Μάρτυρας : Βερονίκη Ροδοπούλου, κάτοικος Παγκρατίου, οδός Β. Κωνσταντίνου 40 Το περιστατικό συνέβει στις 7-7-1979. Εκείνο το βράδυ η κ. Ροδοπούλου μαζί με ένα φιλικό της ζευγάρι που θέλησε να παραμείνει ανώνυμο ξεκίνησε «για μια βόλτα στο Σούνιο. Όμως, λίγο μετά το ναό του Ποσειδώνα, το ραδιόφωνο που μέχρι εκείνη τη στιγμή έπαιζε κανονικά, σταμάτησε ξαφνικά. Προσπάθησαν να πιάσω άλλο σταθμό αλλά δεν το κατόρθωσα, διότι το ραδιόφωνο ήταν νεκρό. Πριν συνέλθω από την έκπληξη μου από αυτό το γεγονός, η μηχανή του αυτοκινήτου άρχισε να παρουσιάζει κάποιες παροδικές… στιγμιαίες ανωμαλίες. Η μεγαλύτερη έκπληξη ήρθε όταν μετά από μερικά λεπτά, άναψε ένας προβολέας στα αριστερά μας και φώτισε εκτυφλωτικά το αυτοκίνητο. Το πάρκαρα στην άκρη του δρόμου, ταυτόχρονα όμως έσβησε και ο προβολέας. Υποθέσαμε ότι στη περιοχή υπήρχε κάποιο στρατιωτικό φυλάκιο. Όπως διακρίναμε, όμως, υπήρχαν μονάχα θάμνοι, λίγα δέντρα και αρκετοί βράχοι. Οι φίλοι μου επειδή είχαν φοβηθεί, πρότειναν να επιστρέψουμε στην Αθήνα. Καθώς μπήκαμε στο αυτοκίνητο για να ξεκινήσουμε, ένοιωσα ένα παράξενο συναίσθημα. Ήταν σαν να με καλούσαν κάποιοι να βγω από το αυτοκίνητο και να πάω προς τα δέντρα, εκεί όπου υποθέσαμε ότι άναψε ο προβολέας. Το κάλεσμα ήταν δυνατό, η θέλησή μου είχε παραλύσει. Παρά τις αντιρρήσεις των φίλων μου, ξεκίνησα προς το σημείο, αλλά μόλις είχα διανύσει είκοσι μέτρα σταμάτησα συγκλονισμένη, γιατί σε απόσταση περίπου πέντε μέτρων, διέκρινα καθαρά ένα Α.Τ.Ι.Α. προσγειωμένο. Όπως υπολόγισα η διάμετρός του ήταν επτά με οκτώ μέτρα, το ύψος του τρία μέτρα ο δε θόλος που είχε στο πάνω μέρος ήταν ένα μέτρο και διαφανής. Το υπόλοιπο σώμα του Α.Τ.Ι.Α. ήταν μεταλλικό και το χρώμα του θύμιζε σκούρο αλουμίνιο. Το Α.Τ.Ι.Α. στηριζόταν σε τρία ή τέσσερα ποδαράκια που ήταν κοντά και λεπτά. Πουθενά δεν υπήρχαν πόρτες, παράθυρα ή κάποιο άνοιγμα. Ήταν σκοτεινό και δεν ακουγόταν κανένας θόρυβος. Οι φίλοι μου φώναζαν συνέχεια να επιστρέψω για να φύγουμε αλλά δεν τους έδινα καμία σημασία. Ένιωθα πως μέσα στο Α.Τ.Ι.Α. υπήρχε κάτι το ζωντανό. Εκείνη τη στιγμή μίλησα. Δεν θυμάμαι αν μίλησα με το στόμα ή μήπως εξέφρασα εσωτερικά την επιθυμία να έρθει έξω αυτό το «κάτι». Ξαφνικά ο θόλος φωτίστηκε στο εσωτερικό του με ένα απαλό λευκό φως. Είδα δύο μορφές που έμοιαζαν ανθρώπινες – είχαν τουλάχιστον χέρια και πόδια – και οι κινήσεις τους ήταν νευρικές. Μάλιστα η μία μορφή σήκωσε τα δύο της χέρια σαν να με χαιρετούσε. Ένιωσα δέος, κοίταζα σαν υπνωτισμένη το θόλο. Ήξερα, το ένιωθα απόλυτα ότι αυτό που έβλεπα δεν ήταν κάτι το γήινο. Μετά από λίγα λεπτά το Α.Τ.Ι.Α. σηκώθηκε κατακόρυφα και εξαφανίστηκε σχεδόν ακαριαία στον ουρανό. Ταυτόχρονα συνέβησαν δύο γεγονότα : η ψυχική επίδραση σταμάτησε επάνω μου και το ραδιόφωνο λειτούργησε κανονικά. Οι φίλοι μου το είδαν μόνο για μερικά δευτερόλεπτα, όταν ανυψώθηκε και χάθηκε στον ουρανό»