Η Μαρία Γκούμα, μια νησιώτισσα από τη Κύθνο, έγινε γνωστή στα μέσα του 20ου αιώνα από δημοσίευμα Αθηναϊκής εφημερίδας με τίτλο : «Η δαιμονισμένη του Αιγάλεω». Στην οικογένειά της αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα. Καθώς βρισκόταν σε τραγική ψυχολογική κατάσταση, έφυγε από το σπίτι της. Τότε μπήκαν μέσα της δαιμόνια και η ζωή της κατάντησε μαρτύριο. Άρχισε να βλαστημάει τα θεία και να σπάει ότι έβρισκε μπροστά της. Συχνά ανέβαινε στο βουνό Αιγάλεω και κατρακυλούσε στις χαράδρες για να σκοτωθεί. Οι συγγενείς της τη μάζευαν και την έφερναν πάλι στο σπίτι της. Αλλά στο μεταξύ εκείνη από όμορφη γυναίκα μεταμορφώθηκε σε τέρας. Η γλώσσα της μεγάλωσε, ταʼ αυτιά της μάκρυναν, τα μάτια της γύρισαν ανάποδα, το πρόσωπό της έγινε αποκρουστικό. Ήταν τόσο εντυπωσιακή και αξιοπερίεργη η μεταμόρφωσή της ώστε στην είσοδο του σπιτιού της στεκόταν αστυνομικός για να εμποδίσει το πλήθος που πήγαινε να τη δει. Πολλοί ευσεβείς χριστιανοί μαζεύονταν κάθε μέρα εκεί και έκαναν Παρακλήσεις στη Παναγία την Κανάλα της Κύθνου για την θεραπεία της άρρωστης. Και η χάρη της Υπεραγίας Θεοτόκου έκανε το θαύμα της! Ήταν Παρασκευή βράδυ, 16 Μαρτίου του 1952. Οι πιστοί πάλι συγκεντρωμένοι ικέτευαν το Θεό να ελευθερώσει από τα δεσμά του διαβόλου την ταλαιπωρημένη ψυχή της Μαρίας. Ξαφνικά τα μεσάνυχτα τα δαιμόνια με το στόμα της Μαρίας άρχισαν να φωνάζουν. -Θα βγούμε από τα μάτια! -Όχι, από τα νύχια, απαντούσαν οι χριστιανοί. Ο αγώνας συνεχιζόταν. Οι στιγμές ήταν φοβερές και η ατμόσφαιρα φορτισμένη. Η δαιμονισμένη, δεμένη πάνω στο κρεβάτι, χτυπιόταν. Πέντε γεροδεμένοι άντρες την συγκρατούσαν για να μην σκοτωθεί. Την ίδια στιγμή οι πιστοί εκλιπαρούσαν γονατιστοί τη Θεοτόκο να ταχύνει τη βοήθειά της. Η αγωνία όλων κορυφώθηκε. Στη πόρτα και στα παράθυρα μαζεύτηκε κόσμος που με κομμένη την ανάσα εκλιπαρούσαν γονατιστοί τη Θεοτόκο να ταχύνει τη βοήθειά της. Η αγωνία όλων κορυφώθηκε. Στη πόρτα και στα παράθυρα μαζεύτηκε κόσμος που με κομμένη την ανάσα παρακολουθούσε το δράμα. Ξαφνικά ένας δυνατός τοπικός σεισμός τάραξε το σπίτι από τα θεμέλια. Οι άνθρωποι τρόμαξαν, ταράχτηκαν, δεν κατάλαβαν καλά-καλά τι έγινε. Την ίδια στιγμή όμως, η δαιμονισμένη καθώς ομολόγησε αργότερα η ίδια, είδε νʼ ανοίγει η σκεπή και να παρουσιάζεται μία γυναίκα. Το ένδυμά της ήταν μαύρο και βρεμένο στο κάτω μέρος, ενώ το πρόσωπό της έλαμπε σαν τον ήλιο. -Έφτασα, της λέει, από τα Θερμιά Αμέσως ακούστηκε δεύτερος δυνατός κρότος και τα πονηρά πνεύματα έφυγαν σαν αέρας. Συνάμα τα τζάμια του δωματίου έγιναν θρύψαλα. -Η Παναγία της Κανάλα! φώναξε η Μαρία. Γονατίστε! Το πρόσωπο της δαιμονισμένης γαλήνεψε και έγινε σαν αγγελικό. Η Παναγία τη σταύρωσε στο πρόσωπο τρεις φορές και της είπε : -Αγάπη, παιδί μου, αγάπη! Και με τα λόγια αυτά απομακρύνθηκε σιγά-σιγά ευλογώντας με το πανάχραντο χέρι της όλους τους παρόντες. Τότε η Μαρία άκουσε αγγελικές υμνωδίες και πιο καθαρά το «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια». Ήταν κάτι εξαίσιο που δεν μπορούσε να το περιγράψει με λόγια. Ύστερα ανοίγοντας τα μάτια της, αναγνώρισε το παιδί της, τους συγγενείς και τους φίλους της. -Χριστός Ανέστη! τους είπε πρόσχαρα. Ελάτε να σας φιλήσω, είμαι καλά! Το παραλήρημα χαράς των πιστών το διαδέχθηκε η ολονύκτια προσευχή τους. Οι δακρύβρεχτες ικεσίες μετατράπηκαν τώρα σε ευχαριστήριες δοξολογίες προς τη νικήτρια Θεοτόκο.