Μια φορά ο Κακάμπαρος κοιμόταν στα δεμάτια μέσα στο καλοκαίρι. Τότε ήρθε ένας δαίμονας που πάει και στα γιδοπρόβατα και του είπε να σηκωθεί. Σηκώθηκε τότε και τότε ο δαίμονας τον καβαλίκεψε και τον βαρούσε με τα πόδια. Τον πήγε στη Περιστερότρυπα της Επάνω Χρέπας . Όταν έφτασε εκεί τον διέταξε να πέσει μέσα μα ο Κακάμπαρος ήρθε στα συγκαλά του, είδε τον γκρεμό και άρχισε να λέει αγικά. Το δαιμονικό χάθηκε μα και εκείνος έπαθε ζημιά. Την αυγή τον βρήκανε κάτι Περιθεριώτες μισοζώντανο, τον πήγανε στο χωριό, μα μαύρισε από το δαιμονικό που τον είχε μολύνει και πέθανε.