Ο βοεβόδας της Αθήνας έριξε μία κολώνα από τις τέσσερις που ήταν χωριστά από τις άλλες για να πάρει τα μάρμαρα να τα βάλει στο τζαμί κοντά στην αγορά που έχτιζε τότε. Τρεις φορές έβαλαν φουρνέλο για να την γκρεμίσουν και δεν μπόρεσαν. Στο τέταρτο φουρνέλο όμως η κολώνα έπεσε. Οι άλλες τρεις κολώνες που ήταν κοντά της έκλαιγαν κάθε νύχτα την αδερφή τους, Και ο κόσμος δεν μπορούσε να ησυχάσει τη νύχτα από τα φοβερά κλάματά, μέχρι που ο βοεβόδας, που έγινε στη συνέχεια πασάς του Ζητουνίου, φαρμακώθηκε και πέθανε. Και τότε έπαψαν τα κλάματα.