Στο Νεζερό κοντά στο Λεβίδι είχε ένας, ένα μαντρί. Είχε μέσα οκτώ βόδια και για βοσκό είχανε έναν που τον παινεύανε . Τον λέγανε Ζαχαριά, δεν φοβόταν τίποτα και τον πλήρωνε καλά γιατί δούλευε και καλά. Μια φορά μας λέει ο ίδιος ο Ζαχαριάς καθότανε δίπλα σε μια καταβοθρίτσα. Να δεις τι έγινε. Τα μεσάνυχτα, να σου και έρχεται ένα κατακόκκινο λαγωνικό, τεράστιο. Ο βοσκός σαν γενναίος που ήταν ο κυνήγησε με το τουφέκι φωνάζοντας. Από την όλη φασαρία αναστατώθηκαν τα βόδια Αφού ο Ζαχαριάς το έχασε από μπροστά του γυρίζει πίσω και το βλέπει ανεβασμένο πάνω στο καλύτερο το βόδι, γιατί το δαιμόνιο πάντα κυνηγάει τα καλύτερα ζώα. Εκεί που το κέντριζε του ρίχνει μια τουφεκιά με το καρυοφύλλι και πέφτουν κάτω και το βόδι και το δαιμόνιο. Τότε, λέει, σηκώθηκε μία λαμπάδα κόκκινη και μεγάλη ίσα με τον ουρανό. Μάλιστα την είδανε και από τη γύρω περιοχή όσοι ήταν ξύπνιοι. Εκείνη η λαμπάδα τραβούσε, τραβούσε, φτάνει στη καταβόθρα και σαν έφτασε μπαίνει μέσα με μια βοή, που σείστηκε όλος ο τόπος τριγύρω και βρόμισε ο τόπος σε μεγάλη απόσταση.