Ο Ηρόδοτος στην αφήγησή του για το βασιλιά της Σπάρτης Δημάρατο γράφει : Όταν ο Λεοτυχίδης, αντίπαλος του Δημάρατου, κατηγόρησε τον Δημάρατο ότι δεν ήταν αληθινός γιος του βασιλιά Αρίστωνα, εφόσον και ο ίδιος ο βασιλιάς είχε θέσει εν αμφιβόλω τη πατρότητά του, ο Δημάρατος επιφόρτισε επίσημα τη μητέρα του με το καθήκον να του πει όλη την αλήθεια σχετικά με τη προέλευσή του. Η μητέρα του, του απάντησε ως εξής : Τη τρίτη νύχτα που ο Αρίστων με οδήγησε στο σπίτι αυτό, εμφανίστηκε μπροστά μου μια οντότητα που έμοιαζε με τον Αρίστωνα, ξάπλωσε μαζί μου και έπειτα μου φόρεσε κάποιες γιρλάντες λουλουδιών που είχε φέρει μαζί του. Λίγο μετά που έφυγε αυτή η μορφή εμφανίστηκε ο Αρίστων. Βλέποντας με να φοράω τις γιρλάντες με τα λουλούδια με ρώτησε ποιος μου τις είχε δώσει. Εγώ του είπα ότι ήταν δικό του δώρο, αυτός όμως το αρνήθηκε. Στη συνέχεια του είπα και πήρα όρκο, ότι δεν έκανε καλά που τα αρνιόταν όλα αυτά. Γιατί του είπα ότι ο ίδιος ήταν εκεί λίγο πριν, είχε ξαπλώσει μαζί μου και τότε μου έδωσε τις γιρλάντες. Όταν ο Αρίστων με άκουσε να παίρνω όρκο, τότε κατάλαβε πως κάποιο θεϊκό χέρι είχε ανάμιξη σε όλα αυτά. Και έτσι, όχι μόνο είδε ξεκάθαρα ότι οι γιρλάντες των λουλουδιών προέρχονταν από το ναό του ήρωα που βρίσκεται κοντά στην αυλόπορτα και ονομάζουμε ναό του Αστρόβακου, αλλά επιπλέον, οι μάντεις δήλωσαν ότι αυτός που με είχε επισκεφτεί ήταν ο ίδιος ο ήρωας Αστρόβακος. Έτσι γιε μου, ξέρεις πλέον όλα όσα επιθυμούσες να γνωρίζεις και επομένως ο Αστρόβακος είναι ο πατέρας σου, είτε είσαι γιος του Αρίστωνα, γιατί εκείνη η νύχτα ήταν η νύχτα της σύλληψής σου.