(Σημ. Aragorn : Επειδή δεν γνωρίζω πως ονομάζεται σήμερα το χωριό Ρεβενίκια έβαλα το χωριό Γομάτιον το οποίο έχει σχέση με την αναφορά. Αν κάποιος γνωρίζει πως λέγεται σήμερα το χωριό Ρεβενίκια ας το αναφέρει). Η ακόλουθη αναφορά έχει γραφτεί από τον κ. Ν. Ηλία, ιερέα Στο χωριό Ρεβενίκια της Χαλκιδικής η ηλικιωμένη και θρησκόληπτος Γερακίνα Στάμου είχε ένα χωράφι το οποίο καλλιεργούσε μόνη της και τη νύχτα κοιμόταν εκεί μέσα στη μικρή καλύβα που υπήρχε. Μια νύχτα του Αυγούστου του 1860 είδε στον ύπνο της μια άγνωστη γυναίκα ψηλή και μαυροφορεμένη η οποία διέταξε την γριά να την ακολουθήσει. Όταν έφτασε στον Άγιο Κωνσταντίνο, στο μέρος που είναι ήδη χτισμένος ο ναός, η άγνωστη γυναίκα στάθηκε κοντά σε μια μικρή πηγή από την οποία ανέβλυσε λίγο νερό. Τότε η άγνωστη γυναίκα της είπε ότι στο έδαφος υπήρχε η εικόνα της Παναγίας και ότι οι συγχωριανοί της όφειλαν να σκάψουν, να βρουν την εικόνα και να χτίσουν εκεί έναν ναό στο όνομά της. Αμέσως μετά από αυτό η γριά γυναίκα ξύπνησε και έμεινε άυπνη μέχρι το πρωί. Την άλλη μέρα σκεφτόταν συνεχώς το όνειρό της και δεν είπε τίποτα σε κανένα. Την άλλη νύχτα πάλι φάνηκε η ίδια γυναίκα και διέταξε με πιο επιτακτικό τόνο την γριά να πει στους συγχωριανούς της αυτά που της είχε πει το προηγούμενο βράδυ. Η γριά τότε μόλις ξημέρωσε πήγε στο μικρό χωριό της και διηγήθηκε στους προύχοντες αυτά που είδε στον ύπνο της και τους προέτρεψε να πάνε και να σκάψουνε. Εκείνοι όμως όχι μόνο δεν έδωσαν καμία σημασία στα λόγια της αλλά την κορόιδεψαν και της είπαν περιφρονητικά επειδή ήταν μια άσημη γυναίκα «Σε σένα βρήκε να φανερωθεί η Παναγία;» Η γυναίκα στεναχωρημένη γύρισε στο χωράφι της και συνέχισε την δουλειά της. Αλλά τη νύχτα φανερώθηκε πάλι η γυναίκα στον ύπνο της και την ενθάρρυνε, της είπε πως είναι η Παναγία και ότι έπρεπε να πει δημόσια στο χωριό τα όσα της είχε πει. Έτσι και έγινε. Η γριά ανακοίνωσε σε όλους τους συγχωριανούς της όσα η Παναγία της φανέρωσε επανειλημμένα στον ύπνο της και προέτρεψε σε όλους να πάνε και να σκάψουνε στο μέρος που είχε υποδειχθεί. Αλλά μάταια! Τότε μετά από λίγες μέρες (και κάποιοι λένε πως το είχε προφητέψει η γριά) έπεσε θανατηφόρος αρρώστα στο χωριό με κίνδυνο να ψοφήσουν όλα τα ζώα. Η γριά εξηγούσε πως η αρρώστια είναι συνέπεια της απιστίας τους και πως μπορούσε να θεραπεύσει τα ζώα με ένα φλουρί που της το είχε δώσει η Παναγία. Απλά σταύρωνε με αυτό τα άρρωστα ζώα και αυτά γίνονταν καλά. Παρ’ όλα αυτά οι Ρεβενικιώτες δεν την πίστευαν. Τότε συνέβη κάτι άλλο αξιοθαύμαστο. Η δωδεκάχρονη Ζωγράφο Μπούμη προσεβλήθη από υψηλό πυρετό και έπεσε σε πλήρη αναισθησία. Ο σφυγμός της ήταν το μόνο που φανέρωνε πως το κορίτσι ζούσε. Οι δικοί της περίμεναν να πεθάνει. Τελικά συνήλθε και άρχισε να διηγείται το όραμά της. Ότι μια ψηλή και λαμπερή σαν ήλιος γυναίκα η οποία βάδιζε χωρίς να αγγίζει το έδαφος την πήρε μαζί με την γριά Γερακίνα και την πήγε σε πολλά μέρη με τελευταίο τον Αγ. Κωνσταντίνο που σήμερα υπάρχει ναός. Εκεί τους έδειξε τον τόπο και τους είπε : «Εδώ κάτω βρίσκεται μια εικόνα της Παναγίας. Να πείτε τους συγχωριανούς σας να σκάψουν εδώ, να βρουν την εικόνα και να χτίσουν ναό της Παναγίας. Το γεγονός της θεραπείας του κοριτσιού καθώς και το όραμά της αστραπιαία διαδόθηκαν στο χωριό ξαφνιάζοντας τους πάντες, η ανασκαφή που έγινε στο υποδεικνυόμενο μέρος πράγματι επιβεβαίωσε τα λεγόμενα. Πραγματοποιώντας την ανασκαφή οι Ρεβενικιώτες με μεγάλη χαρά και ευγνωμοσύνη προς την Θεοτόκο βρήκαν την εικόνα της μέσα σε πλάκες και αυτοί που πιο μπροστά κορόιδευαν την γριά τώρα ζητούσαν συγχώρεση από αυτήν και από την Παναγία. Αμέσως κατασκευάστηκε με σανίδια μία πρόχειρη εκκλησία στην οποία βάλανε την εικόνα. Το γεγονός έγινε γνωστό σε όλη την Χαλκιδική και πέρα από αυτήν, οι Χριστιανοί έρχονταν αθρόα για να δουν και να προσκυνήσουν την εικόνα, βοηθώντας και αυτοί στο χτίσιμο του ναού, ο οποίος τελείωσε μέσα σε δύο χρόνια, το 1863, ενώ η γριά Γερακίνα έγινε μοναχή και πήρε το όνομα Μαρία. Από τότε άρχισαν να σημειώνονται και άλλα θαύματα. Θεραπείες Οθωμανών και Χριστιανών παραλυτικών, μουγγών, τρελών και άλλων νοημάτων γίνονταν συχνά. Μεγάλο ενδιαφέρον για την έρευνα μας έχει το παρακάτω : Στο χωριό Γομάτι, ζει η Ασημίνα Αθ. Γεράκη η οποία απέκτησε 14 παιδιά από τα οποία ζει μόνο το τελευταίο. Η χωρική απελπισμένη από τον χαμό των παιδιών της προσπαθούσε να αποκτήσει παιδί. Έτσι όταν ήταν λεχώνα στο 13ο της παιδί, η συγχωριανή της επίσης λεχώνα Μαγδαληνή Βαγιονά, είδε στον ύπνο της την μαυροφορεμένη γυναίκα που είχε δει και η Γερακίνα λέγοντάς την πως το παιδί της Ασημίνας θα πεθάνει και αυτό επειδή δεν το βάπτισαν στην Παναγία. Όντως και αυτό πέθανε όπως και τα άλλα. Όπως ήταν επόμενο η Μαγδαληνή διηγήθηκε το όνειρό της στην Ασημίνα και την σύστησε ότι αν αποκτήσει άλλο παιδί να το βαπτίσει στη Παναγία. Αυτή παίρνοντας σοβαρά τα λόγια της έκανε και 14ο παιδί το οποίο το βάπτισε στις 5 Δεκεμβρίου του 1917 στο ναό δίνοντας του το όνομα Μαρία. Η Μαρία λοιπόν είναι η μόνη που έζησε από τα 14 παιδιά της Ασημίνας Γεράκη.