Ο κ. Ελευθέριος Μ. στην επιστολή του πού προαναφέρθηκε συνεχίζει: “Ήμουν μικρό παιδί και, όπως είναι φυσικό, μου άρεσαν τα παιχνίδια στην μεγάλη αυλή της Παναγίας. Όμως το απόγευμα ξεχνούσα το παιχνίδι προσωρινά γιατί αρεσκόμουν στις Ιστορίες της γιαγιάς ΣΟΦΙΑΣ, βλέποντας την να μιλάει για την Παναγία, για την εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας πού την είχε κάνει. Σε εκείνο το σημείο το σημάδι της εγχείρησης ήταν μία απλή ψιλή γραμμή, χωρίς ραφές, πολύ λεπτή. Η γιαγιά ΣΟΦΙΑ έδειχνε συχνά το σημάδι.

 

Θυμάμαι ένα περιστατικό. Όπως μαζευόμαστε τα βράδια και ακούγαμε τις ιστορίες, μπροστά μας ένα καζάνι πάνω στην φωτιά και μέσα έβραζαν καλαμπόκια. Ένα από τα παιδιά διαμαρτυρήθηκε γιατί πήρε μικρό καλαμπόκι και η γιαγιά ΣΟΦΙΑ έβαλε τα χέρια της μέσα στο καζάνι, ανακάτεψε με άνεση και έβγαλε με άνεση ένα μεγάλο καλαμπόκι για να δώσει στο παιδί. Αυτό όσο το σκέφτομαι μεγάλος πλέον, καταλαβαίνω ότι δεν γινόταν έτσι απλά, και είναι αδύνατον, όσο το σκέφτομαι, να γινόταν χωρίς να καούν τα χέρια της γιαγιάς.”

 

Βάπτισε πολλά παιδιά η μακαριά γερόντισσα από τα γύρω χωριά. Πολλές οικογένειες πού δεν μπορούσαν να “κρατήσουν” παιδί το έταζαν στην Παναγία. Όλα σχεδόν τα κορίτσια πού έχουν το όνομα Σοφία στην περιοχή, αυτή τα βάπτισε. Βάπτισε και αγόρια. Σε κάποιο αγόρι από την Κλεισούρα έδωσε το όνομα Ιορδάνης, μοναδικό σε όλο το χωριό.

 

Ήταν το όνομα του χαμένου συζύγου της. Ένα άλλο αγόρι, πού το ονόμασε Χαράλαμπο, μεγάλωσε και σε ηλικία τριάντα περίπου ετών αποφάσισε να παντρευτεί. Ο πατέρας του τότε του λέει: “Παιδί μου, για να παντρευτείς πρέπει να πάς να πάρεις την ευχή της νονάς σου, να της φιλήσεις το χέρι και υστέρα σου δίνω και εγώ, ο πατέρας σου, την ευχή μου.”

 

Το παιδί δικαιολογημένα αντέδρασε, όλα του τα χρόνια δεν είχε ακούσει για την Σοφία, ούτε και την είδε ποτέ από μωρό. Πώς θα τον γνώριζε τώρα; “Αν δεν πάς στην Σοφία, ούτε και εγώ σου δίνω την ευχή μου”, αντέτεινε ο γονιός. Ξεκινάει λοιπόν ο Χάρης σχεδόν απογοητευμένος για το μοναστήρι. Η Σοφία τον περίμενε στην μέσα αυλή. Τον φωνάζει με το όνομα πού του έδωσε στην βάπτιση. Γιαβρού μ’, Χαράλαμπε μ’, ελ’ αδά (=αγαπημένο μου παιδί, Χαράλαμπε μου, έλα κοντά μου). Τον αγκαλιάζει στοργικά και του εύχεται, μιλώντας του και για την μελλοντική σύζυγο του, πού ποτέ δεν την είχε δει. Επί πλέον τον παρακαλεί: “Εγώ, παιδί μου, γέρασα, δεν μπορώ να σε στεφανώσω. Να βρεις έναν καλό κουμπάρο. Το κορίτσι πού θα πάρεις καλό είναι, μόνον σε παρακαλώ να στείλεις την ώρα του γάμου μία κούρσα να με πάρει θέλω να χαιρετήσω τα στέφανα”.

 

Γύρισε στο χωριό ο Χάρης και τάχε χαμένα. Έκανε όμως ακριβώς όπως του ζήτησε η νονά του, και από τότε άρχισε να την επισκέπτεται συχνότερα και να δέχεται τις συμβουλές της.

 

Ο π. Νικόλαος Γκίκαρνας, εφημέριος στο χωριό Κλεισούρα, διηγείται το έξης: “Ήταν ετοιμοθάνατο ένα παιδί στο χωριό, στην Κλεισούρα. Το παίρνουν και τρέχουν στο μοναστήρι να το βαφτίσουν πριν να πεθάνει. Τότε η Σοφία το κάνει αεροβάπτισμα και το ονομάζει Χάρη, Θεοχάρη, να ρθεϊ η χάρη του Θεού να σωθεί το παιδί.”

 

Ο ίδιος ο κ. Θεοχάρης συμπληρώνει: “Η μακαρίτισσα η μάννα μου, Σουλτάνα το όνομά της, είχε χάσει τρία παιδιά και μόλις γεννήθηκα εγώ, την 1η Αυγούστου 1946, είπαν να με ‘χαρίσουν’ στο μοναστήρι, στην Παναγία, κι αν θέλει, να ζήσω.

 

Με πήγαν στο μοναστήρι χωρίς κουμπάρο και είπαν ότι οποίος παρουσιαστεί πρώτος, αυτός θα με βαφτίσει. Ακούει η καλογριά, η Σοφία, από μέσα τα κλάματα και μας ανοίγει. Όλοι περίμεναν κανένα όνομα Θανάση, Πέτρο, αλλά αυτή είπε θα ρθει του Θεού η Χάρη και θα σωθεί το παιδί. Και έτσι έζησα με το όνομα Θεοχάρης.”

 

Ο αδελφός του Θεοχάρη, κ. Περικλής Β., φιλόλογος, μιλάει με μεγάλη θέρμη για την αγιότητα της Σοφίας. “Δίχως κανένα ψεγάδι, αν αξίζει κάποιος να τιμηθεί σαν άγιος, αυτή είναι η Σοφία. Άκακος άνθρωπος. Χωρίς κανένα ψεγάδι”, προσθέτει με μεγάλη αγάπη και σεβασμό στην μνήμη της.

 

Πηγή: Απόψεις για τη Μονή Βατοπαιδίου (και όχι μόνο)