“Πριν από 7 μήνες, χτιζόταν εδώ στον Βόλο το δίπατο σπίτι του Δημήτρη Βελανίδη. Εγώ είχα αναλάβει προσωπικά τον ελαιοχρωματισμό του και υπήρξα μάρτυρας πρωτόφαντων και αλλόκοτων φαινομένων.

Την τελευταία ημέρα που τελείωσε το χτίσιμο του σπιτιού, κατέρρευσε μια σκαλωσιά, δίχως προφανή αιτία και οι δύο εργάτες που βρίσκονταν πάνω της έπεσαν και σκοτώθηκαν μπροστά στα μάτια μας.

Όταν αποπερατώθηκε και το βάψιμο, ο ιδιοκτήτης μαζί με την οικογένειά του εγκαταστάθηκαν στο νέο τους σπιτικό. Μα, το πρώτο κιόλας βράδυ, η χαρά τους διαλύθηκε μονομιάς και τους κατακυρίευσε ο τρόμος.

Στην αρχή άκουσαν παράξενα βογκητά, που προέρχονταν από το υπόγειο του σπιτιού. Δεν ήξεραν πού να αποδώσουν το γεγονός και όσο κι αν έψαξαν, δε βρήκαν τίποτα.

Την τρίτη νύχτα, όμως, πετάχτηκαν από τα κρεβάτια τους σοκαρισμένοι από έναν εκκωφαντικό κρότο και είδαν κατάπληκτοι τα περισσότερα έπιπλά τους να βρίσκονται πεταμένα στην αυλή!

Ειδοποιήθηκε αμέσως η Αστυνομία, ερεύνησε παντού, μα δεν ανακάλυψε τίποτε το επιλήψιμο, τίποτε το ύποπτο.

Το άλλο βράδυ πάλι, όλα τα αντικείμενα του σπιτιού έως και τα βαριά έπιπλα της τραπεζαρίας ήταν ατάκτως στοιβαγμένα σ’ έναν μυστηριώδη σωρό καταμεσής της αυλής.

Και την ακριβώς επόμενη νύχτα, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού είδε μέσα στην κρεβατοκάμαρά του τα φαντάσματα των δύο νεκρών εργατών, που είχαν βρει τραγικό θάνατο, όταν έπεσαν από τη σκαλωσιά, κατά το χτίσιμο της οικίας. Κατόπιν, χωρίς δεύτερη σκέψη, η οικογένεια αυτή αναγκάστηκε να μετοικήσει.

Αφού πέρασε κάμποσος καιρός, το σπίτι αυτό ενοικιάστηκε σε μερικούς πρόσφυγες, αλλά συνέβησαν τα ίδια ακατανόητα περιστατικά κι έτσι, το εγκατέλειψαν κι αυτοί, τρέχοντας μέσα στη νύχτα”.