Κατά τον προηγούμενο μήνα (έτος 1926) ο ιατρός κ. Λειβαδάς κατοικώντας στην οδό Στουρνάρα με τη σύζυγό του και τις υπηρέτριές του άρχισε να αντιλαμβάνεται ανεξήγητους κρότους προερχόμενους από όλες τις μεριές του σπιτιού. Οι κρότοι αυτοί ακούγονταν από όλους μέσα στο σπίτι είτε σαν βήματα, είτε σαν κτύποι διαφορετικής εντάσεως και προέρχονταν από παντού : από τους τοίχους, από το πάτωμα, από την οροφή. Το απόγευμα όμως έγιναν αντιληπτά και φαινόμενα τηλεκινησίας από το ζεύγος Λειβαδά. Τα καθίσματα έπεφταν από μόνα τους μέσα στο δωμάτιο όπου και αν τα έβαζαν, το φαινόμενο αυτό επαναλήφθηκε πολλές φορές ώστε να αποκλεισθεί κάθε αμφιβολία. Τη νύχτα τα υποδήματα της οικογένειας βγήκαν από το κομοδίνο και χτυπούσαν δυνατά στο πάτωμα και όχι μόνο αυτό αλλά τα βρήκαν στο μέσο του δωματίου. Την επόμενη νύχτα η κ. Λειβαδά μόλις έπεσε για ύπνο είδε την καταπακτή του δωματίου η οποία οδηγούσε σε ένα μικρό υπόγειο να σηκώνεται σαν να τη σήκωσε ανθρώπινο χέρι. Έντρομη πετάχτηκε από το κρεβάτι της και έτρεξε στην υπηρέτριά της. Αν και έγινε έρευνα στο σπίτι τίποτα το ασυνήθιστο δεν διαπιστώθηκε. Η υπηρέτρια επίσης διέκρινε όραμα ανθρώπου στο μαγειρείο πίσω από ένα μικρό και ψηλά τοποθετημένο παράθυρο στο οποίο κανείς δεν μπορούσε να φτάσει και άρχισε να φωνάζει, τα δύο αυτά γεγονότα πιθανόν να οφείλονται το σε ψευδαίσθηση. Επίσης σε ψευδαίσθηση από κάποιο έντομο που κάθισε πάνω στον ηλεκτρικό λαμπτήρα μπορεί να αποδοθεί η φτερωτή σκιά που πετούσε στην οροφή του δωματίου η οποία έγινε αντιληπτή από την κ. Λειβαδά και την υπηρέτρια μολονότι μετά από έρευνα κανένα έντομο δεν βρέθηκε. Πάντως τα φαινόμενα αυτά ιδίως τα εξακριβωμένα τηλεκινητικά προξένησαν σε όλους τόσο μεγάλη ταραχή ώστε να εγκαταλείψουν το σπίτι και να μείνουν σε ξενοδοχείο για μέρες.