Στη Μονή Στομίου, δύο ευλαβείς γυναίκες από την Κόνιτσα, η κυρία Πόπη Μουρελάτου και η κυρία Πηνελόπη Μπσρμπούτη, βοηθούσαν στην καλλιέργεια του κήπου.

 

Ένα βράδυ, μετά το Απόδειπνο, πήγαν στον Ξενώνα και έπεσαν νωρίς να κοιμηθούν. Ξύπνησαν όταν άκουσαν να χτυπά το σήμαντρο.  Βγήκαν έξω από το δωμάτιο. Είδαν το Γέροντα να βγαίνη από το κελί του και μάλιστα τους είπε: «Ευλογημένες, δε σας είπα να μη χτυπάτε τη νύχτα το σήμαντρο»;

 

Με απορία απάντησαν ότι αυτές δεν έκαναν κάτι τέτοιο, και συγχρόνως βλέπουν μια γυναίκα να εξαφανίζεται μέσα στην Εκκλησία. Την είδαν από το πλάι, δηλαδή από τον ώμο και κάτω , το χέρι της και το μαφόριο. Ήταν η Παναγία, που η νυχτερινή επίσκεψη της αναγγέλθηκε με το αυτόματο χτύπημα του σημάντρου.

 

Ο Γέροντας, ενώ μέχρι τότε μιλούσε δυνατά, ύστερα από ευλάβεια και δέος έκανε σιωπηλά νόημα στις δύο γυναίκες να πάνε στο δωμάτιο τους, και ο ίδιος μπήκε στο κελί του.