διηγείται ο Γεώργιος Τσότσος, 77 ετών, τυροκόμος, με καταγωγή από Πολυθέα Ασπροποτάμου)

 

Το βράδυ της παραμονής του μεγάλου σεισμού της Θεσσαλονίκης (Ιούνιος 1978) έμενα σε διαμέρισμα 2ου ορόφου στη οδό Γραβιάς, αρ. 34 (περιοχή Ανάληψης – 25ης Μαρτίου – Βασ. Όλγας). Δεν είχα ύπνο και στριφογύριζα στο κρεβάτι μου. Τα παράθυρα και η μπαλκονόπορτα

 

ήταν ορθάνοιχτα. Γύρω στις 2 τη νύχτα, μέσα στο σκοτάδι, άκουσα τον ήχο από οπλές αλόγου, που τριγυρνούσε στο δρόμο ακριβώς κάτω από την πολυκατοικία, όπου έμενα. Ο ήχος ήταν πολύ δυνατός και κράτησε μερικά λεπτά. Ήμουν βέβαιος ότι κάποιο άλογο είχε χαθεί και

 

περιπλανιόταν άσκοπα στους δρόμους της πόλης. Παραξενεύτηκα, επειδή την εποχή εκείνη (1978), τα άλογα ήταν πια σπάνια στη Θεσσαλονίκη. Δεν σηκώθηκα να δω το άλογο, μόνο το άκουσα. Το επόμενο βράδι στις 23:οο έγινε ο μεγάλος σεισμός. Τον επόμενο Σεπτέμβριο (1978)

 

άκουσα μέσα στο σπίτι μου μια γειτόνισσα να λέει, συζητώντας με τον πατέρα μου, ότι αρκετός κόσμος στη Θεσσαλονική, το βράδι της παραμονής του σεισμού, άκουσε το άλογο του αγίου Δημητρίου στο παράθυρό του, μόνο άκουγε τον ήχο από τις οπλές. Έτσι, απέδωσαν τον ήχο

 

στο άλογο του αγίου Δημητρίου, θεωρώντας ότι αυτός έσωσε την πόλη από την καταστροφή. Ακούγοντας αυτά, σηκώθηκα από το γραφείο μου έκπληκτος και βεβαίωσα ότι κι εγώ άκουσα το άλογο, μόνο που δεν βγήκα στο παράθυρο να το δω. Μέχρι τότε δεν είχα πει σει κανέναν

 

τίποτε για το άλογο που είχα ακούσει.

 

βιβλιογραφία: Αντώνης Μπουσμπούκης [Ο ΠΑΝΑΣ «ΑΠΕΘΑΝΕΝ» αλλά Ο ΠΑΝΑΣ ΖΕΙ]

 

by leonardmckoy