Στο Βυζάντιο, η ομοφυλοφιλία, όχι μόνο ήταν ανεκτή, αλλά είχε ουσιαστικά και την εκκλησιαστική κάλυψη, καθώς η νόμιμη συμβίωση ή και γάμος μεταξύ ομοφυλόφιλων, δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο.
Καθώς, η ομοφυλοφιλία, δεν ήταν -ούτε και είναι- άγνωστο φαινόμενο στις τάξεις της Εκκλησίας (τουναντίον μάλιστα), για να δώσει μια νομιμοφάνεια στις σχέσεις αυτές, επινόησε την λεγόμενη «αδελφοποίηση» (ή «αδελφοποιία»). Με την ορολογία αυτή, νοείται η με θρησκευτική τελετή -δήθεν πνευματική- ένωση δύο ανδρών, για την οποία γράφτηκε και επίσημη ευχή «εις Αδελφοποιίαν πνευματικήν», που διαβαζόταν από τον ιερέα μπροστά από το Ευαγγέλιο. Η «Ακολουθία της Αδελφοποιίας» όμως, είναι ολόιδια με την Ακολουθία του –γνωστού ετερόφυλου- Γάμου (ζευγάρι εμπρός από τον ιερέα, Ευαγγέλιο, κεριά, κουμπάρος, συγγενείς κ.τ.λ.).
Στην πραγματικότητα δηλαδή, δεν πρόκειται για καμμία πνευματική ένωση, αλλά για κανονικό γάμο μεταξύ ανδρών και ευλογία από τον ιερέα της σαρκικής ομοφυλόφιλης ένωσης. Αυτό ομολογείται και από το ίδιο το «Πηδάλιον», στο οποίο αναφέρεται χαρακτηριστικά, ότι οι άνδρες κατά την αδελφοποιησία «υπανδρεύονται αναμεταξύ των». Το «Πηδάλιον» απαγορεύει τέτοιες τελετές χαρακτηρίζοντας τους νυμφίους ως «ψευδαδελφοποιητούς», που ικανοποιούν «τας ηδονάς και τα σαρκικά των θελήματα»: «Η δε λεγομένη αδελφοποιησία είναι εμποδισμένη από το λε’ κεφ. του ιγ΄ τίτλου του ε’ βιβλίου του νόμου (σελ. 217, της Γιουρ Γραικόρ.) τελείως να μην γίνεται, και αποβεβλημένη εστίν από την Εκκλησίαν του Χριστού… Όθεν η τοιαύτη αδελφοποιησία όχι μόνον δεν γίνεται, ή λογίζεται τελείως εμπόδιον εις το να υπανδρεύωνται αναμεταξύ των οι τοιούτοι ψευδαδελφοποιητοί, αλλ’ ουδέ όλως πρέπει να γίνεται. Απόβλητον γάρ εστι τούτο από την Εκκλησίαν του Χριστού, ως πολλών κακών και απωλείας πρόξενον ψυχικής εις τους περισσοτέρους, και ύλη δια να πληρόνουν τινες τας ηδονάς και τα σαρκικά των θελήματα, καθώς η δοκιμή μυρία έδειξε τα παραδείγματα κατά διαφόρους καιρούς και τόπους». («Πηδάλιο», «Περί συνοικεσίων», κεφάλαιο Ι’).
Τις ίδιες λέξεις (αδελφοποίησις, αδελφοποίητος) χρησιμοποιούν οι ιστορικοί στην περίπτωση της ένωσης στην εκκλησία των μετέπειτα Αρμένιου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Βασιλείου Α’ και του μοναχού Νικολάου.
Μεταξύ άλλων τόσο ο Roswell όσο και το άρθρο, μας υπενθυμίζει ότι η χριστιανική θρησκεία όχι μόνο έχει ανεχτεί, αλλά επίσης έχει γιορτάσει, ενώσεις ανάμεσα στα πρόσωπα του ιδίου φύλου «Στο μοναστήριο της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά βρίσκεται μια εικόνα που απεικονίζει τους δύο Χριστιανούς, με ρούχα τελετής, την ώρα του γάμου τους».«Με άλλα λόγια, μάρτυρας του γάμου τους, δεν είναι κανείς άλλος από τον… Ιησού Χριστό»
Σε αρχαίο Ελληνικό κείμενο το οποίο αναφέρεται σε αυτό το ζευγάρι, αναφέρονται ως «ερασταί».
Αναζητήσαμε στο διαδίκτυο, το βίο των Αγίων και Χριστιανική ιστοσελίδα αναφέρει « Οι άγιοι Σέργιος καί Βάκχος ήσαν στρατιώτες τού ρωμαϊκού στρατού καί υπηρετούσαν στίς στρατιωτικές τάξεις τού αυτοκράτορα Μαξιμιανού. Διακρίνονταν γιά τήν σύνεση καί τήν σωφροσύνη τους, καθώς καί γιά τήν ανδρεία τους στά πεδία τών μαχών, γεγονός τό οποίο παρακίνησε τόν αυτοκράτορα νά τούς απονείμη μεγάλα στρατιωτικά αξιώματα. Αλλά ο θαυμασμός καί η συμπάθεια τού αυτοκράτορα γιά τούς δύο νέους μετατράπηκε σέ προβληματισμό στήν αρχή καί σέ μίσος στήν συνέχεια, όταν πληροφορήθηκε ότι είναι Χριστιανοί. Γι’ αυτό καί διέταξε νά οργανωθούν ειδωλολατρικές τελετές καί θυσίες καί τούς κάλεσε νά παραστούν. Όταν εκείνοι αρνήθηκαν νά τό κάνουν καί ομολόγησαν τήν πίστη τους στόν Χριστό μέ παρρησία καί θάρρος, τότε ο Μαξιμιανός εξοργισμένος διέταξε νά τούς αφαιρέσουν τά διάσημα τών αξιωμάτων τους καί νά τούς διαπομπεύσουν. Οι στρατιώτες αφού τούς ενέπαιξαν καί τούς διαπόμπευσαν, στήν συνέχεια τούς έστειλαν σέ έναν σκληρό Δούκα τής Ανατολής, τόν Αντίοχο, ο οποίος μέ πρωτοφανή αγριότητα μαστίγωσε μέχρι θανάτου τόν Βάκχο. Τόν Σέργιο, όμως, τόν μεταχειρίσθηκε μέ διαφορετικό τρόπο, ίσως επειδή θυμήθηκε ότι κάποτε τόν ευεργέτησε. Κατ’ αρχάς τού πρότεινε νά αρνηθή τόν Χριστό καί νά τού χαρίση τήν ζωή, αλλά επειδή εκείνος έμεινε σταθερός στήν πίστη του, διέταξε καί τόν αποκεφάλισαν.»
Σε άλλη ιστοσελίδα χριστιανικού περιεχομένου «Το ζεύγος Αγίων, είναι οι Σέργιος και Βάκχος. (…) Στην εικόνα ενώνονται φέροντες χρυσά περιλαίμια.. Στη γνωστή βιογραφία τους, εκείνη του Συμεών του μεταφραστή, ο Σέργιος αποκαλείται ο τρυφερός σύντροφος ( ο γλυκός έταιρος και εραστής ) του Βάκχου». (…) Πάντα τραγουδούσαν και έλεγαν: «Τι καλόν και τι τερπνόν εστί συγκατοικώσιν οι αδελφοί επί τω αυτώ».
Σύμφωνα με το Συναξάρι τους, μαρτύρησαν επειδή έγιναν χριστιανοί. Για αρχή τους έβγαλαν τις στολές, τους φόρεσαν γυναικεία ρούχα και τους έβαλαν να παρελάσουν μπροστά απ’ όλη την πόλη, προς το παλάτι, με βαριές αλυσίδες στο λαιμό. Αυτός ήταν ο κλασικός τρόπος για την κοινωνική ταπείνωση ενός σχετικά ανδροπρεπή πολεμιστή και θυμίζει την ποινή για ομοφυλοφιλικές πράξεις, όπως περιγράφεται από τον Προκόπιο (Μυστική Ιστορία,11), τον Μαλάλα και το Θεοφάνη. Στο μαρτύριο, που ακολούθησε πρώτος πέθανε ο Βάκχος. Ενώ ο Σέργιος θλιμμένος για την απώλεια του φίλου του έκλαιγε, ο Βάκχος εμφανίστηκε εμπρός του, σαν λαμπρός άγγελος και του είπε: «Βιάσου αδελφέ μου και μέσω μιάς όμορφης και τέλειας ομολογίας, ακολούθησέ με και απόκτησέ με στο τέλος της πορείας. Το δικό σου βραβείο θα είναι να είμαι μαζί σου». Η υπόσχεση αυτή του Βάκχου είναι αξιοσημείωτη κι ενδεικτική του είδους των σχέσεών τους. Ανταμοιβή του Στέργιου δεν θα ήταν η αγιοποίηση, ούτε ο στέφανος του μάρτυρα, ούτε ο Παράδεισος, αλλά ο ίδιος ο Βάκχος.
Όσο απίστευτο κι αν φαίνεται σήμερα, από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού και για αιώνες, η εκκλησία όχι μόνο δεν είχε στην εμπροσθοφυλακή της ηθικής της την απαγόρευση των ερωτικών σχέσεων μεταξύ αντρών αλλά είχε φτιάξει και λειτουργίες για την ευλογία τους, σε άμεσο παραλληλισμό με τον ετεροφυλοφιλικό γάμο. Αυτές οι λειτουργίες τελούνταν, με διάφορες παλινωδίες αλλά αδιάλειπτα, στις εκκλησίες τόσο της δυτικής όσο και της ανατολικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, σε πολλές παραλλαγές. Κι αυτό σε ένα περιβάλλον όπου μέχρι τον 12ο αιώνα ο χριστιανικός γάμος, και των ετερόφυλων, δεν είχε ένα ενιαίο τελετουργικό καθώς δεν ήταν παρά μια μορφή εύνοιας της εκκλησίας η οποία ευλογούσε όσες ενώσεις θεωρούσε σύμφωνες με το πνεύμα της ηθικής της. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απαραίτητα απαγόρευε κάθε μορφή ένωσης που δεν ζητούσε την ευλογία της- αρκεί βέβαια μια τέτοια ένωση να κινούνταν στα πλαίσια της μονογαμίας και της αποδοχής από το κοινωνικό περιβάλλον.
Οι τελετές ένωσης αντρών στην πλειοψηφία τους ονομάζονταν «αδελφοποιήσεις». Στο πλαίσιο μιας έντονα ανδροκρατικής κοινωνίας, το στοιχείο που τις διέκρινε απ’ τον γάμο ήταν πως αποτελούσαν μια εθελοντική ένωση μεταξύ ίσων, σε αντίθεση με την τελετή που ονομαζόταν γάμος (ή, εξίσου συχνά, στεφάνωμα ή αλλιώς) η οποία περιέγραφε, σχεδόν πάντα, το δόσιμο της νύφης στο γαμπρό. Αυτό επέτρεψε στην πλειοψηφία των σύγχρονων μελετητών, να αγνοήσουν την ερωτική σημασία της έννοιας αδελφός στην αρχαιότητα και το μεσαίωνα (λατινικά: frater που σήμαινε και εραστής και germanus για το βιολογικό αδερφό). Γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να «διαβάζουν» τα συγκεκριμένα χειρόγραφα σα μια τελετή επικύρωσης φιλίας ή συμμαχίας, όταν δεν τα αγνοούσαν (που ήταν και το σύνηθες). Όσον αφορά στις σχέσεις μεταξύ γυναικών στις ίδιες περιόδους, αυτές παραμένουν σχεδόν πλήρως στο σκοτάδι αφού η σφαίρα που κινούνταν κοινωνικά οι γυναίκες πολύ συχνά δεν υπολογιζόταν ως άξια καταγραφής από την εκκλησία, η οποία ήταν και ο μόνος «ιστορικός» της εποχής.
Ο ιστορικός στο πανεπιστήμιο του Yale, John Boswell μας το υπενθύμισε το 1994, με το βιβλίο του The Marriage of Likeness: Same–Sex Unions in Pre–Modern Europe (New York: Villard, 1994).
Στο άρθρο της Care2.com, αναφέρει και λεπτομέρειες για το τελετουργικό. Ειδικότερα αναφέρει ότι τον 14ο αιώνα στη Σερβία ( δίπλα μας με άλλα λόγια ) ζητούσαμε στο ζευγαρι των δύο ανδρών να βάλει το δεξί χέρι του στο Ευαγγέλιο ενώ κρατούσαν στο αριστερό ο καθένας ένα σταυρό. Μετά τον ασπασμό του Ευαγγελίο, το ζευγάρι φιλιόταν και ο ιερέας τελούσε την ευχαριστία, πριν τους κοινωνήσει.
Στη Γαλλία μάλιστα, στα τέλη του Μεσαίωνα, υπήρχε ένα « σύμφωνο κοινωνικής συμβίωσης» αποκλειστικά για άνδρες. Μπορούσε να υπογραφεί παρουσία συμβολαιογράφου αποκλειστικά και παρουσία μαρτύρων. Το σύμφωνο είχε δημιουργηθεί για τους άνδρες που «υπόσχοντας να ζουν μαζί και να μοιράζονται το ψωμί, το κρασί και τα χρήματα».
Η ιστοσελίδα www.qvzine.net σε ένα ενδιαφέρον άρθρο της είχε αναφερθεί στο βιβλίο . Μεταξύ άλλων το άρθρο βασισμένο στο βιβλίο αυτό αναφέρει :
« Οι τελετές αυτές είχαν ορισμένα κοινά μεταξύ τους στοιχεία αλλά και αρκετές διαφορές. Μόνο μετά από μία χιλιετία χριστιανικής κυριαρχίας άρχισε να σχηματοποιείται μια όλο και πιο ενιαία λειτουργία ανά περιοχές και να αντιμετωπίζονται γενικά οι ερωτικές ενώσεις σαν ένα φαινόμενο που πρέπει να ελεγχθεί από την εκκλησία. Η πιο χαρακτηριστική αναφορά στα τελετουργικά ένωσης αντρών ήταν αυτή στους αγίους Σέργιο και Βάκχο (υπήρχαν βέβαια και άλλα τέτοια ζεύγη αγίων). Το συγκεκριμένο ζευγαράκι, αποτελούνταν από υψηλόβαθμους αξιωματικούς του ρωμαϊκού στρατού που μαρτύρησαν για την πίστη τους στο γνωστό μαλλιά ιεραπόστολο, χωρίς ωστόσο να σκέφτονται μόνο αυτόν. Αφού ο Βάκχος είχε ήδη πεθάνει ο Σέργιος τον οραματίστηκε να του δίνει κίνητρα για το δικό του μαρτύριο: «Βιάσου λοιπόν αδελφέ μου και μέσω μιας όμορφης και τέλειας ομολογίας, ακολούθησέ με και απόκτησέ με στο τέλος της πορείας. Το δικό μου βραβείο θα είναι να είμαι μαζί σου». («Γάμοι μεταξύ ανδρών», John Boswell, εκδ. Ζαχαρόπουλος, 2004, σελ. 195. ) Οι Σέργιος και Βάκχος έγιναν αργότερα οι προστάτες άγιοι του βυζαντινού στρατού. Τέτοια ζεύγη αγίων, όπως η Περπέτουα και η Φελίσιτας, μια αριστοκράτισσα και μια σκλάβα που μαρτύρησαν μαζί χωρίς να αναφέρονται πουθενά σύζυγοι, ή ο Πολύευκτος και ο Νέαρχος ήταν πολύ της μόδας τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Πιθανόν αυτό να οφείλεται σε μια διαφημιστική προσπάθεια της εκκλησίας να χρησιμοποιήσει, με σκοπό τη δική της εδραίωση, την τόσο δημοφιλή στον αρχαίο κόσμο ιδέα του ομοερωτισμού.
Η ίδια η εκκλησία, πάλι, και οι επικεφαλής του θεοκρατικού Βυζαντίου δεν εξαιρούνταν από τη χρήση αυτών των μυστηρίων. Οι αυτοκράτορας Βασίλειος ο Α’, για παράδειγμα, ανέβηκε στο θρόνο σκοτώνοντας το Μιχαήλ το Γ’, με τον οποίο είχε προηγουμένως ενωθεί τελετουργικά ( John Boswell σελ. 286-296.), και δεν ήταν οι μόνοι. Όσο για τους κληρικούς, μόνο οι μοναχοί απαγορευόταν να παντρευτούν ή να τελέσουν αδελφοποίηση από σχετικά νωρίς (και πάλι υπήρχαν εξαιρέσεις), ενώ οι ιερείς είχαν για πάνω από μια χιλιετία αυτά τα δικαιώματα. Παραθέτουμε μια δυτικοευρωπαϊκή self-service τελετή του 776 μ.χ.: «Ας γίνει γνωστό ότι εγώ ο Ραχίφριδος, ένας κληρικός γιος του Φρέδουλου του εμπόρου, με αυτό το έγγραφο καθιστώ, βεβαιώνω και ορίζω εσένα, Μαγνιπράνδε, κληρικέ, γιε του Μαγνιπέρτου, να μοιραστείς μαζί μου την οικεία μου τις υπόλοιπες μέρες της ζωής μας – δηλαδή το σπίτι της ενορίας της εκκλησίας μου, του Αγίου Δαλμάτιου και το σπίτι μου στην πόλη, κοντά στην ίδια εκκλησία και τα άλλα μου κτίσματα […]. Όσον αφορά την προαναφερθείσα εκκλησία του Θεού και όλα τα πράγματα και τα πρόσωπα που της ανήκουν θα είσαι από τούδε και στο εξής συνεταίρος μου και κληρονόμος μου, έτσι ώστε ποτέ να μη μοιράσουμε την εκκλησία, ούτε τα πράγματα ή τα πρόσωπα που της ανήκουν, κινητά ή ακίνητα, αλλά, όπως δήλωσα και πριν, να ζήσουμε εκεί μαζί και να έχουμε στην κατοχή και στη διάθεση μας ό,τι της ανήκει». (John Boswell σελ. 313 )
Κι αν όλα αυτά αρχίζουν να φθίνουν στη Δύση από την περίοδο της Ιεράς Εξέτασης και της Μεταρρύθμισης του Λούθηρου, δε συμβαίνει το ίδιο στην Ανατολή και ειδικά στα Βαλκάνια. Εκεί οι ενώσεις συνεχίζουν να τελούνται, άλλοτε ταυτόχρονα με απαγορεύσεις, άλλοτε θεωρούμενες επικίνδυνο φαινόμενο, φτάνοντας όμως μέχρι την Ελλάδα, την Αλβανία και το Μαυροβούνιο του 19ου και οριακά του 20ού αιώνα! «Οι άνθρωποι που ήθελαν να φαίνονται «πολιτισμένοι» στο Μαυροβούνιο, αρνούνταν πολύ εύκολα την ύπαρξη εθίμων που πίστευαν πως οι άλλοι θα έβλεπαν με απέχθεια. Παραδέχτηκαν όμως ότι το pobratimstvo [αδελφοποίηση] μόλις πρόσφατα έπαψε να υπάρχει». (M.E.Daram “Some tribal origins, laws and customs of the Balkans”, Λονδίνο 1928 (παρατίθεται στο “Γάμοι μεταξύ ανδρών”).) Παρόμοιες παρατηρήσεις είχαν κάνει ο λόρδος Byron και άλλοι περιηγητές. Αλλά και ο ήρωας ενός διηγήματος του H. C. Andersen κατεβαίνοντας το 1933 το Δούναβη «επαναλάμβανε συνεχώς στον εαυτό του ότι έμπαιναν στα Βαλκάνια, τη ρομαντική και επικίνδυνη περιοχή με τα φέουδα αίματος και (όπως του είχαν πει) τους γάμους μεταξύ αντρών τους οποίους τελούσαν ιερείς». («Γάμοι μεταξύ ανδρών» του John Boswell, εκδ. Ζαχαρόπουλος, 2004, σελ. 338) ».
Ο γάμος του Βασιλείου Α΄ με τον Ιωάννη, όπως μας τον διασώζει στη «Χρονογραφία» του ο βυζαντινός αξιωματούχος (κουροπαλάτης και μέγας δρουγγάριος της βίγλας), Ιωάννης Σκυλίτζης. Διακρίνονται από αριστερά: Η μητέρα του Ιωάννη, Δανιηλίδα, το ζεύγος των μελλονύμφων Βασίλειος - Ιωάννης, ο ιερέας, που τελεί τον γάμο και πίσω του άλλοι ιερείς, ενώ ανάμεσα στο ζεύγος και στον ιερέα φαίνεται ανηγμένο το Ευαγγέλιο.
Αρκετοί είναι αυτοί που θα μιλήσουν για ανιστόρητη διαστρέβλωση της αρχαίας Ορθόδοχης πρακτικής της αδελφοποίησης. Εμείς στηριζόμαστε στο έργο ένος καθηγητή ιστορίας. Μπορούμε ίσως και να αναφερθούμε και στην τρυφερή σχέση Δαβίδ – Ιωνάθαν . Από την πρώτη στιγμή, που συνάντησε ο μεγαλύτερος γιός του βασιλιά Σαούλ, Ιωνάθαν, τον Δαβίδ η καρδιά του άρχισε να κτυπά δυνατά για αυτόν τον ωραίο και δυνατό -σύμφωνα με τις βιβλικές περιγραφές- νέο, ο οποίος μόλις είχε νικήσει τον Γολιάθ. Η αμοιβαία έλξη των δύο ανδρών περιγράφεται στο βιβλίο «Βασιλειών Α΄»: «Η ψυχή του Ιωνάθαν συνεδέθη μετά της ψυχής του Δαυίδ, και ηγάπησεν αυτόν ο Ιωνάθαν ως την ιδίαν αυτού ψυχήν» (18:1). Ο Δαβίδ -ανύπαντρος ακόμα- έζησε μαζί με τον Ιωνάθαν στο σπίτι του Σαούλ και «διέθετο Ιωνάθαν και Δαυίδ εν τω αγαπάν αυτόν κατά την ψυχήν αυτού» (18:2-3.)
Στο συγκεκριμένο βιβλίο της Βίβλου περιγράφονται αρκετές τρυφερές στιγμές μεταξύ των δύο ανδρών, όπως: «Απεκρίθη Δαυίδ τω Ιωνάθαν και είπε γινώσκων οίδεν ο πατήρ σου ότι εύρηκα χάριν εν οφθαλμοίς σου» (20:3.) Ο Σαούλ σχεδίαζε να σκοτώσει τον Δαβίδ, ο Ιωνάθαν όμως, ο οποίος «ηρείτο τον Δαυίδ σφόδρα» (19:2) μεσολάβησε γεγονός, που ξεσήκωσε την οργή του βασιλιά.Ο Ιωνάθαν τελικά σκοτώθηκε μαζί με τον πατέρα του και τα αδέρφια του σε μια μάχη. Ο Δαβίδ πόνεσε πολύ για το θάνατο του αγαπημένου του Ιωνάθαν. Έγραψε μάλιστα κι ένα θρήνο («Βασιλειών Β’», 1:17-27), στον οποίο επισημαίνει σπαραξικάρδια, ότι αγάπησε τον Ιωνάθαν περισσότερο από τις γυναίκες: «Αλγώ επί σοι, αδελφέ μου Ιωνάθαν ωραιώθης μοι σφόδρα, εθαυμαστώθη η αγάπησίς σου εμοί υπέρ αγάπησιν γυναικών» (1:26.)
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, αλλά αυτό είναι δουλειά διακεκριμένων θεολόγων και ιστορικών. Εμείς απλά “υπενθυμίζουμε” ότι στην ιστορία υπήρξαν και αυτά τα γεγονότα. Τώρα όσοι επιθυμούν μόνο μια συγκεκριμένη ανάγνωση και εκδοχή της ιστορίας, απλά δεν αποδέχονται την ιστορία.
Στο πλαίσιο πάντως της ενημέρωσης, υπενθυμίζουμε σε όποιον ενδιαφέρεται, ότι ο John Boswell στο βιβλίο του «Γάμοι μεταξύ ανδρών», ( εκδ. Ζαχαρόπουλος, 2004, σελ. 381-2 ) αναφέρει ότι τον 10ο αιώνα η προσευχή στη τέλεση ένωσης ομοφύλων ζευγαριών ήταν η εξής :
«Ω Κύριε Θεέ μας, Άρχοντα, που έκανες την ανθρωπότητα καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή σου και μας έδωσες τη δύναμη της αιώνιας ζωής […] και που επιδοκίμασες την ένωση των αγίων και μαρτύρων σου Σέργιου και Βάκχου, όχι με τα δεσμά του νόμου της φύσης, αλλά με ένα άγιο πνεύμα και με τον τρόπο της πίστης, αξίωσε αυτούς τους δούλους σου να έχουν τη χάρη να αγαπούν ο ένας τον άλλο και να μένουν χωρίς μίσος και χωρίς αιτία σκανδάλου όλες τις μέρες της ζωής τους […] δώσε τους τη γνώση του Αγίου Πνεύματός σου. Οδήγησέ τους στον άγιο φόβο σου, δώσε τους χαρά στη δύναμή σου ώστε να ενωθούν πιο πολύ στο πνεύμα παρά στη σάρκα. Γιατί Εσύ είσαι που ευλογείς και καθαγιάζεις όλα τα πράγματα και δική σου είναι η δόξα.»
0 Σχόλια: