Αν και η γνώση μας γύρω από τον προκατακλυσμιαίο Αιγιακό (Πελασγικό) Πολιτισμό θεωρείται περιορισμένη ως ελάχιστη και συνήθως «μυθικού» περιεχομένου, στο κείμενο που ακολουθεί θα επιχειρήσουμε στηριζόμενοι στις σχετικές αναφορές του Πλάτωνα να δώσουμε την πληρέστερη δυνατή εικόνα ενός πολιτισμού και μιας ολόκληρης εποχής που εξαλείφτηκε πριν από 11600 χρόνια περίπου. Εκ προοιμίου σημειώνουμε ότι για να αναδείξουμε την «άγνωστη» αυτή ιστορική γνώση, προχωρήσαμε σε απλή σύνθεση αποσπασμάτων του Έλληνα φιλόσοφου τα οποία βρίσκονται σκόρπια στα έργα του «Νόμοι», «Τιμαίος» και «Κριτίας». Η εξιστόρηση του Πλάτωνα συνοδεύεται με διευκρινήσεις ότι τα λεγόμενά του απηχούν πραγματικά γεγονότα. Ο φιλόσοφος δείχνει πως επιθυμούσε να υπογραμμίσει στον αναγνώστη ότι καταγράφει ιστορία και όχι μύθο με αλληγορική σημασία. Ακόμα μαθαίνουμε ότι ο Σόλων είχε σκοπό να συνθέσει την προκατακλυσμιαία ιστορία σε έπος, πράγμα που τελικά αμέλησε εξαιτίας «των εξεγέρσεων και των άλλων δεινών που βρήκε εδώ (στην Αθήνα) κατά την επιστροφή του». Ο Κριτίας σημειώνει ότι αν ο Σόλων έγραφε το έπος του θα ήταν ανώτερο τόσο των Ομηρικών έργων όσο και των όσων έγραψε ο Ησίοδος. Ο Σόλων έγινε επώνυμος άρχοντας στην Αθήνα το 594 π.Χ. και ανέλαβε να βγάλει τη πόλη από το πολιτικό και κοινωνικό αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει. Η ανάληψη αυτής της ευθύνης από μέρους του στάθηκε και η αιτία, που δεν συνέγραψε ποτέ την προκατακλυσμιαία ιστορία. Σύμφωνα με το Πλατωνικό κείμενο, ένας Αιγύπτιος ιερέας εξήγησε στο Σόλωνα ότι εξαιτίας μεγάλων φυσικών καταστροφών που συνέβησαν στο παρελθόν, ο πολιτισμός καταστράφηκε πολλές φορές και άρχισε από την αρχή. Σε όλες αυτές τις θεομηνίες η Αίγυπτος λόγω της γεωγραφικής της θέσης πάντα προστατευόταν σε αντίθεση με τον ελλαδικό χώρο, που πάντα βρισκόταν στη κυριολεξία στο «μάτι του κυκλώνα». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η γνώση να διασώζεται στην Αίγυπτο, ενώ στην Ελλάδα η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική. Ο ίδιος ιερέας κατέληξε : «πέφτουν επάνω σας (εννοεί στους Έλληνες) οι καταιγίδες του ουρανού σαν επιδημία που επανέρχεται πάλι και πάλι σε τακτά χρονικά διαστήματα και σας αφήνουν μόνο με τους αγράμματους και τους ακαλλιέργητους. Και έτσι ξεκινάτε πάλι από την αρχή, σαν να ξανανιώνεται, χωρίς να ξέρετε όσα έγιναν παλιότερα εδώ ή στη χώρα σας. Όσα λοιπόν μόλις μας διηγήθηκες Σόλωνα για τις δικές σας γενεαλογίες δεν είναι παρά παιδικά παραμύθια. Θυμάστε μόνο ένα κατακλυσμό, ενώ έγιναν πολύ στο παρελθόν.» Αμέσως μετά, στο ίδιο κείμενο, ο Αιγύπτιος ιερέας επισημαίνει ότι οι προκατακλυσμιαίοι πρόγονοι των Αθηναίων ήταν το ευγενέστερο ανθρώπινο γένος, ο πολιτισμός τους δε, ήταν ο πλέον ανεπτυγμένος εκείνης της εποχής: «Και δεν ξέρετε ακόμη ότι στη χώρα μας έζησε κάποτε το ωραιότερο και τελειότερο γένος ανθρώπων. Από το γένος αυτό προέρχεσαι εσύ και η πόλη σου, από το λίγο σπέρμα που διασώθηκε. Αλλά εσείς δεν γνωρίζεται τίποτα γιʼ αυτό, γιατί από τους επιζώντες πολλές γενιές χάθηκαν χωρίς νʼ αφήσουν πίσω τους γραφές. Πραγματικά Σόλων, πριν από τον μεγάλο κατακλυσμό υπήρξε μία εποχή, που η πόλη των σημερινών Αθηναίων ήταν η πρώτη στο πόλεμο αλλά και η πόλη με τη καλύτερη νομοθεσία. Για τα επιτεύγματα και το πολίτευμά της λέγεται πως ήταν ότι καλύτερο ακούστηκε ποτέ στην οικουμένη και έφτασε ως εμάς.» Όπως ήταν αναμενόμενο τα λόγια του Αιγυπτίου ιερέα συνέρπασαν τον Σόλωνα, ο οποίος ζήτησε να μάθει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το παρελθόν. Ο ιερέας δέχτηκε με ευχαρίστηση να συνεχίσει τη διήγηση, επισημαίνοντας ότι η πόλη της Σαϊδας στο Δέλτα του Νείλου ήταν η προκατακλυσμιαία αποικία των Αθηναίων. Σύμφωνα με τα αρχεία του ναού η Σαίς είχε ιδρυθεί 8000 χρόνια πριν την επίσκεψη του Σόλωνα στην Αίγυπτο (595 π.Χ.). Τα ίδια αρχεία ήθελαν την Αθήνα κατά χίλια χρόνια αρχαιότερη, άρα – όπως επισημαίνει ο ίδιος ιερέας – η διήγηση του αναφερόταν στους Αθηναίους που έζησαν 9000 χρόνια πριν, δηλαδή στο 9600 π.Χ. Μάλιστα ο συγγραφέας του «Τιμαίου» σημειώνει, ότι ο Σόλων εκτός από ακροατής είδε και μελέτησε τα ίδια τα κείμενα, που φυλάγονταν στο ναό και εξιστορούσαν την προκατακλυσμιαία ιστορία. Στη συνέχεια ο ιερέας περιγράφει την πολιτειακή οργάνωση της προκατακλυσμιαίας Αθήνας : «Πρόσεξε λοιπόν τους νόμους τους και σύγκρινέ τους με τους δικούς μας. Θα βρεις εδώ σʼ εμάς πολλά κοινά σημεία με τους θεσμούς που προϋπήρχαν κάποτε στη πόλη σας. Πρώτα απʼ όλα το γένος των ιερέων διαχωρίζεται απʼ όλους τους άλλους πολίτες, ακολουθούν οι τεχνίτες – όπως θα δεις η κάθε επαγγελματική ομάδα ασκεί τη τέχνη της μόνη και χωρίς να αναμιγνύεται με τις άλλες – και στη συνέχεια οι βοσκοί, οι κυνηγοί και οι γεωργοί. Όσο για το γένος των πολεμιστών θα έχεις προσέξει βέβαια πως εδώ είναι διαχωρισμένο από όλα τα άλλα γένη και ο νόμος δεν τους επιτρέπει να ασχολείται παρά μόνο με τον πόλεμο». Ωστόσο αναλυτική περιγραφή της κοινωνικής και πολιτειακής οργάνωσης της προκατακλυσμιαίας Αθήνας δίνεται στον άλλο πλατωνικό διάλογο, τον «Κριτία», ο οποίος θεωρείται συνέχεια του «Τιμαίου» : «Ήταν λοιπόν εγκατεστημένοι τότε σε τούτη τη χώρα και οι άλλες ομάδες των πολιτών, που απασχολούνταν με τις τέχνες και στο να προμηθεύονται τα τρόφιμά τους από τη γη. Όσο για τη τάξη των πολεμιστών, αυτή αποτελούνταν από άνδρες που είχαν θεία καταγωγή. Η τάξη αυτή εξ αρχής χωρίστηκε από τις άλλες και κατοικούσε σε χωριστό μέρος, είχε δε όλα τα χρειαζούμενα για τη συντήρηση και τη μόρφωση της. Κανείς απʼ αυτή τη τάξη δεν είχε κανένα είδος ατομικής ιδιοκτησίας, θεωρούνταν δε όλα τα πράγματα πως ήταν κοινά σε όλη την ομάδα και δεν θεωρούσαν καθόλου σωστό να δέχονται από τους άλλους πολίτες τίποτε άλλο εκτός από μπόλικα τρόφιμα. Έκαναν δε, όλες τις δουλειές και ασχολίες που είπαμε χθες, δηλαδή εκείνα που είπαμε πως έκαναν οι διορισμένοι φύλακες. Και έλεγαν ακόμη (οι ιερείς της Αιγύπτου) για τον τόπο μας, πράγμα που είναι πολύ πιθανό, πως τότε η χώρα μας είχε τα σύνορά της χωρισμένα προς το μέρος του Ισθμού και προς το μέρος της άλλης στεριάς ως τον Κιθαιρώνα και την Πάρνηθα και πως τα σύνορα κατέβαιναν από τα βουνά και είχαν δεξιά τον Ωρωπό και αριστερά τη θάλασσα και έφταναν ως τον Ασωπό ποταμό. Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο, που διασώζει ο Πλάτων, είναι, ότι στη προκατακλυσμιαία Αθήνα υπήρχε ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. «Γιʼ αυτό ακριβώς και το παρουσιαστικό της Θεάς και το άγαλμά της έχουν ανδρικό σχήμα, επειδή εκείνο τον καιρό τα πολεμικά έργα ήταν κοινά και στις γυναίκες και στους άνδρες. Για τούτο το λόγο, σύμφωνα με τη συνήθεια εκείνη, η Θεά στολισμένη, ήταν στους τότε κατοίκους της Αττικής στολίδι, απόδειξη πως όσα ζώα ζουν μαζί, θηλυκά και αρσενικά, καθένα απʼ αυτά αδιακρίτως φτιάχτηκε από τη φύση ικανό να ασκεί την αρετή, που ταιριάζει στο κάθε γένος χωριστά». Στο στρατό της προκατακλυσμιαίας Αθήνας υπηρετούσαν άνδρες και γυναίκες εξίσου : «Όσο τους ήταν δυνατό, κρατούσαν πάντα τον ίδιο αριθμό ανδρών και γυναικών στα όπλα, δηλαδή τόσους φύλακες όσοι χρειάζονταν για πόλεμο, κοντά είκοσι χιλιάδες, τόσοι ήταν οι πολεμιστές στα χρόνια εκείνα». Ο Πλάτων στον «Κριτία» δεν παραλείπει να δώσει και μια αρκετά κατατοπιστική περιγραφή της προκατακλυσμιαίας Αθήνας και της Αττικής : «Σχετικά δε, με το κάρπημα τούτου του τόπου έλεγαν πως ξεπερνούσε κάθε άλλο μέρος γιʼ αυτό και μπορούσε να τρέφει πολλά στρατεύματα που έρχονταν από τα γύρω μέρη. Μεγάλη δε απόδειξη της γονιμότητας του είναι τούτο εδώ : Το μέρος που του απέμεινε τώρα μπορεί να συγκριθεί με οποιαδήποτε άλλη χώρα και από την άποψη της γονιμότητας της γης και από την άποψη των πολλών και καλών βοσκών για τα κοπάδια. Τότε δε, εκτός από τις φυσικές καλλονές της έτρεφε η χώρα μας και πλήθος κοπάδια. Επειδή όμως έγιναν πολλοί και μεγάλοι κατακλυσμοί μέσα στα εννιά χιλιάδες χρόνια – γιατί τόσα χρόνια πέρασαν από τότε έως σήμερα – το χώμα, που μέσα σε αυτά τα χρόνια και στο διάστημα αυτών των συμβάντων (των κατακλυσμών) δεν μαζεύονταν πάνω στο έδαφος, όπως γίνονταν σε άλλα μέρη, μα κάθε φορά μπόλικο απʼ αυτό τραβιόταν προς τα παραθαλάσσια, χανόταν μέσα στα βαθιά νερά της θάλασσας. Στο παλιό όμως καιρό, επειδή ο τόπος μας δεν είχε χάσει τα χώματά του, αντί για ξεροβούνια είχε ψηλούς λόφους γεμάτους χώμα. Και αυτό ο πετρότοπος, που σήμερα τον λένε Φελλέα, τότε ήταν γεμάτος από παχιά χώματα και τα βουνά ήταν γεμάτα από πολλά δάση. Τα υπόλοιπα λοιπόν μέρη της χώρας από τη φύση ήταν τέτοια και καθώς ήταν επόμενο, ήταν καλλιεργημένα από πραγματικούς γεωργούς. Και ο καιρός ήταν στη κάθε εποχή καλός, ούτε έκανε πολύ ζέστη ούτε και πολύ κρύο και η πόλη εκείνα τα χρόνια είχε τους κατοίκους της τακτοποιημένους κατά τούτο εδώ τον τρόπο. Εν πρώτοις το μέρος της Ακρόπολης δεν ήταν τότε όπως είναι τώρα. Γιατί κάποτε έπεσε πολλή βροχή και ξέγδαρε όλο το γύρω από το χώμα και την έκανε γυμνή. Πρωτύτερα όμως σε άλλη εποχή η Ακρόπολη ήταν τόσο μεγάλη, που έφτανε ως τον Ηριδανό και τον Ιλισσό και έπαιρνε μέρος και στη Πνύκα και είχε σύνορο της τον Λυκαβηττό από το αντικρινό μέρος της Πνύκας. Ήταν δε, όλη σκεπασμένη με χώμα και εκτός από λίγα μέρη ήταν στο πάνω μέρος ίσιωμα. Και κατοικούνταν στα ακρινά της μεν μέρη και από κάτω από τις πλαγιές της από τους τεχνίτες και τους γεωργούς όσοι καλλιεργούσαν τα εκεί κοντά μέρη της. Στο επάνω δε μέρος μόνο η τάξη των πολεμιστών είχε τις κατοικίες της, ολόγυρα στο ναό της Αθηνάς και του Ηφαίστου περιτριγυρισμένη μʼ ένα τοίχο σαν το μάντρωμα κήπου ενός σπιτιού. Προς τα βορινά πάλι μέρη έχουν σπίτια κοινά (οι πολεμιστές) και χειμωνιάτικες εγκαταστάσεις όπου έτρωγαν τον χειμώνα όλοι μαζί. Τα νότια μέρη της Ακρόπολης τα χρησιμοποιούσαν για κήπους και γυμναστήρια.» Ο Πλάτων υποστηρίζει ότι η Αττική επιλέχθηκε σε προκατακλυσμιαία εποχή από την Αθηνά, διότι ήταν ο καταλληλότερος τόπος για την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους που θα είχε θεία χαρακτηριστικά και για την ακρίβεια ο τόπος θα γεννούσε ανθρώπους που θα έμοιαζαν με τη θεά της σοφίας και της ανδρείας (πολέμου). «Επέλεξε (η Θεά Αθηνά) τον συγκεκριμένο τόπο όπου γεννηθήκατε, επειδή προέβλεψε ότι το εύκρατο κλίμα του θα επιδράσει θετικά στη σωφροσύνη των ανθρώπων. Η Θεά ήταν φίλη του πολέμου και της σοφίας, επέλεξε επομένως τον τόπο εκείνο που θα γεννούσε ανθρώπους παρόμοιους με αυτή και ίδρυσε τη πρώτη της πόλη. Εγκατασταθήκατε λοιπόν εκεί, έχοντας τέτοιους και ακόμη καλύτερους νόμους και ξεπεράσατε όλη την ανθρωπότητα σε αρετή, όπως άλλωστε θα περίμενε κανείς από γεννήματα και θρέμματα Θεών.» Στον πλατωνικό διάλογο «Τιμαίος» γίνεται ξεκάθαρη αναφορά σε υψηλού επιπέδου προκατακλυσμιαίο πολιτισμό, όχι μόνο σε ότι αφορά στη νομοθεσία και στη φιλοσοφία αλλά και στις επιστήμες και στις τέχνες : «Στο ζήτημα τώρα της φρόνησης πόσο μερίμνησε εδώ ο νόμος από την αρχή. Ξεκινώντας από τη κοσμική τάξη άντλησε από το θεϊκό βασίλειο όλες τις τέχνες που βρίσκουν εφαρμογή στην ανθρώπινη ζωή, ως τη μαντική και την ιατρική που διασφαλίζει την υγεία και εξάντλησε όλη τη σειρά των γνώσεων που έπονται». Ισχυρίζεται δηλαδή ο Πλάτων πως πριν τον κατακλυσμό είχαν εφαρμοστεί όλες οι τέχνες – τεχνολογία, που βρίσκουν εφαρμογή στην ανθρώπινη ζωή. Η μαντική (ως τέχνη επικοινωνίας με τη συμπαντική ροή) και η ιατρική ήταν υψηλοτάτου επιπέδου και είχε εξαντληθεί – δηλαδή είχε φτάσει στο υψηλότατο δυνατό επίπεδο – η γνωστική ικανότητα των ανθρώπων στο τομέα της επιστήμης και της τεχνολογίας. Τον ίδιο ισχυρισμό του για αναπτυγμένο προκατακλυσμιαίο πολιτισμό ο Πλάτων επαναλαμβάνει και στο έργο της μεγάλης ωριμότητάς του, τους «Νόμους» (βιβλίο Γʼ, 687c-681). Ο διάλογος που ακολουθεί γίνεται μεταξύ του Αθηναίου και του Κλεινία: ΑΘ.: Να υποθέσουμε επίσης ότι καταστράφηκαν συθέμελα όλες οι πεδινές και οι παραθαλάσσιες πόλεις. ΚΛ.: Ας τα υποθέσουμε ΑΘ.: Έτσι όμως καταστράφηκαν όλα τα εργαλεία και οι ανακαλύψεις, που είχαν γίνει σχετικά με την πολιτική ή με οποιοδήποτε άλλο πεδίο γνώσης. Γιατί φίλοι μου, αν οι ανακαλύψεις τους είχαν μείνει άθικτες από το πέρασμα του χρόνου, όπως τις έχουμε σήμερα δεν θα υπήρχε περιθώριο για καινούργιες εφευρέσεις. Στο παραπάνω απόσπασμα ο Πλάτων δεν αφήνει καμία αμφιβολία : Αν οι εφευρέσεις του προκατακλυσμιαίου πολιτισμού δεν είχαν χαθεί, η μεταγενέστερη ανθρωπότητα δεν θα είχε τίποτα να εφεύρει, εννοώντας φυσικά ότι ο πολιτισμός εκείνος είχε φτάσει στο υψηλότατο τεχνολογικό και πολιτισμικό επίπεδο. Δίνει μάλιστα και μια ικανοποιητική απάντηση σε όσους έχουν χωρίσει την ιστορία της ανθρωπότητας σε περιόδους που ονομάζονται «Παλαιολιθική», «Νεολιθική», «Του χαλκού» κ.ο.κ. Περιγράφει λοιπόν τι επικράτησε μετά τον κατακλυσμό : «Εκείνη την εποχή πρέπει να ένιωθαν ευχαρίστηση όταν συναντιόνταν, τόσοι λίγοι που ήταν. Σίγουρα όλα τα μέσα επικοινωνίας που ίσως χρησιμοποιούσαν για τις επαφές τους στη στεριά και στη θάλασσα θα είχαν καταστραφεί μαζί με τις μεθόδους κατασκευής τους. (Σημ. Aragorn : Εδώ ο Πλάτων αναφέρει μόνο για στεριά και θάλασσα. Αν όμως οι εφευρέσεις είχαν εξαντληθεί και δεν θα υπήρχε περιθώριο για νέες εφευρέσεις, όπως αναφέρετε πιο πάνω, γιατί δεν αναφέρετε και ο αέρας; Δεν θα έπρεπε να είχαν εφευρεθεί και ιπτάμενες μηχανές;). Έτσι, πιστεύω δεν τους ήταν εύκολο να έρχονται σε επαφή μεταξύ τους. Υπήρχε έλλειψη ξυλείας, ενώ το σίδερο, ο χαλκός και τα υπόλοιπα μέταλλα ανακατεύτηκαν, χώθηκαν μέσα στη γη και ήταν δύσκολο πια να τα ξεχωρίσουν. Και αν απόμειναν ακόμα ορισμένα εργαλεία κάπου στα βουνά, σε λίγο καταστράφηκαν από τη σκουριά και δεν μπορούσαν να αντικατασταθούν πριν μάθουν οι άνθρωποι και πάλι τη τεχνική της επεξεργασίας των μετάλλων. Όλες όμως οι τέχνες που βασίζονται στο σίδερο, στο χαλκό και στα άλλα μέταλλα είχαν χαθεί σʼ εκείνη τη περίοδο και για ακόμα μεγαλύτερο διάστημα. Όσο για την αγγειοπλαστική και υφαντική τέχνη, δεν χρειαζόταν καθόλου σίδερο. Ο Θεός έδωσε αυτές τις δύο τέχνες στους ανθρώπους για να φτιάχνουν ότι ήθελαν, έτσι ώστε αν ποτέ τύχαινε το ανθρώπινο γένος να μην βρίσκει μέταλλα, να μπορεί να αναγεννάτε και να αναπτύσσετε από την αρχή.» Η επεξεργασία και η χρήση των μετάλλων ως τέχνη χάθηκε, μας βεβαιώνει ο Πλάτων και μάλιστα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Η ανθρωπότητα επέστρεψε στη βαρβαρότητα και ξεκίνησε πάλι από την αρχή. Στέφανος Μυτηλιναίος.