Αγαπητοί αναγνώστες,

 

Στό βιβλίο αυτό θά προσπαθήσωμεν νά περιγράψωμεν μιά σειρά θαυμαστών θεϊκών αποκαλύψεων πού είδε μέ οράματα ό Σωτήριος Τσεπίδης εδώ καί δεκαπέντε χρόνια γιά τήν περιοχήν “ΒΡΑΧΟΣ” τού χωριού Πρασινάδος Ν. Δράμας απ΄ όπου κατάγεται.  Στήν τοποθεσίαν αυτήν, σύμφωνα πάντα μέ τά οράματα τού Σωτήρη καί άλλες μαρτυρίες πού έρχονται στό φώς, υπήρξε στήν περίοδον τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ή Ιερά Μονή τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος ή οποία καταστράφηκε ολοσχερώς στήν Δ΄ Στρατιωτικήν Ιταλικήν Αποστολήν.

 

Μέ μεγάλη χαρά καί συγκίνησι θά προσπαθήσωμεν νά εξιστορίσωμεν όσα αποκαλύφθηκαν μέ τά οράματα καί συμφωνούν μέ τές μετέπειτα μαρτυρίες διαφόρων άλλων ατόμων καί επιβεβαιώνονται από ευρήματα τής περιοχής καθώς καί θαύματα πού συνέβησαν πρίν από τήν αποκάλυψιν τής Ιεράς Μονής καί μετά από αυτήν καί έγιναν πιστευτά από τόν κόσμον, προκειμένου νά διαδοθή τό γεγονός, ότι δηλαδή ό τόπος αυτός είναι Αγιασμένος καί χρήζει τής προσοχής όλων μας καί ότι πρέπει νά τόν κάνωμεν όπως ήταν παλαιά στές δόξες του “ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ!”

 

Μέ πίστιν στόν Χριστόν καί πεπεισμένοι γιά τήν ύπαρξιν τού Ιερού Μοναστηρίου, πήραμεν τήν άδειαν από τήν Ιεράν Μητρόπολιν Δράμας καί έχοντας τήν παραχώρησιν τής ιεράς τοποθεσίας από τόν πρόεδρον τής κοινότητος Πρασινάδος καί τού κοινοτικού του Συμβουλίου, αρχίσαμεν τές πρώτες προσπάθειες γιά ανοικοδόμησιν επί τών ερειπίων τού Μαρτυρικού Βυζαντινού Μοναστηρίου τής νέας Ιεράς Μονής.

 

Ευχόμαστε μέ τήν βοήθειαν τού Θεού καί τές πρεσβείες τού Αγίου Ηγουμένου καί τής συνοδείας αυτού, νά βρεθούν θερμοί υποστηρικτές τής ιδέας μας γιά νά μπορέσωμεν νά φέρωμεν σέ πέρας τό όλο έργο τής δημιουργίας τών εγκαταστάσεων τής νέας Ιεράς Μονής τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος.

 

ΠΡΑΣΙΝΑΔΑ

 

Ό συνοικισμός Πρασινάδος βρίσκεται βορειοανατολικά τού Ν. Δράμας, στό τρίγωνο τού Παρανεστίου καί είναι παραμεθόρια περιοχή χτισμένη στούς πρόποδες τού καταπράσινου βουνού Παγκάλου μέ 713 μέτρα υψόμετρο.  Οί κάτοικοί του είναι Πόντιοι στήν καταγωγήν, φεύγοντας μέ τόν ξεριζωμό από τό χωριό Λιβάδια τών Γαλιανών Τραπεζούντος φθάσανε στήν Ελλάδα καί στήν Θεσσαλονικήν αναγκάστηκαν νά χωριστούν σέ τρείς ομάδες γιά νά μπορέσουν ν’ αντιμετωπίσουν τές δύσκολες συνθήκες διαβιώσεως.  Ή πρώτη ομάδα εγκαταστάθηκε στό Ροδοχώρι τής Νάουσας, ή δευτέρα στήν Λεκάνην τής Καβάλας καί ή τρίτη στήν Πρασινάδα  Παρανεστίου Δράμας κατά τό 1924.  Οί αρχηγοί τών Ποντίων τής Πρασινάδος ήταν ό δημοδιδάσκαλος Ιάκωβος Παντελίδης καί ό ιερομόναχος Ιωάννης Ποικιλίδης πού είχε τήν μετάνοιά του στό Μοναστήρι τής Παναγίας Σουμελά στόν Πόντο.  Οί δύο αυτοί άνδρες μαζύ μέ τόν πρόεδρον τού χωριού Κωνσταντίνο Παντελίδη καί τήν μαμήν Σοφία Κελεσίδου, πρόσφεραν πολλά στούς Πρασιναδιώτες στόν αγώνα τους γιά επιβίωσιν στήν νέαν τους πατρίδα.  Παρά τές αντίδοξες συνθήκες ζωής στήν Πρασινάδα καί τήν εγκατάλειψιν τής πολιτείας, οί Πόντιοι πού εγκαταστάθηκαν εκεί κατόρθωσαν χάριν στήν θέλησιν τους γιά ζωήν καί τήν εργατικότητά τους νά προσαρμοστούν στά νέα δεδομένα καί σήμερον νά βρίσκωνται αισίως στήν τρίτην γενιάν τους.

 

Σ’ αυτό τό σημείο θά πρέπει νά κάνωμεν λόγον διά τόν πολιτευτήν του Ν. Δράμας Κωνσταντίνο Ευροιμίδη χάριν στόν οποίον έγινε ασφαλτόστρωση στόν δρόμον Παρανεστίου-Πρασινάδος μέ αποτέλεσμα νά εξαλειφθή τό μεγαλύτερον εμπόδιο διά τήν προσέγγισιν τών συγγενών καί φίλων στήν Πρασινάδα δηλαδή ό κακοτράχαλος δρόμος.

 

Σέ λίγο καιρό έχει ολοκληρωθεί ή ασφαλτόστρωση όλου τού δρόμου καί πολλοί Πρασιναδιώτες πού εγκατέλειψαν τό χωριό θά γυρίσουν πίσω είτε σάν συνταξιούχοι είτε σάν εργαζόμενοι στά διάφορα εργοτάσια τού βουνού καί στήν ξυλείαν.

 

Επίσης θά έρχονται πολλοί νά παραθερίζουν στήν όμορφη Πρασινάδα πού βρίσκεται μέσα στά καταπράσινα βουνά καί στά γάργαρα νερά διά νά αναπνεύσουν καθαρόν αέρα μακρυά από τές πόλεις τών καυσαερίων.

 

Τέλος αυτό πού κάνει μοναδικήν τήν Πρασινάδα Παρανεστίου είναι ό ανεκτίμητος θησαυρός της ή Ιερά Μονή τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος πού αποκαλύφθηκε μέ ανασκαφήν πάνω στόν Βράχον πού δεσπόζει τού χωριού καί πού κάποια μέρα, πολύ σύντομα, μετά τήν ανοικοδόμησιν τής νέας Μονής πού θά γίνη στό ίδιο σημείον, θά αποτελέση τόν “Φάρο τής Ορθοδοξίας!”

 

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ

ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ

 

Ή αποκάλυψη τού Μοναστηριού μετά περίπου οκτώ αιώνες έγινε μέ θαυμαστόν τρόπον καί κατ’ οικονομία Θεού, χάριν στήν επιμονήν τών άξιων τέκνων τής Πρασινάδος Κωνσταντίνου Ευμοιρίδη, δικηγόρου, πολιτευτή καί τού Σωτηρίου Τσεπίδη Δημοσίου Υπαλλήλου οί οποίοι παραμερίζοντας τήν προσωπικήν καί οικογενειακήν τους ζωήν, πρόσφεραν τά πάντα διά τήν δημιουργίαν τής νέας Μονής πάνω στά θεμέλια τής παλαιάς Βυζαντινής.

 

Όλα άρχισαν πρίν από χρόνια όταν ό Σωτήρης Τσεπίδης, σέ ηλικίαν δώδεκα ετών αρρώστησε βαρειά καί κινδύναψε νά πεθάνη.  Τρέις μήνες πάλαιψε μέ τόν χάρο καί σ’ αυτό τό διάστημα ή οικογένειά του έζησε μέρες αγωνίας καί στενοχωρίας βλέποντας τό παιδί τους μέρα μέ τήν μέραν ν’ απομακρύνεται από κοντά τους.  Έφθασε νά μήν γνωρίζη κανέναν.  Σ’ εκείνην τήν δύσκολην ώραν ή αδελφή του ή Αθηνά μέσα στήν απελπισίαν της παρακάλεσε τήν Παναγίαν νά τόν σώση καί έκανε τάμα μιά εικόνα στήν Χάριν της δοσμένη από τά χέρια τού ιδίου τού Σωτήρη.  Ή Μεγαλόχαρη έκανε τό θαύμα καί ύστερα από ταλαιπωρίαν καί απουσίαν ουσιαστικά από τήν ζωήν κάποιων μηνών, ό Σωτήρης έγινε καλά.  Επανήλθε καί στό σχολείο στό Παρανέστι όπου φοιτούσε καί διέκοψε λόγω τής αρρώστειας.

 

Ό διδάσκαλός του ήταν ό Νικόλαος Ακριτίδης.  Τά χρόνια περνούσαν καί ό Σωτήρης δέν υλοποιούσε τό τάμα τής αδελφής του, ή οποία πάντα του τό υπενθύμιζε καί τόν συμβούλευε νά πάη τήν εικόνα στόν ναόν τής Παναγίας πού θά βρισκόταν στό Μεσοχώρι τού Παρανεστίου.  Όμως ό ίδιος πάντα θεοσεβούμενος, στές προσευχές του ευχαριστούσε τήν Παναγίαν  πού τόν έσωσε από βέβαιον θάνατον καί δέν ξεχνούσε ούτε στιγμήν τό τάμα.  Όταν έγινε 17 ετών, μαζεύοντας δραχμή-δραχμή τό ποσό πού χρειαζόταν γιά τήν αγοράν τής εικόνος, αγόρασε τελικά μιά εικόνα τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου καί οδηγούμενος από θείαν έμπνευσιν αντί νά τήν πάη στό ναό τής Παναγίας στό Μεσοχώρι σκέφτηκε νά κτίση ένα παρεκκλήσι σέ κάποια κεντρικήν διάβασιν τού χωριού καί εκεί μέσα νά τοποθετήση τήν εικόνα ώς ένδειξι ευγνωμοσύνης από μέρους του πρός τήν Μητέρα τού Σωτήρος τού οποίου τό όνομα είχε μόνον αυτός στήν Πρασινάδα.  Ή σκέψις αυτή έγινε έμμονη ιδέα καί τό μέρος πού τόν τραβούσε νά πάη νά στήση τό παρεκκλήσι ήταν ή κεντρική διάβαση πρός τόν Βράχον.  Πλήρωσε 80 δραχμές ημερομίσθιο στόν Αντώνη Ποιλικίδη κάτοικο τού χωριού καί μάζεψε τές πέτρες πού χρειαζόντουσαν γιά τό κτίσιμο.  Λόγω τής ανέχειας όμως πού επικρατούσε εκείνα τά χρόνια, ή προσπάθεια τού Σωτήρη έμεινε στήν μέσην γιατί δέν είχε τά ανάλογα χρήματα γιά ν’αρχίση τό κτίσιμο.  Έτσι ό Σωτήρης έμεινε μέ τό όνειρο πώς κάποια μέρα όταν θά ήταν σέ καλύτερη οικονομική κατάσταση θά ξεκινούσε τό έργον σ’αυτήν τήν τοποθεσίαν.  Τοποθέτησε τήν εικόνα προσωρινά στό τετράγωνο κτίσμα τής πέτρινης βρύσης 300 μέτρα βορειότερα, διαμορφώνοντάς το κατάλληλα.  Τό μέρος προσφερόταν γιατί ήταν πέρασμα καί στόν ίσκιο τής πέτρινης αυτής βρύσης τά καλοκαίρια ξεκουραζόντουσαν άνθρωποι καί ζώα.

 

Στές 16 Ιουνίου, 1957 έκαναν τά εγκαίνια μέ τόν Αιδεσιμότατο τότε ιερέα Περικλή Αποστολίδη, τήν συγχωρεμένη πρεσβυτέρα του Σοφία, τόν ανεψιόν του Σωτήρη, Γεώργιον Π. Τσεπίδη καί τόν εξάδελφόν της πρεσβυτέρας Γεώργιον Παμπουξίδη ό οποίος έβγαλε καί μιά αναμνηστικήν φωτογραφίαν.

 

Κάποια ημέρα, μετά από τρία χρόνια, τό 1960, ό ιεροψάλτης τού χωριού Αβραάμ Ευμοιρίδης διηγήθηκε στό Σωτήρη ένα παράξενο όνειρο.  Είδε ότι αυτός καί ό Σωτήρης μετά από σκάψιμο στά θεμέλια τής πέτρινης βρύσης, βρήκαν ότι τό προσκυνητάρι στηριζόταν τελικά πάνω στήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος ή οποία βγήκε στήν επιφάνειαν μαζύ μέ άλλα εκκλησιαστικά σκεύη από τό σκάψιμο τό δικό τους.  Τό όνειρό του ψάλτη ήταν σημαντικό όπως θά δούμεν στήν συνέχειαν.  Ποιός όμως μπορούσε νά φανταστή τά θαυματουργικά γεγονότα πού θ’ακολουθούσαν!

 

Τά χρόνια περνούσαν καί ό Σωτήρης, σάν πολλούς άλλους, πρός αναζήτησιν καλύτερων συνθηκών τής ζωής του, τό 1965 κατέβηκε στήν Δράμα καί εγκαταστάθηκε στό συνοικισμό Αμπελόκηποι.  Ή φτώχεια όμως τόν ανάγκασε νά φύγη στήν Γερμανίαν μαζύ μέ τήν οικογένειάν του σάν μετανάστης, όπως έκαναν πολλοί Έλληνες εκείνη τήν εποχήν.

 

Μέ τήν πρώτην άδειαν πού μπόρεσε νά πάρη από τήν δουλειάν του στήν Γερμανίαν, ήλθε στήν Ελλάδα τό 1972 καί ανέβηκε μέ λαχτάρα καί συγκίνησιν στήν Πρασινάδα ν’ ανάψη τό καντήλι στό παρεκκλήσι τής πέτρινης βρύσης.   Όμως τί απογοήτευσι ένοιωσε όταν αντίκρυσε τήν πέτρινην βρύσην χωρίς τό προσκυνητάρι του!

 

Ή κοινότης τής Πρασινάδος χρειάστηκε τό νερό τής πέτρινης βρύσης γιά νά συμπληρώση τό νερό τού δικτύου υδρεύσεως τού χωριού καί έτσι διαμόρφωσε τήν πέτρινην βρύσην προκειμένου νά υλοποιήση τά σχέδιά της.  Τίς δέ εικόνες τού παρεκκλησίου τές άφησαν εκτεθειμένες σέ μιά ντουλάπα μέ τέσσερες πλάκες!

 

Ό Σωτήρης, πού τότε τά οικονομικά του ήταν καλύτερα παρήγγειλε αμέσως ένα όμορφο ανοξείδωτο μεταλλικό προσκυνητάρι γιά τές εικόνες, μέ πρόθεση νά τό στήση στό λόφο τού Βράχου, εκεί πού αρχικά είχε μαζέψει τές πέτρες καί δέν είχε μπορέσει νά κτίση τό παρεκκλήσι πού ονειρεύτηκε.

 

Όμως ή άδειά του τελείωσε καί δέν πρόλαβε νά προχωρήση  στό σχέδιό του.  Από τήν Γερμανίαν στέλνει γράμμα  στόν ιεροψάλτη τού χωριού Αβραάμ Ευροιμίδη νά τοποθετήση εκείνος στόν λόφον τό προσκυνητάρι μόλις κατασκευαστεί από τόν μάστορα.  Σ΄εκείνο τό γράμμα του ό Σωτήρης έγραψε στόν Αβραάμ τές σκέψεις του καί τό πώς ένιωθε γιά τόν λόφον ότι δηλαδή διαισθανόταν ότι κάποια μέρα θά συνέβαιναν μεγάλα θρησκευτικά γεγονότα πού δέν ήταν σέ θέση ό ίδιος νά εξηγήση.  Ό Αβραάμ Ευμοιρίδης πού είναι σήμερα ανάμεσά μας, μπορεί νά επιβεβαιώση σ’ όσους δυσπιστούν τό αληθές τού γεγονότος.

 

Εκείνη τήν εποχήν ό ιεροψάλτης τής Πρασινάδος, όντας πολυάσχολος, δέν υλοποίησε τήν επιθυμίαν τού Σωτήρη γιά τό στήσιμο τού παρεκκλησίου.  Μετά από δύο χρόνια τόν Αύγουστον τού 1974 ό Σωτήρης, πάλιν μέ άδεια, ήλθε από τήν Γερμανίαν μέ τήν οικογένειά του καί ή πρώτη του ενέργεια ήταν νά πάη νά στήση τό προσκυνητάρι μέ τά ίδια του τά χέρια εκεί πού τό είχε ονειρευτεί.  Τά εγκαίνιά  του έγιναν στές 24 Αυγούστου από τόν αιδεσιμότατο ιερέα τού χωριού Αντώνιο Καζεπίδη παρευρισκομένων  πολλών κατοίκων.  Καί ό εξάδελφος τού Σωτήρη, Χρήστος Λαζαρίδης δώρισε ένα κατσικάκι τό οποίο τό έκαναν “κουρμπάν” (θυσίαν) τήν ώραν τών εγκαινίων.

 

Πρίν γυρίσει στήν Γερμανίαν αυτός καί ή οικογένειά του πήγαν στό προσκυνητάρι γιά τελευταία φορά, άναψαν τό καντήλι καί προσευχήθηκαν στήν Παναγίαν νά τούς έχη καλά στήν ξενητειά καί δώσουν υπόσχεσι άν τούς αξιώσει ό Θεός καί γυρίσουν μέ τό καλό στήν πατρίδα στήν θέσην αυτήν, σάν τάμα μεγάλο τού Σωτήρη, νά κτίσουνε ένα όμορφο παρεκκλήσι 4 μέτρα χ 4 μέτρα  πού θά είναι περιφραγμένο μέ λουλούδια καί θά έχη δένδρα κάτω από τήν σκιάν τών οποίων θά βρίσκεται κτισμένη βρυσούλα μέ γάργαρο νερό καί θά δροσίζη τούς περαστικούς αφού από κεί περνάει ό κεντρικός δρόμος.

 

Από τήν ημέραν εκείνην πού υποσχέθηκε τό “τάμα” ό Σωτήρης άρχισε νά ζή παράξενα καί ανεξήγητα, γεμάτος μέ οράματα, όνειρα καί σκέψεις γύρω από αυτό τό παρεκκλήσι.  Έβλεπε τακτικά στά όνειρά του ότι ανέβαινε στό λόφο τού Βράχου γιά νά προσκυνήση καί νά ανάψη κερί καί δέν εύρισκε τό προσκυνητάρι στήν θέσιν του.  Τό ένιωθε θαμένο στήν γήν κάτω από τά χώματα χωρίς νά μπορή νά εντοπίση τήν θέσιν του.  Τό ίδιο όνειρο πάντα καί δέν μπορούσε νά τό εξηγήση.  Τό διηγόταν σέ πολλούς, ακόμη καί σέ ιερείς αλλά κανένας δέν εύρισκε τήν σημασίαν του.

 

Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ

 

Ό Σωτήρης γύρισε από τήν Γερμανίαν μέ τήν οικογένειάν του καί τελικά εγκαταστήθηκε στόν συνοικισμό Αμπελοκήπων Δράμας όπου έκτισε σπίτι, επανήλθε δέ στό Δημόσιο σάν εργαζόμενος.  Τό “τάμα” του τόν απασχολούσε συνέχεια κι’ άς βρισκόταν στήν Δράμαν, τό μυαλό καί ή σκέψις του βρισκόταν πάντα στόν δρόμον κάτω από τόν Βράχον τής Πρασινάδος.

 

Σέ μιά επίσκεψη πού έκανε στόν Πατέρα Ισαάκ τής Φτελιάς, ό οποίος ήταν πνευματικό παιδί τού Γέροντος τών Ταξιαρχών, ό άγιος αυτός πατέρας του εξήγησε έν ολίγοις τό όνειρό του.  Τού είπε λοιπόν, ότι βλέπει τό παράξενο όνειρο διατί δέν φρόντισε νά βρή τήν πραγματικήν θέσιν πού πρέπει νά κτίση τό παρεκκλήσι.  Ή θέσις τού παρεκκλησίου κατά τόν πατέρα Ισαάκ δέν ήταν εκεί πού ήθελε νά τό στήση ό Σωτήρης!

 

Ό Σωτήρης συνεχίζει νά βλέπη τό ίδιο όνειρο συχνά καί περίμενε μέ αγωνίαν νά τού φανερώση ό Θεός κάποιο σημάδι γιά τήν πιθανή νέα θέση πού θά έκτιζε τό παρεκκλήσι.  Μιά νύχτα είδε τό ίδιο όνειρο καί ενώ έψαχνε εκεί γύρω νά εντοπίση τό θαμένο προσκυνητάρι, βλέπει στά 100 μέτρα ψηλά στό Βράχο μιά φωτεινή εικόνα τού Χριστού μέ τό Ευαγγέλιο στό χέρι καί τήν επιγραφήν “ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ” καί ένα καντήλι νά καίη.  Όταν ξύπνησε προβληματίστηκε έκ νέου μέ τό όνειρο καί κατέληξε στό συμπέρασμα, έχοντας ύπ’ όψιν του καί τό παρόμοιο όνειρο τού ιεροψάλτη Αβραάμ Ευμοιρίδη πού είδε τό προσκυνητάρι νά στηρίζεται πάνω στήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, ότι θά έπρεπε νά προσθέση δίπλα στήν εικόνα τής Παναγίας μέσα στό προσκυνητάρι καί τήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος.

 

Καί έτσι έκανε, αγόρασε τήν εικόνα καί τήν τοποθέτησε στό προσκυνητάρι γιά νά τήν προσκυνούν οί περαστικοί.  Όμως από τήν ημέραν εκείνην κάθε χρόνο τό παρεκκλήσι γιόρταζε τήν ημέραν τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος μαζεύοντας πλήθος κόσμου καί μάλιστα περισσότερο από αυτό πού ερχότανε όταν γιόρταζε ή Παναγία γιατί στήν Χάριν της ό κόσμος πήγαινε στό Παγγαίο.  Έξη χρόνια μετά από τήν υπόσχεσιν πού έδωσε ό Σωτήρης τό “τάμα” άρχισε νά υλοποιείται.

 

Ό Σωτήρης έτρεξε σέ όλους όσους μπορούσαν νά βοηθήσουν γιά τήν πραγμάτωσιν τού “τάματος”, τήν ιεράν Μητρόπολιν τούς Πολιτευτάδες, Νομάρχες, τές Υπηρεσίες, τούς Εργολάβους καί τούς μαστόρους.  Έν τώ μεταξύ, πήγε ό ίδιος επί τόπου χάραξε τές διαστάσεις  πού ήθελε καί στές τέσσερες γωνίες έβαλε από μιά πέτρα γιά σημάδι θεμελίων.

 

Στές 6 Αυγούστου, 1990, στήν γιορτήν τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, ό Σωτήρης μαζύ μέ τόν ιερέα Χρήστο Παπαδόπουλο καί τούς ψάλτες Σωκράτη Ηλιόπουλο καί Αβραάμ Ευμοιρίδη καί τούς κατοίκους τού χωριού ανέβηκαν στόν Λόφον τού Βράχου στό παρεκκλήσι γιά νά κάνουν Παράκλησιν, όπως εσυνηθίζετο τά τελευταία δύο χρόνια.  Τό ίδιο βράδυ στόν ύπνον του είδε επιτέλους ώ τού θαύματος τό όνειρο πού περίμενε!

 

Παρουσιάστηκε μπροστά του ένας ιερωμένος μέ χρυσαφένια άμφια χωρίς καλυμαύχι πού έλαμπε τό πρόσωπό του από καλωσύνην καί αφού τόν ευλόγησε τού είπε: “Σωτήρη μήν ταράζεσαι καί μήν φοβάσαι, ήλθα νά σέ βοηθήσω.  Χρόνια σέ καθοδηγώ καί νοιώθω τήν αγωνίαν σου νά βρής τό θαμένο εκκλησάκι πού θέλεις νά τό ξανακτίσης, όμως τώρα ήρθε ή ώρα νά σού δείξω ποιά είναι ή θέση του.”  Γύρισε πρός ανατολάς καί τού έδειξε τόν τεράστιο Βράχο πού βρισκόταν στά 100 μέτρα από κεί καί τού είπε:  “Πάνω σ’ αυτόν τόν Βράχον είχε ένα Βυζαντινό Μοναστήρι τής Θείας Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τό οποίο έκτισαν δύο ασκητές καλόγεροι αδελφοί Πέτρος καί ό Παύλος τό 485 μ. χ. Καί επί αιώνες ήταν ΦΑΡΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.  Τό Μοναστήρι αυτό είχε γίνει ξακουστό σ’ όλον τόν κόσμον.  Μέ τήν βοήθειαν τού Θεού άντεξε επί αιώνες στές επιδρομές τών απίστων πού εύκολα έκαναν τές επιθέσεις τούς σ’ αυτό λόγω τής ερημικής τοποθεσίας του.  Όμως κατά τά μέσα τού 1204 μ.. x. δέν άντεξε στήν ληστρικήν επιδρομήν τής 4ης Αποστολής τών Σταυροφόρων κατά τήν οποίαν καταστράφηκε ολοσχερώς καί οί δέκα καλόγεροι μέ τόν ηγούμενον πού κλείστηκαν μέσα κάηκαν μαζύ μέ τό Μοναστήρι.  Στόν αγιασμένον αυτόν τόπον βρίσκονται θαμένα τά λείψανα τών καλογέρων πού θά βεβαιώσουν τόν μαρτυρικόν θάνατόν τους.   Ή ιστορία είναι έτσι, πέρασαν τά χρόνια καί ήταν μοιραίο ν’ αρθής εσύ μέ τό ενδιαφέρον σου γιά τό εκκλησάκι νά φέρης τήν ζωήν σ’αυτόν τόν Άγιον Τόπον.  Εκεί ψηλά στό Βράχο θά ξεκινήσης τό κτίσιμο γιά τό εκκλησάκι πού ονειρεύτηκες.  Καί ή ιδέα σου θά ξαπλωθή παντού καί θά πάρη μεγάλες διαστάσεις καί πολλοί πιστοί καί δυνατοί από όλες τές κοινωνικές τάξεις θά σ’ ακολουθήσουν, θά συνεργαστούν μαζύ σου καί θά συντελέσουν στήν αξιοποίησιν αυτού τού τόπου όπου ό Θεός θά στείλη δικούς του ανθρώπους νά τόν κατοικήσουν».

 

Στό σημείον αυτό ό Σωτήρης ερώτησε μέ δέος τόν Άγιον:  “Μά παππούλη ή επιφάνεια τού Βράχου είναι πολύ μεγάλη, πού θά βρώ τό μέρος πού βρισκόταν  κτισμένο τό παλαιό Μοναστήρι αφού δέν υπάρχει κάποιο σημάδι;”  “Θά στό υποδείξω” είπε ό Άγιος καί εξαφανίστηκε.  Ό Σωτήρης ξύπνησε ταραγμένος μέσα στόν ύπνον του καί σταυροκοπήθηκε μέ βουρκωμένα μάτια. Μόλις ξημέρωσε, χωρίς νά ξεχάση τίποτε από όσα είδε καί άκουσε στό όνειρο, έτρεξε στόν Βράχον.

 

Γιά νά αναβής στόν Βράχον έπρεπε νά πάρης ένα παλαιό κατεστραμένο μονοπάτι στό οποίον δύσκολα σκαρφάλωσε καί βρέθηκε πάνω στόν Ιερόν Τόπον.  Μέ μεγάλην έκπληξιν εκεί επάνω βρήκε αμέσως σπασμένα κεραμίδια καί μάλιστα μεγάλου μεγέθους, χοντρά διαφορετικά από τά σημερινά.  Μάζεψε μερικά καί τά πήγε στόν διοικητήριον τών υπηρεσιών τής Δράμας όπου βρισκόταν αντιπρόσωπος τής αρχαιολογικής υπηρεσίας ό οποίος τόν βεβαίωσε ότι τά κεραμίδια ήταν Βυζαντινά.

 

Ή ιστορία τού Μοναστρηιού καί τής καταστροφής του ενισχύθηκε καί από ένα ακόμη γεγονός συνδυασμένο μέ κάποιο όνειρο τού Σωτήρη τού οποίου ή σκέψις καί ή ψυχή πλέον ανήκαν στόν Βράχον.

 

Από όνειρο σημαδιακό πού είδε κάποια νύχτα μέ τήν Αγίαν Ειρήνην καί τόν Άγιον Νεκτάριον πού τού είπαν ότι από τήν Θεσσαλονίκην κάποιος θά τού φέρη ένα βιβλίο καί σέ κάποια σελίδα του θά ‘ταν γραμμένο κάτι πού ενδιαφέρει τό Μοναστήρι, οδηγήθηκε στό πραγματικό γεγονός πού συνέβη μετά από μίαν εβδομάδα όταν ήλθε ό υιός του από τήν Θεσσαλονίκην καί τού έφερε ένα βιβλίο σχετικά μέ τόν αντίχριστον 666 νά τό διαβάση ολόκληρο μήπως καί ανακαλύψει κάτι από τές προφητείες τών Αγίων τού ονείρου του.  Συγκέντρωσε τήν προσοχήν του σέ κάποια γεγονότα πού έγραφε τό βιβλίο σχετικά μέ τά σχέδια τών Μασόνων καί τού εκάστοτε Πάπα τής Ρώμης πού πάντα είχαν σκοπόν νά κατασπαράξουν τήν Ορθοδοξίαν καί τούς Χριστιανούς.  Στά γεγονότα πού παρέθετε τό βιβλίο ήταν καί οί καταστροφές, τά εγκλήματα, οί ταπεινώσεις πού προκάλεσε ή αποστολή τής Τετάρτης Σταυροφορίας τής Καθολικής Εκκλησίας στές εκκλησίες καί τά μοναστήρια τής πατρίδος μας.  Όπου περνούσαν έκαιγαν καί ρήμαζαν.  Ό Σωτήρης θυμήθηκε αμέσως τήν απάντησιν πού τού έδωσε στό όνειρό του ό Άγιος Ιερωμένος όταν τόν ερώτησε άν ήταν Τούρκικος ό Στρατός πού έκαψε τό Μοναστήρι,  Είπε: «Όχι τέκνον μου, Ιταλικός Στρατός».

 

Τότε σκέφτηκε μέ συγκίνησιν τό Μεγαλείον τού Θεού, τήν Σοφίαν Του καί τήν Δύναμίν Του.  Ή Αγία Ειρήνη Χρυσοβαλάντου τού φανέρωσε πότε καί κάτω από ποιές συνθήκες κατατράφηκε τό Μοναστήρι καί μαρτύρισαν οί καλόγεροί του.  Μέγας είσαι Κύριε καί Θαυμαστά τά Έργα Σου!  Σωτήρα Χριστέ πάντα νά μάς φυλάς από τόν Πάπαν καί τούς ανόμους σκοπούς του!

 

Ή πρώτη ενέργεια τού Σωτήρη μετά από όλες αυτές τές αποκαλύψεις ήταν νά πάη στόν πρόεδρον τής Πρασινάδος καί στό κοινοτικό συμβούλιον καί νά καταθέση μιά αναφορά μέ όλα όσα τού συνέβησαν γύρω από τόν Ιερόν Βράχον καί νά τούς ζητήση νά παραχωριθή ή κοινόχρηστη αυτή έκταση μέ σκοπόν νά κτισθή εκεί επάνω τό εκκλησάκι.  Ξανά ανέβηκε στόν Βράχον καί επειδή δέν μπορούσε νά εντοπίση κανένα ακόμη σημάδι γιά τά θαμένα από τόν καιρόν θεμέλια τού παλαιού Μοναστηριού, σκέφτηκε ότι τό καλύτερο μέρος γιά τό κτίσιμο θά ήταν πάνω στήν επιφάνειαν τού Βράχου πού ήταν καθαρή από χόρτα καί λοιπά στοιχεία.  Στήν συνέχειαν έτρεξε νά φροντίση γιά τήν μεταφοράν τών υλικών πάνω στό Βράχο.  Ή γυναίκα του ανυσηχούσε γιά τήν υγείαν του γιατί τόν έβλεπε  νά κουράζεται πολύ έχοντας κάνει σκοπό τής ζωής του τήν ιδέαν αυτήν τού Μοναστηριού καί βλέποντας τές διάφορες δυσκολίες πού εύρισκε μπροστά του.  Όμως ό ίδιος ένιωθε δυνατός, έτοιμος νά συνεχίση τόν αγώνα του σύμφωνα μέ όσα του μύνησε ό Θεός καί ή Θεία Πρόνοιά Του.

 

Τό Πάσχα τού 1991 έφθασε καί ξημερώματα τής Πεντηκοστής βλέπει ένα ακόμη όνειρο ότι πάνω στό βορειοανατολικό τμήμα τού Βράχου ήταν κτισμένα ένα παλαιό Βυζαντινό Μοναστήρι καί μέσα σ’αυτό στήν θέσιν τού Παντοκράτορος υπήρχε ένα σύνολο από καλόγερους από τούς οποίους ένας ψηλός γύρισε καί είδε τόν Χριστόν.  Ενώ ήταν ντυμένος ίδια σάν τούς άλλους καλόγερους ή μορφή του ήταν τού Ζωοδότου Χριστού.  Τό όνειρο ήταν σημαδιακό γιά τόν Σωτήρη πού πίστεψε ότι ήταν ή υπόδειξη τού Αγίου Ιερωμένου αναφορικά μέ τήν θέσιν πού θά  έπρεπε νά κτίση τό εκκλησάκι.

 

Μέ τήν πρώτην ευκαιρίαν πού βρέθηκε στήν Πρασινάδα, ανέβηκε στόν Βράχον καί άρχισε τό σκάψιμο στό μέρος πού τόν οδήγησαν τά όνειρά του.  Εκεί βρήκε τά παλαιά θεμέλια, τά καμμένα κεραμίδια καί τές πέτρες τού παλαιού Μοναστηριού καθώς καί τά Ιερά Λείψανα τών καλογέρων.  Συγκηνημένος γονάστισε καί μέ ευλάβεια καί μέ δέος προσκύνησε τόν Ιερόν Τόπον.  Όλα του τά όνειρα βγήκαν αληθινά!  Αποκαλύφθηκε μπροστά του ό Μαρτυρικός αυτός Τόπος πού θυσίασαν τήν ζωήν τους οί Άγιοι εκείνοι καλόγεροι γιά τήν Πίστιν τους στόν Χριστόν τόν Σωτήρα τής ανθρωπότητος.

 

Κύμματα ρίγους διαπέρασαν όλον του τό σώμα.  Ή πίστις του τόν ωδήγησε ολοένα σέ καινούργια ευρήματα καί ή ιστορία τού Μοναστηριού σέ συνδυασμό πάντα μέ τά όνειρά του διαφαινόταν καθαρά μπροστά του.

 

Τά όνειρα συγχέονταν μέ τά οράματα καί ό Σωτήρης ζούσε μ’αυτά κάνοντά τα γνωστά σέ όλο καί περισσότερους πιστούς πού γινόντουσαν πλέον υποστηρικτές τής μεγάλης ιδέας του καί συμμετείχαν στόν αγώνα του.

 

Εμφανίστηκε πάλιν στόν ύπνον του ό συμπαθέστατος Ιερωμένος μέ τό καλωσυνάτο πρόσωπο καί τού μίλησε περισσότερο.  Τό όνειρο ήταν ώς εξής: Είδε ότι κάποια μέρα οί συγχωριανοί του από τήν Πρασινάδα μαζεύτηκαν στό προαύλιο τής Εκκλησίας όπου μέσα υπήρχαν τέσσερες Μοναχοί, δύο αριστερά, δύο δεξιά γονατιστοί σέ στάσιν προσευχής μέ τά χέρια υψωμένα γύρω από τόν Άγιον Ιερωμένον  μέ τά χρυσά άμφια.  Ό Σωτήρης τότε τόν ερώτησε.  “Παππούλη πού θά βρούμε τήν εικόνα τού Μοναστηριού στόν Ιερόν Βράχον;»

 

Ό Άγιος τού έγνεψε νά σιωπήση.  Ή απάντησή του ήταν νά μήν βιάζεται γιατί υπήρχε φόβος νά τήν χάσουν.  Τού υπέδειξε νά σκάψη ανατολικά καί κεί θά βρή τά Ιερά Λείψανα πού είχανε σάν κειμήλιον στόν Βυζαντινό Μοναστήρι. «Αυτά ανήκαν στόν Απόστολον πού μαρτύρισε πάνω στόν Σταυρόν πεθαίνοντας γιά τήν πίστιν του καί πρέπει νά δοθούν στόν Δεσπότην τής Δράμας ό οποίος ξέρει καί όταν θά έλθη ή ώρα θά τά τοποθετήση μέσα στόν Ναόν πού θά κτισθή.  Προηγουμένως πρέπει όμως νά παραμείνουν μέσα σέ κρασί τρείς μέρες καί μετά νά επικαλυφθούν μέ τριμένο θυμίαμα γιά νά ευωδιάζουν.  Από τό κρασί, μέσα στό οποίο θά παραμείνουν τά Ιερά Λείψανα, θά γίνη τό πρώτο μίγμα μέ τσιμέντο γιά νά στηριχθή ή Αγία Τράπεζα πού θά σταθή μέσα στήν Εκκλησίαν.  Ακόμη τό Μοναστήρι είχε καί Αγίασμα τό οποίο, είπε, θά ψάξεις μαζύ μέ άλλους νά βρής από τήν μεριά τής βαθείας χαράδρας μέ τό πολύ νερό.  Βγαίνει λίγο-λίγο καί είναι έκ Θεού καί κανένας μέχρι σήμερον δέν τό αντιλήφθηκε.  Θά τό μαζέψεις εσύ σέ δεξαμενή καί πάνω σ’ αυτήν θά στήσης ένα προσκυνητάρι μέ τήν εικόνα τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος καί τό Αγίασμα αυτό θά είναι ή Σωτηρία τής ψυχής καί τού σώματος κάθε πιστού.  Στό σημείον αυτό θά φυτέψης τρείς ελιές, δύο άγριες καί μία ήμερη.  Έτσι τό θέλει ό Θεός!»

 

Τελειώνοντας ό Άγιος θύμησε στόν Σωτήρη ότι χάρη στές δεήσεις καί τές προσευχές αυτών τών καλογέρων πού μαρτύρησαν στόν Τόπον αυτόν, γλύτωσε τό χωριό τής Πρασινάδος από πολλά δεινά όταν ή περιοχή πέρναγε δύσκολες ημέρες.

 

Μ’ αυτά τά λόγια εξαφανίσθηκε ό Άγιος Ιερωμένος καί ό Σωτήρης ξύπνησε καί πάλιν γι’άλλην μίαν φοράν συγκινημένος μέ τές μνήμες νωπές στό μυαλό του από τά γεγονότα πού διαδραμματίστηκαν στήν περιοχήν όταν ή Βουλγαρία προσπάθησε νά μάς σκλαβώση μέ αποτελέσματα τραγικά γιά τόν τόπον σάν τού Πολυγέφυρου όπου έκλεισαν μέσα στό σχολείο 26 γυναικόπαιδα καί τά έκαψαν, τού Τραχωνίου πού είχαν πιάσει 25 άνδρες καί τούς σκότωσαν, τών Διποτάμων όπου έβαλαν φωτιά καί γενικά ό τρόμος καί ή αγωνία σερνόταν στήν Μακεδονίαν.  Μέσα σ’ αυτό τό κακό ή Πρασινάδα έμεινε άθικτη, θαρρείς καί κάποιο χέρι θεϊκό τήν προστάτευε! Σύμφωνα μέ διηγήσεις, αγότερα μετά τούς Βουλγάρους, κάποιες ένοπλες δυνάμεις είχαν στήσει τά πολυβόλα τους μπροστά στήν Εκκλησίαν τού χωριού γιά νά εκτελέσουν τούς κατοίκους του καί τήν τελευταίαν στιγμήν άλλαξαν τά φρονικά τους σχέδια καί έφυγαν χωρίς νά πειράξουν κανένα.  Ανάμεσα στούς μελλοθάνατους καί ό πατέρας τού Σωτήρη, Απόστολος Τσεπίδης, μέ τήν κατηγορίαν ότι είχε κρυμμένο όπλο.  Ή Θεία Πρόνοια κράτησε μακρυά τό κακό γιά άλλη μία φορά!

 

Ό Σωτήρης ανέβηκε ξανά στόν Βράχον καί μέ πίστιν άρχισε τό σκάψιμο σύμφωνα μέ τές οδηγίες τού Αγίου Ιερωμένου.  Πράγματι θαμένα σέ βάθος ενός μέτρου βρέθηκαν τά Ιερά Λείψανα καί τέσσερα καρφιά σουβλερά 12 πόντων τό καθένα σέ σχήμα Γ μιάς άλλης εποχής!  Μέ ευλάβεια τά ασπάστηκε καί μέ προσοχήν τά πήρε μαζύ του.  Τό μέρος πού βρέθηκαν είχε χώμα σέ ξανθή απόχρωση ενώ τά γύρω χώματα είναι κατάμαυρα από τήν φωτιάν τών Σταυροφόρων.  Αυτό αποδεικνύει ότι τά Ιερά Λείψανα ήταν πράγματι μέσα σέ ξύλινη λειψανοθήκη ή οποία έλιωσε στό πέρασμα τών αιώνων καί άφησε γύρω τό χρώμα τού ξύλου.

 

Ό Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δράμας κ.κ. Διονύσιος, στόν οποίον ό Σωτήρης παρέδωσε τά Ιερά Λείψανα, ευχαρίστησε τόν Σωτήρη καί μέ χαρά τά παρέλαβε.  Εκεί τόν πληροφόρησαν ότι ό Απόστολος Ανδρέας ό οποίος πέθανε μέ μαρτύρια στήν Πάτραν είχε καρφωθεί πάνω σέ σταυρόν μέ τέσσερα καρφιά χιαστή σάν αυτά πού βρήκε ό Σωτήρης μαζύ μέ τά Ιερά Λείψανα.

 

Ό Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης εξεδήλωσε τήν επιθυμίαν νά ανεβή στόν Βράχον καί ό Σωτήρης το’ μαθε καί λίγες μέρες μετά από τό Πάσχα τού 1991 ειδοποιήθηκε καί βρέθηκε καί αυτός εκεί νά τόν προϋπαντήση.  Πρίν από τό γεγονός αυτό ό Σωτήρης είδε στόν όνειρόν του ότι ό Σεβασμιώτατος θά επισκεπτόταν τό προσκυνητάρι καί όπως καί έγινε κατά θαυμαστόν τρόπον καί πάλιν τό όνειρό του βγήκε αληθινό!

 

Ό Σεβασμιώτατος θέλησε ν’ ανέβη καί στόν Βράχον επάνω αλλά τό μονοπάτι πού ήταν κατεστραμένο δέν τού τό επέτρεψε.  Δήλωσε όμως ότι θά είναι πάντα στό πλευρό αυτών πού θά προσπαθήσουν γιά τήν ανέγερσιν τού Μοναστηριού στόν Βράχον καί θά βοηθήση στό δύσκολο αυτό έργο μέ κάθε τρόπον γιατί τό νέο Μοναστήρι πάνω στά θεμέλια τού παλαιού Βυζαντινού θά δώση αίγλη στήν περιοχήν καί θά γίνη προσκύνημα τών πιστών τής Ορθοδοξίας.

 

Άρχισε λοιπόν ό Σωτήρης μαζύ μέ άλλους πιστούς τό σκάψιμο πάνω στόν Βράχον γιά τήν θεμελίωσιν τού Μοναστηριού καί ανήμερα τού Λαζάρου τό 1992 βρήκαν καί τήν Ιεράν Λόγχην τού Μοναστηριού, τής οποίας τά θαύματα παραθέτονται παρακάτω στό τέλος τού βιβλίου καί δείχνουν τήν Θείαν δύναμιν πού διαθέτει.

 

Σ’ όλα αυτά προστίθεται καί ένα γεγονός πού ενισχύει τήν ιστορίαν τού Μοναστηριού ακόμη περισσότερον.  Κάποιος κυνηγός από τήν Θεσσαλονίκην πού κυνηγούσε στά βουνά τής γύρω περιοχής έψαχνε τό σκυλί του στήν Πρασινάδα καί καθώς έπιασε βροχή μπήκε σέ μιά παράγκα τού Δασαρχείου στήν χαράδρα Νο. 14 (όπως είναι αριθμημένες από τό Δασαρχείο) γιά νά προστατευτή.

 

Μέσα στήν μπαράγκα ήταν κι άλλοι πού δούλευαν στό βουνό καί βρέθηκε καί ό Μπάμπης Καλεπίδης κάτοικος Πρασινάδος.  Ό κυνηγός αυτός σέ δεδομένη συζήτησιν σχετικά μέ τόν Ιερόν Βράχον, είπε ότι ξέρει αυτός ότι υπάρχει ένα παμπάλαιο βιβλίο πού γράφει τήν ιστορίαν τού παλαιού Μοναστηριού πού είχε κτιστεί τήν εποχήν τού Βυζαντίου καί δέσποζε τής περιοχής καί ότι ό δρόμος πού περνούσε δίπλα από τόν Βράχον, όπου ήταν κτισμένο, ήταν ή μοναδική κύρια οδός πρός τήν Βουλγαρίαν από όπου περνούσαν τά καραβάνια κάνοντας μεταφορές.

 

Τό βιβλίο αυτό τό είχε διαβάσει καί έλεγε λεπτομέρειες από αυτό τό γεγονός τής υπάρξεως πηγής επάνω στόν Βράχον τής οποίας τά νερά κυλούσαν σέ αυλάκι στό πλάϊ τού Βράχου γιά νά ποτίζονται γύρω γύρω οί κήποι τών μοναχών καί τά περιβόλια.  Έγραφε ακόμη ότι όταν πληροφορήθηκαν οί καλόγεροι ότι ανεβαίνει από τήν περιοχήν Παρανεστίου ό στρατός τών Σταυροφόρων, ό ηγούμενος πήρε τήν θαυματουργικήν εικόνα καί τά ιερά αντικείμενα καί τά έκρυψε σέ μιά κρύπτην μυστικήν τήν οποίαν σφράγισε.  Μετά όταν έφθασαν οί επιδρομείς έκαψαν, ρήμαξαν καί λεηλάτησαν τό Μοναστήρι καί έκαψαν μέσα τούς μοναχούς.

Τό Αγίασμα πού έψαχνε, καθ’ υπόδειξη τού Αγίου, νά βρή ό Σωτήρης, τό βιβλίο αναφέρει, όπως έλεγε ό κυνηγός, ότι βρισκόταν κάπου στούς πρόποδες τού Βράχου.  Όταν ό Σωτήρης έμαθε όλα αυτά από τόν Μπάμπην Καλεπίδη λυπήθηκε πού δέν είχε τήν διεύθυνσιν κατοικίας τού κυνηγού στήν Θεσσαλονίκην γιά νά μπορέση ν’ αποκτήση τό βιβλίο αυτό γιατί ή δίψα του γιά περισσότερες λεπτομέρεις γύρω από τό παλαιό Μοναστήρι ήταν μεγάλη.

 

 

ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΗΣΑΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΝ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

Πρίν νά δείξη τό ενδιαφέρον του ό Σωτήρης γιά τόν Ιερόν Βράχον, οί κάτοικοι τής Πρασινάδος αγνοούσαν τήν ύπαρξιν τού παλαιού Μοναστηριού καθώς καί τήν ιστορίαν του.  Συνέβαιναν όμως διάφορα παράξενα περιστατικά στόν Βράχον καί οί κάτοικοι τού χωριού δέν μπορούσαν νά τά εξηγήσουν μέ αποτέλεσμα νά τά χαρακτηρίζουν μέ τήν φράσιν “Ό Θεός έβαλε τό χέρι του!”  Δέν ήξεραν ότι ό Χριστός ήταν τόσον κοντά τους  καί ή Θεία Δύναμίς Του ήταν εγκαταστημένη πάνω στόν Βράχον καί τούς είχε κάτω από τό Βλέμμα Του!

 

Μετά από αυτά  πού έζησε καί έμαθε ό Σωτήρης, μέσα σέ όνειρα καί οράματα γιά τό Μοναστήρι, επιχείρησε νά μαζέψη κάθε πληροφορία από τούς κατοίκους τής περιοχής οί οποίοι δέν γνώριζαν, όπως είπαμεν πειό πάνω τήν ύπαρξίν του, αλλά ήξεραν διάφορα γεγονότα από πάππου είς πάππον τά οποία ήταν συνδεδεμένα μέ τό Μοναστήρι καί τόν Άγιον αυτό Τόπον όπως π.χ. τά παρακάτω.

Έβλεπαν πολλές φορές νά παρουσιάζεται ένα φώς καντηλιού στόν Βράχον καί επειδή δέν μπορούσαν νά τό εξηγήσουν θεωρούσαν τόν Βράχον διαβολεμένο μέ καλικαντζάρους πού κρατούσαν λάμπα καί γιά νά τούς διώξουν κάθε τών Θεοφανείων περνούσαν από κεί μέ τόν Αγιασμόν γιά νά πάνε νά φωτίσουν τά χωράφιά τους.

 

Μάλιστα όταν είχε χιόνι πέταγαν χιονομπάλες βουτηγμένες στόν Αγιασμόν πάνω στόν Βράχον γιά νά αγιασθή ό Βράχος καί νά φύγουν τά δαιμόνια.  Δέν μπορούσαν νά καταλάβουν οί άνθρωποι ότι ό τόπος εκείνος ήταν από μόνος του Αγιασμένος καί τό Φώς πού έβλεπαν νά καίη πάνω στόν Βράχον ήταν ένα σημάδι τού Θεού γιά νά τούς οδηγήση νά μάθουν τήν αλήθειαν γύρω από τήν ιστορίαν τής ιερότητος τού τόπου καί μέσα από αυτήν νά ενισχύση τήν πίστιν τους πρός Αυτόν καί τόν Μονογενή Του!

 

Ό πατέρας τού Σωτήρη διηγόταν πάντα τά εξής περιστατικό πού τού συνέβη μιά καλοκαιρινή νύχτα πού πέρναγε καβάλα στό άλογο δίπλα στήν πέτρινην βρύσην.  Άκουσε ύμνους καί ψαλμωδίες νά έρχονται από πάνω από τόν Βράχον καί παραξενεμένος συνδύασε τό γεγονός μέ τές ιστορίες πού κυκλοφορούσαν τότε στό χωριό γιά τήν ύπάρξιν δαιμόνων στόν Βράχον μέ αποτέλεσμα νά τόν καταλάβη μεγάλος φόβος καί νά φύγη τρέχοντας από εκεί.  Τήν ίδια σκηνή έζησε καί ο ξάδελφος τού Σωτήρη ό Παναγιώτης Τσεπίδης.

 

Ένας κάτοικος τής Πρασινάδος ό Γεώργιος Ι. Κυριακίδης διηγόταν τί συνέβη σέ μιά θεία του πού είχε πεθάνει, τήν Ελένην Ευμοιρίδου, ένα βράδυ πού βρισκόταν στό χωράφι της σέ μιά τοποθεσία ονόματι Μάντρες ευθεία γραμμή αντικρυστά μέ τόν Ιερόν Βράχον σέ απόστασιν 400 μέτρα περίπου.  Ενώ φύλαγε στό χωράφι μέ τά καλαμπόκια προκειμένου νά τό προφυλάξη  από τυχόν επιδρομή αγριόχοιρων, άκουσε ψαλμωδίες καί ύμνους νά βγαίνουν από τήν μεριά τού Βράχου.  Φώναξε τόν άνδρα της νά ακούση καί αυτός τές ωραίες ψαλμωδίες αλλά δυστυχώς εκείνος, όπως καί οί άλλοι πού άκουσαν τό περιστατικό, δέν τήν πίστεψαν αποδίδοντα τά λεγόμενά της στό γεγονός ότι παράκουε.

 

Όμως αυτή ή ίδια γυναίκα ομολογούσε ότι είχε δεί μιά νύχτα ένα Ουράνιο Φώς νά καταβαίνη σάν μιά τεράστια ομπρέλλα καί νά σκεπάζη τήν επιφάνειαν τού Ιερού Βράχου.!

 

Πρίν 46 χρόνια στήν ίδιαν περιοχήν ό Παναγιώτης Παπαδόπουλος, αδελφός τού σημερινού ιερέα  τής Πρασινάδος, είχε δεί καί αυτός τό ίδιο Ουράνιο Φώς νά κατεβαίνη πάνω στόν Βράχον κάποιο βράδυ τά μεσάνυχτα πού βρέθηκε κοντά στήν μάντρα τού Ιωάννου Κελσίδη συγχωριανού του.  Ζούσε μέ τήν απορίαν γιά τό γεγονός εκείνο πού βίωσε στά 16 του χρόνια ό Παναγιώτης Παπαδόπουλος μέχρι σήμερον πού οί Αποκαλύψεις πού έγιναν γιά τόν Βράχον απέδειξαν στόν κόσμον τό Μεγαλείο τού Αγίου αυτού Τόπου!

 

Ή Ελένη Σιαμίδου, γυναίκα τού πρώην Προέδρου τής Πρασινάδος, τού Ιακώβου Σιαμίδη, θυμάται ένα περιστατικό πού έζησε καί αυτή τό 1975 παρόμοιο μέ τούς προαναφερόμενους συντοπίτες της.  Μία Αυγουστιάστικη νύχτα τού 1975, ξεκίνησε μ’ ένα φακό νά πάη στήν μάνδρα τού Ιορδανίδη, όπου βρισκόταν καί ό άνδρας της μέ τά ζώα τους.  Όταν λοιπόν έφθασε στό περιβόλι τού Γιάννη Κελεσίδη, γύρισε τό κεφάλι της γιά νά ρίξη μιά ματιά από μακρυά στό σπίτι της όπου είχε αφήσει τά δύο κοριτσάκια της νά τήν παρακολουθήσουν στό παράθυρο.

 

Εκείνη τήν στιγμήν είδε τόν Βράχον λουσμένο στό Φώς πού κατέβαινε από τόν Ουρανόν!  Φοβήθηκε τόσον πολύ πού τόβαλε στά πόδια καί τρέχοντας απομακρύνθηκε από εκεί.  Τό Άγιο Φώς τό είδαν καί τά κοριτσάκια καί επιβεβαιώνουν σήμερον τό γεγονός.

 

Γιά τά θαυμαστά αυτά φαινόμενα πολλοί Πρασιναδιώτες έχουν νά πούν πολλές μαρτυρίες από τές οποίες διαγράφεται ή κατά καιρούς φανέρωση τού Μεγαλείου τού Ιερού Αυτού Τόπου καί ή Αγιοσύνη του!

 

Ή Μαρία Σιαμίδου από τήν Πρασινάδα, όταν απεβίωσε ό σύζυγός της τό 1972, είδε τό εξής όνειρο.  Βρισκόταν σ’ ένα μέρος απέναντι από τήν μάνδρα τού Κωνσταντίνου Λαζαρίδη στήν στροφήν τού δρόμου διά τήν μάνδρα  τού Ιωάννη Κελσίδη καί έκλαιγε γιά τόν χαμόν τού συζύγου της όταν παρουσιάστηκε μπροστά της ένας καβαλάρης αξιωματικός καί τής είπε: Μήν κλαίς τόν άνδρα σου, γιατί βρίσκεται ανάμεσά μας, εκεί πάνω σ’ ένα παλάτι πού έχομεν στά βράχια καί έδειξε πρός τήν μεριά τού Ιερού Βράχου.

 

Ή χήρα τότε δέν μπόρεσε να΄ τόν εξηγήση τό όνειρο, όμως σήμερον πού τό συνδυάζει μ’ όλα αυτά πού ό Θεός φανέρωσε στόν κόσμον κατά καιρούς γιά νά καταλάβουν ότι ή Κατοικία Του βρίσκεται πάνω στόν Βράχον, σκύβει μέ δέος τό κεφάλι της καί πάντα κάνει τήν προσευχήν της όταν θυμάται τό όνειρό της.

 

Παρακάτω θά παραθέσωμεν μερικά από τά θαύματα πού έγιναν πρό τής αποκαλύψεως τού Μοναστηριού, κατά χρονολογικήν σειράν γιά νά τά διαβάσουν οί πιστοί καί νά εφρανθή ή ψυχή τους νά γεμίση μέ Αγιασμό καί νάρθουν νά αφιερωθούν στόν Χριστόν σάν ευλαβείς προσκυνητές πάνω στόν Ιερόν Βράχον όπου αποκαλύφθηκε τό παλαιό Μοναστήρη!

 

ΠΡΩΤΟΝ ΘΑΥΜΑ

 

Πρίν από τό έτος 1940 οί κάτοικοι τής Πρασινάδος κατά τήν περίοδον τού καλοκαιριού ανέβαζαν τά κοπάδια τους τήν νύχτα πάνω στόν Βράχον γιά νά τά προφυλάξουν από τούς λύκους.  Ένα πρωϊ ενώ άρμεγαν τές κατσίκες του , ένας τράγος αγριομένος  κυνήγησε, κτύπησε κάι έσπρωξε στόν γκρεμό ένα παιδί τόν Νικόλαον Θεοδοσιάδη.  Τό παιδί ώς έκ θαύματος γαντζώθηκε στό χείλος τού γκρεμού καί σώθηκε προκαλώντας τόν θαυμασμόν καί τήν χαράν όλων.  Εκείνη τήν εποχήν βέβαια αγνοούσαν όλοι ότι ή Θεία Βοήθεια πού δόθηκε στό παιδί πηγάζει από τόν Ιερόν Βράχον πάνω στόν οποίον μαρτύρησαν οί  Άγιοι Καλόγεροι τού παλαιού Βυζαντίνου Μοναστηριού.

 

Το 1990, πού αποκαλύφθηκε τό παλαιό Μοναστήρι, ό Νικόλαος Θεοδοσιάδης πρόεδρος τότε τού χωριού Πρασινάδος, κατά τό έτος αυτό, ανταποκρινόμενος στήν αίτησιν τού Σωτήρη Τσεπίδι παραχώρησε τήν κοινόχρηστη έκταση τού Ιερού Βράχου γιά τήν ανέγερσιν τού Νέου Μοναστηριού.  Ή πράξις του αυτή ήταν μία έκφρασις ευγνωμοσύνης από μέρους του στόν Θεόν μετά από πολλά χρόνια γιά τό θαύμα πού συντελέσθηκε στόν Ιερόν Βράχον καί σώθηκε ό ίδιος από βέβαιον θάνατον όταν ήταν μικρό παιδί.

 

Ό κύριος Σωτήρης Τσεπιδης γράφει παρακάτω άλλα θαύματα πού συνδέονται μέ τήν άποκάλυψιν τού Μοναστηρίου τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος σέ μίαν νέαν έκδοσιν τών θαυμάτων τού Μοναστηρίου.