Διάφορα ήθη και έθιμα, τραγούδια και χοροί, τελεταί και εορταί, πανηγύρεις και διασκεδάσεις, αστεία και παίγνια, προλήψεις και δεισιδαιμονίαι, διαβάσματα και εξορκισμοί, χαϊμαλιά και νουσχάδες. ταύτα και άλλα παρόμοια ποίκιλλον την ζωήν των παλαιοτέρων γενεών και έδιδον τόνον και χρώμαν εις αυτή. Πόσα και πόσα έχει ακόμη να γράψη η λαογραφία, τα οποία εφ' όσον δεν γράφονται, λησμονούνται, καθ' εκάστην και περισσότερον, παρασυρόμενα το εν κατόπιν του άλλου, από τα θολά και απύθμενα νερά της λήθης! Όπως άλλοτε αλλά αλλαχού, τοιουτοτρόπως και εις τον 13ον τόμον των «Θρακών» του «Θρακικού Κέντρου» του έτους 1940 είχομεν δημοσιεύσει μερικά λαογραφικά του Διδυμοτείχου υπό τον τίτλον «Μερικαί συνήθειαι του Διδυμοτείχου». Εκεί εγίνετο λόγος και περί ενός τούρκου Χότζα εις το χωρίον Πύθιον, όστις ήτο εξορκιστής. Έκαμνεν εξορκισμούς δια το «μάτιασμα», το κακό μάτι, όπως λέγομεν και δια διαφόρους ασθενείας και ζώων τούρκων και ημετέρων. Εκρέμα δε «νουσχάδες», δηλαδή περίαπτα ή φυλακτά και εις ζώα και εις ανθρώπους. Επίσης εγίνετο λόγος και περί ενός ιερέως του παλαού χωρίου Πετράδες Παπαζήση, ο οποίος έκαμνε τα ίδια. Αναδιφώντες τελευταίως τα πολλά και ποικίλα σημειώματά μας δια την γενικήν ιστορίαν του Διδυμοτείχου, παρατηρήσαμεν τα εξής: κατά μίαν πληροφορίαν του προ αρκετών ετών ιερέως του Πυθίου, του γέροντος Παπά Γιάννη Χρηστίδου, δεν επρόκειτε περί του ιερέως Παπά Ζήση, εκτός εάν και εκείνος έκαμνεν εξορκισμούς, αλλά περί του παπά Αθανασίου, τον οποίον ενεθυμείτο καλώς ο Παπά Γιάννης. Ότι προς τούτοις ανέγραφεν εις τα φυλακτά, όχι μόνον το όνομα της αγίας Τριάδος, μαζί με το σημείον του Σταυρού, αλλά έγραφε και διάφορα εκκλησιαστικά τροπάρια. Π.Χ. «Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν, Δέσποτα. Σταυρός ο φύλαξ πάσης οικουμένης.» κ.ά. π. Ενίοτε δε εναντίον διαφόρων ασθενειών, βασκανίας, αϋπνίας κ.λ.π. και μάλιστα των μικρών παιδιών, έγραφεν: «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον και ελευθέρωσον τον δούλον σου (την δούλη σου). από της ασθενείας ταύτης (ή της βασκανίας ή της αϋπνίας)» κ.λ.π. Αφού απετελείωνε τα περίαπτα ή φυλακτά, έλεγε και αναλόγους ευαγγελικάς φράσεις εις τους πάσχοντες: «Ίσθι υγιής από της ασθενίας σου, η απολέλυσαι της ασθενείας σου, ή η πίστις σου σέσωκε σε, πορεύου εις ειρήνη» κτ.τ. Όχι δε μόνον ο χότζας του Πυθίου, αλλά και άλλοι χότζαδες διαφόρων χωριών, καθώς και ιερείς έκαμνον νουσχάδες και διαβάσματα «Φυσήματα» και «φτυσίματα» κ.λ.π. δια να εξορκίσουν το μάτιασμα, την βασκανία και εν γένει τα πονηρά πνεύματα. Και επί μεν των ανθρώπων τα φυλακτά εκρεμώντο εις τον λαιμόν ή ερράπτοντο επί των ενδυμάτων ή των καλυμμάτων της κεφαλής, συνδυαζόμενα ενίοτε με διάφορα κοσμήματα ή χρωματιστές χάνδρες, και ιδίως επί μικρών παιδιών. Ετίυεντο επίσης και εις τα λίκνα των βρεφών. Επί δε των ζώων, εκτός της αναρτήσεως εκ του λαιμού ή της προσαρμογής με κοσμήματα και χάνδρες επί της κεφαλής, έκαμνον και το εξής: Δια καταλλήλου οργάνου εσχημάτιζον κοιλώματα εις τα κέρατά των. Αφού δε εναπέθετον τα φυλακτά, εβούλωνον τα κοιλώματα με κήρον ή άλλην στερεωτέραν κολλητικήν ουσίαν. Προσέτρεχον δε συχνάκις διάφοροι Τούρκοι και χριστιανοί δι εαυτούς ή δια τους οικείους και τα ζώα των, προς τους χοτζάδες ή τους ιερείς, αδιακρίτως θρησκείας και φυλής, κομίζοντες και τα σχετικά δώρα, εις χρήμα η εις είδος τα οποία και ηύξανον βεβαίως μετά την αποθεραπείαν. Ενθυμούμεθα συχνάκις τον συμπαθή και φίλον αιδεσιμώτατον «Ντέρ» (ιερέα) Αρσένιον Στεπανιάν, εφημέριον της Αρμένικης Εκκλησίας του «Σούρπ Κεβόρκ», δηλαδή του Αγίου Γεωργίου του Παλαιοκαστρίτου, εν Διδυμοτείχω. Εδιάβαζεν αρμενιστί εκκλησιαστικάς ευχάς εις διαφόρους ασθενείς, χριστιανούς και τούρκους χωρικούς. Μας είχε διηγηθή μίαν ημέραν το εξής περίεργον: Ότι δηλαδή ο ιερεύς των Νέων Πετράδων Παπά Μιχάλης «εδιάβαζεν» όχι μόνον χριστιανούς, αλλά και αλλοθρήσκους, όπως αυτός. Έκαμνεν όμως και «μάγια». Συνεφιλίωνε με μαγικούς τρόπους ανδρόγυνα εν διαστάσει ευρισκόμενα ή και αλληλομισούμενα, ή συνετέλει, ώστε να ψυχρανθούν και να μισηθούν ακόμη μεταξύ των πρόσωπα αγαπώμενα ή συζώντα παρανόμως. Μια λοιπόν τούρκισσα και γραία χωρική, έλθουσα, εν αγνοία του ανδρός της εις Διδυμότειχον, είπε προς τον Αρσέν ότι ο σύζυγός της, γέρων και αυτός, είχε στενάς σχέσεις με μίαν αλλόθρησκον και πρακάλεσε τον «Ντέρ» να διαβάση «μαγικές ευχές» δια να κρυώσει» ο σύζυγός της από την ξένην γυναίκα. Αλλ' ο Αρσέν, επειδή δεν έκαμνε «μάγια» ηρνήθη. Η τούρκισσα τότε κλαίουσα είπεν ότι ο Παπά Μιχάλης κάμνει «κάτι τέτοιες ευχές», αλλ' ότι η ιδία δεν ηδύνατο με μεταβή εις το χωριόν Πετράδες, διότι ο σύζυγός της, υποπτευμόμενος και μανθάνων τι συνέβαινε θα την εφόνευε ή θα την εχώριζεν,. ενώ ελευθέρως ήρχετο εις Διδυμότειχον, χωρίς να παρεηγηθή ένεκα της εβδομαδιαίας αγοράς. Είναι που γνωστός και ο δια της κλωστής εξορκισμός (το δέσιμο) του διαρκούς ή τους διαλείποντος πυρετού εκ μέρους διαφόρων κληρικών (ιερέων και χοτζάδων) ή και απλώς λαϊκών, ενίοτε δε και γυναικών. Έκαμνον το εξής: Ελάμβανον κλωστήν χρωματιστήν και την περιέδενον εις τον βραχίονα τους ασθενούς, συγχρόνως δε εφύσων και ψιθύριζον διάφορους ακατανοήτους μαγικάς φράσεις και ευχάς μεν υπέρ του ασθενούς, κατάρας δε κατά του πονηρού. Η κλωστή έπρεπε να παραμείνη εις τον βραχίονα έως ότου σαπίση και πέση μόνη της. Ο δε εξορκιστής, όταν περιέδενε την κλωστήν, έλεγεν ελληνιστί ή τουρκιστί: «ως που να πέση η κλωστή, να πέση ο πυρετός σου». Ταύτα συνέβαινον, αλλά και τώρα συμβαίνουν, έστω και σπανιώτερον, ου μόνον εν Θράκη, αλλά και πανταχού και εις την Μικράν Ασίαν. Παροιμειώδης μάλιστα έμεινε μία φράσις εξορκισμού εις την τουρκικήν, η εξής: «σιτμά, σιτμά, σου ιτί ντουμπά. Μπου σενέ γιετέρ, γιενί σενέ ντά (χ)ά μπετέρ». Δηλαδή: Πυρετέ, πυρετέ, αυτόν τον σκύλον μην πιάσης (πεια). Εφέτος φθάνει, τον άλλο χρόνο (να τον πιάσης) ακόμη χειρότερα!. Σημειούμων και μιάν άλλην, πολύ γνωστήν, παλαιάν ειδωλολατρικήν συνήθειαν των ασθενών εν Ανατολή και Θράκη, η οποία διατηρείται ακόμη εις διάφορα μέρη, καθώς και εις το Διδυμότειχον. Εις την Μικράν μελέτην μας περί του εν Διδυμοτείχω παρεκκλησίου της Αγίας Μαρίνης, μεταξύ του πύργου «Μπές - Κουσάκ» (Πεντάζωνον) και της επί του Ερυθροποτάμου υδραυλικής εγκαταστάσεως, αναφέρομεν δι εν μικρόν δένδρον εντός της αυλής του παρεκκλησίου. Εις το δένδρον λοιπόν εκείνο, καθώς και εις σιδηροκιγκλιδωτήν εξώθυραν, οσάκις είναι κλειστή, οι προσερχόμενοι οι πυρέσσοντες και άλλοι ασθενείς, προσδένουν τεμάχια μικρά, αποκοπτόμενα εκ των ενδυμάτων αυτών ή και κλωστές, διότι πιστεύουν, ότι θα θεραπευθούν. Εις την αρχήν είχομεν κάμει κόγον δια το Ούθιον του Διδυμοτείχου. Το τουρκικόν όνομα του (Κουτελή Μπουργκάζ), δηλαδή το Πϋργος φέρει εις τον νού μας την θρακικήν κωμόπολιν Πύργος (Κεμέρ - Μπουργκάζ), πλησίον της Κωνσταντιπουπόλεως και όπισθεν του λεγομένου Κεατζανά πέραν του κερατίου κόλπου. Υπηρετήσαμεν εκεί, ως διευθυντής των σχολείων, το σχολικόν έτος 1912-1913. Η εκκλησία του, εκτός των δύο ιερέων της είχε και ένα διάκονον, εκτελούντα συγχρόνως καθήκοντα και κανδηλανάπτου. Δεν θέλομεν να αναφέρωμεν το όνομά του. Ήτο πτωχός οικογενειάρχης και προσεπάθει να ζήση. Ούτος λοιπόν συχνάκις και μυστικώς έκαμνε φυλακτά δ' ασθενείς και επληρώνετο. Ελάμβανε φύλλου χάρτου. Εχάραττε το σημείον του σταυρού. Κάτωθεν έγραφεν ολόκληρον το σύμβολον της Πίστεως, αλλά αντιθέτως ήρχιζεν από του τέλους, από το Αμήν, και έφθανεν εις την αρχήν, εις την λέξιν Πιστεύω, γράμμα προς γράμμα, κατά το λεγόμενον «καρκινικόν σύστημα». Έγραφε και άλλας λέξεις. Χριστός, Αία Τριάς, Παναγία, Άγγελοι, Αγιοι, αλλά και Σατανάς, Εωσφόρος, Βεελζεβούλ κ.λ.π. Επίσης ανέγραφε το όνομα του ασθενούς και το είδος της ασθενείας, πυρετού ή άλλης κ.λ. Κατόπιν εδίπλωνε την κόλλαν επανειλημμένως, έως ότου γίνη πολύ μικρά και την έρραπτεν εντός πανίου. Και έκαμνε τοιουτοτρόπως το «φυλακτό», όπως μας έλεγεν ο ίδιος. Καθώς είχομεν ακούσει άλλοτε αλλαχού και άλλοι έγραφον όμοια. αλλά έκαιον την κόλλαν εντός δοχείου και ανέλυον την στάκτην εις ύδωρ. Το δε ύδωρ παρέδιδον εις τους ασθεννείς ως ιατρικόν. ΑΡΧΙΜ. ΝΙΚΟΛ. ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ