επαναφέρει ώστε να μου δώσει την ευκαιρία να του μιλήσω για Εκείνον. Μετά από 6 μήνες, ενώ τον είχα ξεχάσει μπήκα σε ένα δωμάτιο και τον είδα αποστεωμένο. Δίπλα του ήταν η γιαγιά του. Όταν επέστρεψα στην κουζίνα μίλησα στον Κύριο και του είπα αν τον κράτησε στη ζωή επειδή άκουσε την προσευχή μου να στείλει την γιαγιά του στην κουζίνα. Δεν πέρασε πολύ ώρα και η γιαγιά του ήλθε στην κουζίνα να μου μιλήσει. Εγώ κατάλαβα ότι ενεργούσε ο Θεός. Της μίλησα για τον Κύριο αλλά δεν δεχόταν. Αποφάσισα να μιλήσω στο ίδιο το παιδί. Δεχόταν και από τη μέρα εκείνη η κατάστασή του άρχισε να βελτιώνεται. Άρχισε να τρώει και οι γιατροί μιλούσαν για θαύμα μιας και η κατάστασή του ήταν πολύ βαριά. Τελικά θεραπεύτηκε αλλά δεν ήλθε στην εκκλησία όπως είχε δεσμευτεί. Είθε ο Κύριος να τον διαφυλάξει και να τον οδηγήσει στην Αγία του εκκλησία. Ζητώ από όσους διαβάζουν την ομολογία μου να προσευχηθούν ο Κύριος να επιστρέψει τον Γιώργο, να αναγεννήσει τον Παναγιώτη και τον Ανδρέα και να αποκαταστήσει την ομιλία του Ανδρέα. Να μας κρατήσει μέχρι τέλους κοντά του και να μας φέρει τα αδέλφια μας και τους συγγενείς μας στο Χριστό. Ευχαριστώ τον Κύριο για ό,τι μου έχει χαρίσει και να με βαπτίσει με το Πνεύμα του το Άγιο και να μου δώσει χάρη να τον ομολογώ μέχρι να έλθει να με παραλάβει.