Ανέκαθεν με εξέπληττε όταν διάβαζα ή άκουγα ότι η φανταστική λογοτεχνία δεν είναι αρκετά ελληνική. Με παραξενεύει, βασικά, πώς είναι δυνατόν ένα οποιοδήποτε λογοτεχνικό είδος να έχει άμεση σχέση με μία μόνο χώρα ή έναν μόνο πολιτισμό, εκτός αν πρόκειται για κάτι λαογραφικό. Όλα τα άλλα λογοτεχνικά είδη δεν έχουν άμεση σχέση με κάποια χώρα ή παράδοση. Μπορείς να γράψεις αστυνομικό ή ρομάντζο ή στρατιωτικό σε ό,τι εθνικότητα κι αν ανήκεις.

 

Γιατί να ισχύει κάτι διαφορετικό για τη φανταστική λογοτεχνία; Είναι τελείως παράλογο, και βασίζεται κυρίως σε προκαταλήψεις του τύπου «Τι είναι αυτά τα τρομαχτικά πράγματα με τους δράκους και τα τέρατα;» ή «Αυτά είναι εκτός πραγματικότητας!» ή «Μάγοι και τέρατα; Αυτά είναι σατανιστικά!» Και άλλες παρόμοιες ανοησίες. Πολλά από αυτά δεν είναι παρά θέματα γούστου και αισθητικής. Εντάξει, καταλαβαίνω ότι μερικούς μπορεί να τους τρομάζουν «οι δράκοι και τα τέρατα». Αλλά τι σχέση έχει αυτό με το πόσο ελληνικά είναι;

 

Καμία απολύτως, βέβαια.

 

Όμως εγώ πιστεύω ότι όχι μόνο δεν είναι μη-ελληνικά, αλλά είναι, μάλιστα, πολύ ελληνικά. Ελληνικότατα. Το φανταστικό και μυθικό στοιχείο δεν είναι κάτι το ξένο στην ελληνική παράδοση.

 

Κάποτε, υπήρχε ένας κύριος που λεγόταν Όμηρος. Έγραψε μια ιστορία (στην ποιητική μορφή που ήταν δημοφιλής εκείνη την περίοδο) που ονομάζεται Ιλιάδα και που υπερφυσικοί ήρωες και θεοί παίζουν ξύλο μπροστά από τα τείχη μιας πολιορκούμενης πόλης. Επίσης, έγραψε μια άλλη ιστορία που τη λένε Οδύσσεια και περιγράφει τα ταξίδια ενός θαλασσοπόρου, όπου αυτός συναντά παράξενα τέρατα, θεούς, και άλλα μυστηριώδη και θαυμαστά πράγματα.

 

Αν αυτό δεν είναι φανταστική λογοτεχνία, ή αν δεν είναι η ρίζα της φανταστικής λογοτεχνίας, η αρχή της, τότε δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσε να είναι. Δεκτό ότι τα εν λόγω έπη δεν είναι γραμμένα όπως θα τα έγραφε κάποιος σήμερα, αλλά δεν είναι αυτό φυσικό αν σκεφτεί κανείς ότι γράφτηκαν πριν από χιλιάδες χρόνια; Ίσως θα έπρεπε να ήταν ακόμα πιο διαφορετικά. Αλλά δεν είναι. Θυμίζουν τόσο πολύ το είδος που σήμερα αποκαλούμε «φανταστική λογοτεχνία», και είναι τόσο πολύ ελληνικά, που σε κάνει να γελάς όταν ακούς ότι η φανταστική λογοτεχνία δεν είναι αρκετά ελληνική, και να αναρωτιέσαι μήπως αυτοί που ισχυρίζονται κάτι τέτοιο προσπαθούν απλά να φανούν αστείοι.

 

Υπάρχουν, ασφαλώς, και άλλα επιχειρήματα επί του θέματος. Όπως το ότι στη φανταστική λογοτεχνία συναντάμε, κυρίως, ιππότες και κάστρα και άλλα πράγματα που θυμίζουν μεσαίωνα· τέτοια, όμως, δεν είχαμε ποτέ στην Ελλάδα!

 

Σοβαρά;

 

Ας θυμηθούμε λίγο ότι και η Ελλάδα πέρασε από μεσαίωνα, κατά πρώτον. Και κατά δεύτερον, εδώ ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Δεν είχαμε ιππότες και κάστρα και δούκες και βασιλιάδες; Πρόσφατα, διάβαζα ένα μυθιστόρημα που λέγεται Δούκες των Αθηνών. Δεν είναι και τόσο καλογραμμένο, για τα σημερινά δεδομένα, αλλά σίγουρα είναι ελληνικό και σίγουρα έχει ιππότες, δούκες, και πειρατές. Αν άλλαζες τα ονόματα, αν έβαζες φανταστικά ονόματα αντί για αυτά του μυθιστορήματος, θα μπορούσες άνετα να το κάνεις «φανταστική λογοτεχνία» – κι ώς εκ τούτου μη-ελληνικό. (Ναι, εδώ είναι που γελάμε.)

 

Επίσης, υπάρχει άλλο ένα ελληνικό μυθιστόρημα – αυτό σαφώς καλύτερο – το οποίο ονομάζεται Η Πριγκίπισσα Ιζαμπώ και είναι γραμμένο από τον Άγγελο Τερζάκη. Περιλαμβάνει όλα εκείνα τα στοιχεία που... δεν είναι ελληνικά.

 

Και φυσικά, αυτά τα μυθιστορήματα δεν είναι τα μόνα. Υπάρχει ολόκληρη παράδοση επάνω σε ιππότες, κάστρα, και άρχοντες. Και μην ξεχνάμε και τα ελληνιστικά μυθιστορήματα.

 

Η Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αρχαία Ελλάδα. Από την εποχή του Ομήρου μέχρι τώρα έχουν περάσει ένα σωρό άλλες εποχές. Οι ιππότες και τα κάστρα είναι τόσο μέσα στην ελληνική παράδοση όσο και μέσα στην παράδοση οποιασδήποτε άλλης ευρωπαϊκής χώρας.

 

Αν κάποιος γράψει φανταστική λογοτεχνία με σκηνικό την Αρχαία Ελλάδα, περιλαμβάνοντας τους αρχαίους θεούς και όλα τα σχετιζόμενα ελληνικά στοιχεία, τότε απλά γράφει ένα είδος φανταστικής λογοτεχνίας που είναι εστιασμένο απόλυτα στην Αρχαία Ελλάδα. Το ίδιο συμβαίνει όταν κάποιος γράφει φανταστική λογοτεχνία βασισμένη στον μύθο του Αρθούρου ή στους Κέλτες. Όταν όμως κάποιος γράφει φανταστική λογοτεχνία που δεν είναι εστιασμένη σε κάποια συγκεκριμένη παράδοση, τότε γράφει... αυτό που γράφει. Δεν είναι ελληνικό. Αλλά ούτε αγγλικό είναι. Ούτε γερμανικό, ούτε ιταλικό, ούτε ρώσικο, ούτε ιαπωνικό. Είναι μια φανταστική ιστορία που ο συγγραφέας την έχει πλάσει με το μυαλό του. Το πόσο ελληνική είναι εξαρτάται πλέον, αποκλειστικά και μόνο, απ’το αν είναι γραμμένη στα ελληνικά. Τα άλλα, κατά τη γνώμη μου, είναι μαλακίες.

 

Δεν μπορεί κάποιος να περιμένει ότι σήμερα όλοι θα γράφουν για τον Δία και τον Ερμή. Όπως δεν μπορεί να περιμένει ότι σήμερα όλοι θα γράφουν για τον Βασιλιά Αρθούρο ή για κάποια ρωσική ή ιαπωνική παράδοση. Είναι παράλογο. Αν όλοι έκαναν συνέχεια το ίδιο πράγμα, τότε ποτέ τίποτα δεν θα εξελισσόταν.

 

Η φανταστική λογοτεχνία είναι ελληνική επειδή, και μόνο, περιέχει το φανταστικό στοιχείο. Αυτό είναι αρκετό. Οι Αρχαίοι Έλληνες, άλλωστε – σε αντίθεση με τους Νεοέλληνες πολύ πιθανόν – έδιναν μεγάλη σημασία στη φαντασία και σε όλα τα νοητικά κατασκευάσματα – βλέπε ποίηση, θέατρο, φιλοσοφία. Επιπλέον, τα περισσότερα στοιχεία που η σύγχρονη φανταστική λογοτεχνία χρησιμοποιεί είναι στοιχεία που υπήρχαν από την εποχή της Αρχαίας Ελλάδας· για παράδειγμα, μάγοι και δράκοι, ηρωικοί πολεμιστές και θεοί. Το Χρυσόμαλλο Δέρας το φυλούσε ένας δράκος, η Κίρκη ήταν μάγισσα, οι θεοί μπλέκονταν με τους θνητούς, ηρωικές μονομαχίες διεξάγονταν μέσα σε πεδία μαχών, ενώ ένας πανίσχυρος πολεμιστής μπορούσε να ξεκάνει δεκάδες «κοινούς θνητούς» με το σπαθί του.

 

Αν η φανταστική λογοτεχνία δεν είναι ελληνικότατη, τότε πρέπει να την έφεραν εδώ οι εξωγήινοι.