Πάνε πολλά χρόνια, είχα κλείσει τα 16 μου, η μητέρα μου βαριά άρρωστη, στένωση μυοκαρδίου ήταν σε αθηναϊκό νοσοκομείο. Ο πατέρας μου έλλειπε μαζί της για πάνω από 40 μέρες. Εγώ πήγαινα στο σχολείο, έμενα μαζί με τις δύο μικρότερες αδερφές μου και τη γιαγιά μου στο χωρίο. Μια μέρα ακούστηκε η καμπάνα της κεντρικής Εκκλησίας του χωριού να κτυπά πένθιμα. Με πληροφόρησαν οι συγγενείς ότι η μητέρα μου πέθανε!!! Εγώ συντετριμμένος χώθηκα σε μια αποθήκη με σανό (για τα ζώα) και έκλαιγα... Μετά από κάμποση ώρα-δεν θυμάμαι ακριβώς-με βρήκαν και μου είπαν πως τελικά η μητέρα μου ζει!!! Πράγματι η μητέρα μου έζησε, ήλθε στο χωριό. Οι γιατροί δεν της επέτρεπαν καμιά απασχόληση, εξ άλλο ο τοπικός γιατρός μίλαγε για θαύμα... Μια μέρα - ήμουν ήδη φοιτητής φυσικής σε ελληνικό πανεπιστήμιο-όταν την επισκέφτηκα, μου ζήτησε να της πάω μια Καινή Διαθήκη, να διαβάζει στο κρεβάτι. Όταν στην επόμενη επίσκεψη, της έκανα αυτό το δώρο, μου ζήτησε να μου εκμυστηρευτεί ένα μυστικό. Μου είπε πως αυτό δεν το είπε ούτε στον πατέρα μου, ούτε στις μικρότερες αδερφές μου, ούτε σε κάποιον άλλο. Ότι μια μέρα στο δωμάτιο του νοσοκομείου, αισθάνθηκε να σβήνει, και ξαφνικά ΒΓΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ και άρχισε να ίπταται κοντά στο ταβάνι. Βλέπει τότε τον πατέρα μου πάνω από το σώμα της και τον άκουγε να φωνάζει δυνατά!! Που με αφήνεις με τρία ορφανά, και τα σχετικά. Οι γιατροί έτρεχαν να κάνουν κάτι, ενώ η πίεση είχε φτάσει στο μηδέν. Είπαν ότι πια όλα τέλειωσαν και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα... Στο δωμάτιο ήταν και κάποιος θείος μου, τηλεφώνησε στο χωριό για τα περαιτέρω...