Η Τρίτη εικόνα παρουσιάζει τον Αρχάγγελο κρατώντας ζυγαριά, διότι σύμφωνα με την παράδοση, ο Άρχοντας Μιχαήλ είναι αυτός που λαμβάνει την ψυχή όταν αποχωρίζεται από το σώμα και την οδηγεί μπροστά στο θρόνο του Πανοικτίρμονα Θεού ή την αφήνει να κυλήσει στον Άδη μακριά από την μακαριότητα της θέας του Προσώπου Του. Την εικόνα αυτή έπαιρναν τα παλαιότερα χρόνια οι εκάστοτε Εκκλησιαστικοί Επίτροποι και περιόδευαν στα μαντριά των βλαχοποιμένων, οι οποίοι έρχονταν στην περιοχή του Ταξιάρχη για να βοσκήσουν τα ζωντανά τους και μάζευαν τις δωρεές που έδιναν για τον Άγιο. Μάλιστα, μαρτυρείται εποχή που ο Ναός συγκέντρωνε περίπου 180 ζώα από προσφορές. Σε μία από αυτές τις περιοδείες τους οι επίτροποι έτυχε να νυχτωθούν σε κάποιο μαντρί και ζήτησαν κατάλυμα για να περάσουν το βράδυ. Ο βοσκός αντί να τους φιλοξενήσει στην καλύβα του, τους έβαλε να κοιμηθούν μέσα στο στάβλο. Το βράδυ ο βοσκός ξύπνησε από χτυπήματα και άρχισε να φωνάζει ότι τον "ζουπάει", (δηλαδή τον δέρνει) ο Άγιος Αρχάγγελος. Κατάλαβε τότε το σφάλμα του, κάλεσε τους επιτρόπους να αναπαυτούν μέσα στην καλύβα του και τοποθέτησε την εικόνα του Αγίου στο εικονοστάσιο.