Tα κείμενα των Oρφικών δεν αποτελούν τις μόνες μαρτυρίες για τις προϊστορικές αστρονομικές γνώσεις των Ελλήνων. Ένα πρόσθετο στοιχείο είναι το σύγγραμμα του αστρονόμου Ευδόξου, ο οποίος έζησε στις αρχές του Δ’ π.Χ. αι., με τίτλο Φαινόμενα. Το ίδιο το έργο έχει χαθεί, αλλά γνωριζουμε το περιεχόμενό του επειδή ενσωματώθηκε σε ένα ποιητικό έπος που έγραψε, τον Γ’ αι. π.Χ. ο Άρατος, ποιητής στη αυλή του Φιλίππου της Μακεδονίας. Αναφερόμενος στο κείμενο του Αράτου, ο αστρονόμος Ίππαρχος, περί το 150 π.Χ., προβληματίστηκε από την περιγραφή τμημάτων αστερισμών, τα οποία αυτός δεν μπορούσε να δει. Πέραν αυτού, εκείνος μπορούσε να παρατηρήσει άστρα τα οποία είχαν αρχίσει να περιλαμβάνονται σε αστερισμούς, αλλά δεν αναφέρονταν στο ποίημα του Αράτου. Αυτό οδήγησε τον Ίππαρχο στην πιο μεγάλη του ανακάλυψη, ότι δηλαδή οι θέσεις των αστρικών πόλων δεν είναι σταθερές, αλλά μέσα σε χιλιάδες χρόνια περιστρέφονται στον ουρανό σε μεγάλες περιφέρειες κύκλων, τις λεγόμενες «μεταπτώσεις». Στην δεκαετία του ’20, ο ιστορικός της Αστρονομίας Α. Ντ. Κρόμελιν έφερε στη δημοσιότητα τα περί Ευδόξου, οι περιγραφές του οποίου επιβεβαιώθηκαν έπειτα από μία γενεά, από τον αστρονόμο Μ. Όβεντεν, ο οποίος μελέτησε επιστημονικά τις πληροφορίες που έδινε το έπος του Αράτου. Απέδειξε, μέσω της προβολής 34 αναφορών, οι οποίες υπάρχουν στο κείμενο, σε πλανητάριο, ότι οι αστρονομικές αναφορές αυτές αφορούσαν τον ουρανό, όπως αυτός φαινόταν από τη Γη, το 3400 π.Χ., με τέσσερις επιπλέον αναφορές, οι οποίες ίσχυαν το 5000 π.Χ. Προφανώς, λοιπόν, οι θεοί, οι θεές, τα τέρατα και οι ήρωες που εικονίζουν τα σχήματα των αστερισμών, δεν αποτελούν αποκυήματα φαντασίας αλλά συστηματική και πρακτική εφεύρεση ενός επιστημονικά ανεπτυγμένου λαού, ήδη προ 7.000 ετών από σήμερα.