Της Ν. Κοντράρου-Ρασσιά Ήξεραν από γεωμετρία οι καλλιτέχνες που φιλοτέχνησαν τις τοιχογραφίες της Σαντορίνης τον 17ο αιώνα π.Χ.; Και θα μπορούσε οι γνώσεις τους να έφταναν σε τόσο υψηλό επίπεδο ώστε να διαθέτουν όργανα ακριβείας για την απόδοση γεωμετρικών σχημάτων αλλά και ανθρώπινων μορφών; Μπορεί να απογοητεύει τους εραστές της τέχνης η διαπίστωση ότι δεν είναι προϊόν ελεύθερης απόδοσης η τελειότητα των σχημάτων που θαυμάζουμε σ' αυτά τα αριστουργήματα, ωστόσο η έρευνα σήμερα αποκαλύπτει ότι οι Θηραίοι χρησιμοποιούσαν κάποια γεωμετρικά όργανα. Επίσης γνώριζαν τον τρόπο κατασκευής της γραμμικής σπείρας, γνωστής σήμερα ως σπείρας του Αρχιμήδη, πολύ πριν ο αρχαίος Έλληνας μαθηματικός συλλάβει την ιδέα της κατασκευής της, γύρω στο 350 π.Χ. Στη διαπίστωση αυτή κατέληξε ύστερα από πολύχρονες παρατηρήσεις και μετρήσεις η ερευνητική ομάδα του καθηγητή της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Ηλεκτρονικών Υπολογιστών Κωνσταντίνου Παπαοδυσσέα. Είναι μία ομάδα έντεκα επιστημόνων που ήρθε πρώτη φορά σε επικοινωνία με τον ανασκαφέα της Σαντορίνης Χρήστο Ντούμα το 1996. Τότε, βλέποντας οι ερευνητές του Πολυτεχνείου την τεράστια προσπάθεια που απαιτούσε από τους αρχαιολόγους και τους συντηρητές η ανασύσταση των τοιχογραφιών από χιλιάδες κομμάτια που είχαν βρεθεί στα θαμμένα κάτω από τη στάχτη του ηφαιστείου σπίτια του προϊστορικού οικισμού του Ακρωτηρίου της Θήρας, άρχισαν να μελετούν με μαθηματικές μεθόδους τη δημιουργία ενός πληροφοριακού συστήματος, το οποίο θα ήταν δυνατόν να λύνει με τρόπο αυτόματο το πρόβλημα. Η μέθοδος που ανακάλυψαν έδειξε ότι μπορεί να έχει επιτυχία. Τα βήματα που θα ακολουθούν οι χειριστές του προγράμματος είναι απλά: Σκανάρουν κάθε θραύσμα, το αριθμούν και με βάση το περίγραμμά του στον υπολογιστή, αναζητούν τα σημεία επαφής με άλλα καταγεγραμμένα θραύσματα σε σχέση με τη θεματική και χρωματική τους συνάφεια. Έτσι, βρήκαν την ορθή θέση ορισμένων θραυσμάτων από τμήματα τοιχογραφιών που είχαν εν τω μεταξύ ανακατασκευαστεί από τους συντηρητές. Με τον τρόπο αυτό επιβεβαιώθηκε ότι η μέθοδός τους λειτουργεί απολύτως τουλάχιστον στις δύο διαστάσεις. Αν μελλοντικά βρεθούν οι οικονομικοί πόροι και αποκτηθεί ένα τρισδιάστατο σκάνερ, όπως λένε, θα έχουν ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες λάθους, επιταχύνοντας το έργο των συντηρητών που γίνεται σήμερα με τις παραδοσιακές μεθόδους. Παράλληλα, οι αρχαιολόγοι Χρ. Ντούμας και Α. Βλαχόπουλος τους πρόσφεραν τη δυνατότητα να μελετήσουν σε στενή συνεργασία μαζί τους τις τοιχογραφίες του δεύτερου ορόφου του κτιρίου της «Ξεστής ΙΙΙ». Η τοιχογραφία αυτού του χώρου που εν τω μεταξύ έχει πλήρως ανακατασκευαστεί στο εργαστήριο του Ακρωτηρίου, παρουσιάζει πολλές επαναλαμβανόμενες σπείρες. Ένα σύνολο πολύ ενδιαφέρον για την αισθητική του, αλλά και τον τρόπο που κατασκευάστηκε στην εξαιρετικά πρώιμη αυτή εποχή. Χρησιμοποιώντας μαθηματικές μεθόδους επεξεργασίας σήματος διαπίστωσαν, όπως μας είπε ο καθηγητής του ΕΜΠ, ότι όλες οι σπείρες των τοιχογραφιών σχεδιάστηκαν πιθανότατα κατά τμήματα με τη χρήση καμπυλογράφου (stencil) γραμμικής σπείρας και όχι με το χέρι. Ούτε με τη μέθοδο της εκτύλιξης σπάγκου γύρω από σταθερό άξονα -καρφί. Βρήκαν ότι ο τοίχος ήταν χωρισμένος σε τετράγωνα σαν σκακιέρα. Έφτιαχναν με σπάγκο τον κάναβο στον οποίο θα δούλευαν. Σε κάθε τετράγωνο εσωκλείεται μία σπείρα η οποία συνδέεται σχεδιαστικά με τη γειτονική. «Παρατηρήσαμε πως αν και δουλεύουν πάνω σε νωπό τοίχο, υπάρχει σταθερότητα στη γραμμή, πράγμα που προϋποθέτει χρήση οργάνων. Με προσεκτικότερη μελέτη είδαμε ότι είναι πολύ πιθανόν να είχαν γνώση διχοτόμησης γωνίας και κατασκευής επίκεντρων γωνιών κανονικών πολυγώνων. Μεγάλες κλάσεις διακοσμητικών στοιχείων ανήκουν σε ακτίνες είτε κανονικού 48γώνου είτε κανονικού 32γώνου. Τα πολύγωνα αυτά είναι μοναδικά και τα κέντρα τους βρίσκονται κοντά ή πολύ κοντά στα κέντρα των αντίστοιχων σπειρών». Ασφαλώς δεν ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν γνώσεις μαθηματικών, με την έννοια που δίνουμε σήμερα. Ούτε μπορεί κανείς να είναι βέβαιος για τον τρόπο που κατασκευάστηκαν τα εργαλεία τους, αφού η ύπαρξή τους δεν έχει επισημανθεί αρχαιολογικά. Ωστόσο η ομάδα του κ. Παπαοδυσσέα εκφράζει την απόλυτη βεβαιότητα ότι οι Θηραίοι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν καμπυλογράφους όχι μόνο για να σχεδιάσουν γεωμετρικά σχήματα αλλά και μορφές τις οποίες μελέτησαν στη Σαντορίνη. «Προσέξτε αυτή τη γυναικεία φιγούρα. Η καμπούρα είναι ίδια με τους δύο βραχίονες. Τα χέρια θυμίζουν Ποπάι. Έχουν γίνει με τον ίδιο καμπυλογράφο, χρησιμοποιώντας διαφορετικό τμήμα της καμπύλης του. Κοιτάξτε το αφτί . Είναι μία κανονική σπείρα». Έτσι, απέδειξαν ότι ένα σημαντικό μέρος των τοιχογραφιών, όπως οι «Κροκοσυλλέκτριες», είναι πιθανόν να έχουν προκύψει με κάποια συγκεκριμένα όργανα: μια γραμμική σπείρα, τέσσερις υπερβολές και δύο ελλείψεις. «Φανταστείτε με ένα εργαλείο να ζωγραφίζω τα χαρακτηριστικά του προσώπου μιας γυναίκας και με τέσσερις χάρακες να σχεδιάζω τον κορμό της». Ωστόσο, αυτό που αποδεικνύεται τώρα με ακριβείς μετρήσεις και υπολογισμούς το είχαν παρατηρήσει και τα έμπειρα μάτια των αρχαιολόγων και ζωγράφων (Κική Μπίρταχα, Μανώλης Ζαχαριουδάκης στο Διεθνές Συνέδριο των Τοιχογραφιών της Θήρας, 1997). «Είχαν διαπιστώσει κάποιες επαναληψιμότητες στα περιγράμματα των μορφών, όπως ότι οι μύτες ήταν ίδιες, οι πλάτες ίδιες». Αν δεχθούμε λοιπόν ότι οι Θηραίοι χρησιμοποιούσαν γεωμετρικά όργανα, πρέπει να αναρωτηθούμε πώς τα έφτιαχναν αυτά χωρίς γνώσεις γεωμετρικές. « Δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς χρήση γεωμετρικών μεθόδων γιατί τόσο οι υπερβολές και ελλείψεις όσο και η γραμμική σπείρα μπορούν να σχεδιαστούν πολύ ικανοποιητικά με χρήση απλών γεωμετρικών εργαλείων (κανόνα, διαβήτη, σπάγκο). Η σχεδίαση όμως αυτή σίγουρα απαιτεί ευρηματικότητα και ευφυΐα και σίγουρα εμπεριέχει εντυπωσιακή αίσθηση συμμετρίας και γεωμετρίας. Μας έχει εντυπωσιάσει το μεγαλείο της σκέψης τους». Η εντεκάδα του κ. Παπαοδυσσέα έχει εστιάσει τώρα την προσοχή της σε ένα άλλο άλυτο πρόβλημα: Την αναγνώριση της γραφής κάθε χαράκτη που έχει σμιλεύσει πάνω στην πέτρα τις επιγραφές των κλασικών χρόνων. Το υλικό τεράστιο. Έχουν βρεθεί 40.000 επιγραφές, οι οποίες αναζητούν το πρόσωπο που τις σκάλισε. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γραφής του. Με το πληροφοριακό σύστημα των μηχανολόγων του ΕΜΠ εξετάζεται κάθε γράμμα χωριστά και διαπιστώνεται ο τρόπος με τον οποίο ο χαράκτης χτυπάει την πέτρα. Κάθε χέρι έχει τη δική του τεχνική και την δική του φυσιογνωμία. Υπάρχουν γράμματα ελαφρώς λοξά, άλλα στρογγυλά και άλλα κατακόρυφα. Ανάλογα με αυτές τις παρατηρήσεις που εξάγονται από την επεξεργασία τους στον υπολογιστή, διαπιστώνεται ο γραφικός χαρακτήρας κάθε γραφέα. Η μελέτη αυτή γίνεται σε συνεργασία με τον διευθυντή της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής Στιβ Τρέισι. Σε έναν αριθμό αρχαίων επιγραφών που τους δόθηκε να εξετάσουν με τη μέθοδό τους διαπιστώθηκε από τον κ. Τρέισι ότι γίνεται η ταυτοποίηση των χαρακτών με 100% επιτυχία.