Ο π. Αθανάσιος Γιαννακίδης διηγείται πως κάποτε, πριν ιερωθεί, είχε πάει από το σπίτι του λίγο φαγητό στον Γέροντα. Ο Γέροντας το δέχθηκε και του είπε : «Αυτοί που θα έρθουν τώρα μα μην τους αφήσεις να μπουν μέσα». Μετά από λίγο έρχονται τέσσερις άνδρες οι οποίοι επίμονα ζητούσαν να τον δουν. Ο μικρός Αθανάσιος δεν μπορούσε να αντισταθεί στην επιμονή τους και τους έβαλε στην εκκλησία να προσκυνήσουν, που του το ζήτησαν. Προσποιήθηκε πως ο Γέροντας είναι άρρωστος. Εκείνοι συνέχιζαν να επιμένουν. Λέει ο Γέροντας : «Ας έρθουν γιατί δεν πρόκειται να μας αφήσουν ήσυχους εύκολα». Επρόκειτο για αστυνομικούς που βρίσκονταν σε αναζήτηση κάποιου ληστή και ήρθαν με χάρτη για να τους δείξει σε ποιο σημείο βρισκόταν. Τους λέει ο Γέροντας : «Ήρθατε σε μένα σαν να είμαι κανένας μάντης, να φύγετε δεν έχω να σας πω τίποτε». Τέλος στράφηκε προς τον π. Αθανάσιο και του είπε : «Αυτοί δεν ήρθαν από πίστη». Άλλη φορά, διηγείται ο ίδιος πατήρ, του είπε ποιοι ακριβώς θα έρθουν, από πού έρχονται, τι θέλουν και τι τους απασχολεί. Πράγματι όπως τα είπε ο Γέροντας, έτσι εξακριβώθηκε εκ των υστέρων.