Τον Μάιο του 1932, ένα ακόμη θαύμα του Αγίου Δημητρίου προκάλεσε απέραντη συγκίνηση στους ευσεβείς Θεσσαλονικείς. Στον συνοικισμό Λεμπέτ (σημερινή Σταυρούπολη), ο οποίος βρισκόταν στη βορειοδυτική πλευρά της πόλης, υπήρχε ο Ναός του Αγίου Ελευθερίου.

 

Το απόγευμα της Τρίτης 3 Μαΐου, μια γυναίκα, καθώς προσευχόταν ενώπιον της εικόνας του Αγίου Δημητρίου, αναπήδησε ξαφνικά έντρομη, διότι ράγισε η εικόνα και ιδρώτας άρχισε να κυλά από το πρόσωπο του πολιούχου Αγίου. Μέσα σε λίγα λεπτά, το νέο διαδόθηκε σε ολόκληρο τον συνοικισμό και η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου κατακλύστηκε από ευλαβείς προσκυνητές.

 

Αλλά, ας αφήσουμε να μιλήσουν οι αυτόπτες μάρτυρες. Η μοναχή Θεοδώρα, ηλικίας σαράντα πέντε ετών περίπου, η οποία έμενε την τελευταία τριετία στο Λεμπέτ, έλεγε:

 

-Στις τέσσερις το απόγευμα της παρελθούσας Τρίτης ήρθε ένα κορίτσι της γειτονιάς, η Ασπασία Θεοδώρου και μου είπε να τρέξω στην εκκλησία, γιατί ράγισε η εικόνα του Αγίου Δημητρίου και βγάζει ιδρώτα, ενώ από τα μάτια του Αγίου τρέχουν δάκρυα. Έτρεξα να δω τι συμβαίνει, αλλά μόλις άνοιξα την πόρτα της εκκλησίας, τα πόδια μου καρφώθηκαν στη γη και κόπηκε η φωνή μου. Στη μέση της εκκλησίας είδα να στέκει ολοζώντανος ο Άγιος Δημήτριος, καβάλα στο άλογό του. Σε λίγο, αποτραβήχτηκε προς το μέρος του τέμπλου, όπου βρισκόταν η εικόνα του και χάθηκε. Εγώ, με σταυρούς και μετάνοιες, προχώρησα προς την εικόνα του και είδα πως πράγματι είχε ραγίσει και πως έσταζε ιδρώτας από το πρόσωπό του και απ’ τα μάτια του κυλούσαν δάκρυα. Την ίδια ώρα, η καμπάνα σήμανε τρεις φορές, χωρίς να την πλησιάσει κανείς! Ο Νίκος Καραγεώργης περνούσε την στιγμή εκείνη από το κωδωνοστάσιο και νόμισε ότι τη χτυπούσαν τα παιδιά, αλλά πλησίασε και δεν είδε κανέναν!

 

Εννοείται ότι, μετά το θαύμα τούτο, ειδοποιήθηκε ο ιερέας Χρήστος Οικονόμος, ο οποίος ανέγνωσε ευχές και παρακλήσεις, ενώ τα πλήθη των συρρευσάντων πιστών προσεύχονταν και σταυροκοπούνταν με δάκρυα στα μάτια. Κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας, σημειώθηκαν κι άλλες εμφανίσεις του Αγίου.

 

Η Σταματία Ραπτοπούλου ανέφερε:

 

-Ήμουν αφοσιωμένη στην προσευχή, όταν ξαφνικά άκουσα τρεις φορές ένα χλιμίντρισμα αλόγου και κρότο κουδουνιού. Ήμουν περίεργη να δω από πού προέρχονταν, αλλά φοβήθηκα και στριμώχτηκα στη θέση μου.

 

Η Κυριακούλα Παπανικολάου αφηγήθηκε:

 

-Ήμουν κι εγώ με την κόρη μου στην αγρυπνία. Κατά τα μεσάνυχτα, με έπιασε ανατριχίλα και σηκώθηκα να ζητήσω λίγο λιβάνι. Μα, καθώς σηκώθηκα από τη θέση μου και κοίταξα προς το μέρος του Ιερού, είδα τον Άγιο Δημήτριο καβάλα στο άλογό του να προχωρεί. Το άλογό του ήταν βουτηγμένο στον ιδρώτα και το σπαθί του ήταν κατακόκκινο από αίμα. Έκανε κύκλο στο μέσον της εκκλησίας κι έπειτα, ξαναγύρισε στο Ιερό. Κατόπιν, πήγε πάνω στην Αγία Τράπεζα, όπου έκατσε μέχρι το πρωί. Δίπλα μου ξαγρυπνούσε η μοναχή Θεοδώρα, η οποία έβλεπε ακριβώς τις ίδιες παραστάσεις.

 

Μια νεαρή κοπέλα, η Σουλτάνα Τσάντη, πρόσθεσε:

 

-Ήμουν κι εγώ γονατιστή μπροστά στο εικονοστάσι, μα αποκοιμήθηκα. Κάποια στιγμή αισθάνθηκα ένα βάρος σαν γροθιά στον ώμο μου και ξύπνησα. Είδα τότε τον Άγιο Δημήτριο καβαλάρη εμπρός μου και το ένα πόδι του αλόγου, στον ώμο μου. Φώναξα: “Άγιέ μου, συγχώρεσέ με!” Ο Άγιος έφερε το χέρι στο στόμα και μου έγνεψε να σιωπήσω. Έπειτα, χάθηκε. Το σπαθί του ήταν γεμάτο αίματα.

 

Υπήρξαν και άλλες, πολλές παρόμοιες μαρτυρίες πιστών. Ο Αλέξανδρος Χατζής, μάλιστα, χρυσοχόος στο επάγγελμα και κάτοικος του Λεμπέτ, είπε:

 

-Είμαι αγιογράφος και έχουν δει πολλά τα μάτια μου. Στη συγκεκριμένη εικόνα του Αγίου Δημητρίου έχω κάνει πολλές διακοσμήσεις και μπορώ να βεβαιώσω ότι το ράγισμα αυτό δεν υπήρχε πριν.

 

Το γεγονός του ραγίσματος της εικόνας και του ιδρώτα που έρεε, το διαπίστωσαν, ανάμεσα σε πλήθος άλλων, οι Χωροφύλακες και ο Αστυνόμος του Αστυνομικού Τμήματος Αναγέννησης, που μετέβη επί τόπου.

 

Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ”, στις 07/05/1932…