Μιά περιοχή της Ελλάδος που είχε επισύρει το έξαλλο μίσος των εβραίων ήταν η ηρωϊκή Χίος. Είναι ιστορικώς βέβαιον, ότι οι Ιουδαίοι προκαλέσανε την καταστροφή της από τους Τούρκους για να λεηλατήσουν τον πλούτο των πολυαρίθμων Χιακών εργαστηρίων. Επί πλέον συμμετείχαν και οι ίδιοι με τον φρικτότερο τρόπο στίς σφαγές. Ο αγωνιστής του 1821, γραμματεύς του Κανάρη και μετέπειτα βουλευτής Σύρου Ανδρέας Μάμουκας (1801-1884) έχει περιγράψει σαν αυτόπτης μάρτυς τα αίμοσταγή εβραϊκά εγκλήματα.

Η μανία των εβραίων κατά των Ελλήνων βεβαιώνει «ήτο απερίγραπτος» παρακάτω λέγει, ότι δεν μπορεί να έκφράση τον τρόπο με τον όποιο οι Ιουδαίοι μετεχειρίζονται τα νεκρά σώματα των Ελλήνων. Αξιοσημείωτον είναι

ότι αποκαλεί τους εβραίους «μεμισημένον γένος εις όλον τον κόσμον» και κατόπιν αναφέρει ότι οι εβραίοι δεν συνεκινούντο πρό των γυμνών κρεμασμένων Ελλήνων, αλλά τους κατεκομμάτιαζαν «ως κρέας έν μακέλλω» (σφαγείον). Η περιγραφή είναι πραγματικά ανατριχιαστική και μπορείτε να την διαβάσετε στο «Χιακόν Αρχείον» που έπεμελήθη ο Ίω. Βλαχογιάννης (τόμος 1ος, έκδ. «Αρχείων της Νεωτέρας Ελληνικής Ιστορίας» Αθήναι 1924, σελ. 314-315). Σας παραθέτω μέρος του κειμένου και προκαλώ το έν Ελλάδι εδρεύον λαλίστατον «Κεντρικόν Ίσραηλινόν Συμβούλιον» να μας πή την γνώμη του:

 

Τών Εβραίων των πρό χρόνων ευρισκομένων επάνω εις τήν Χίον η μανία ήτον απερίγραπτος. Η επιθυμία ήν είχον άκούοντες και βλέποντες τάς καθ' ήμέραν σφαγάς των χριστιανών ήτον αχόρταστος, και ηύχοντο να μην ήθελε διασωθή κανείς, όταν έβλεπον μερικούς χριστιανούς βαλμένους εις την σκοτεινήν φυλακήν, από την οποίαν ήλπίζετο να γλυτώσουν η κατά των ενεχύρων της χώρας οργή των ούτε διά στόματος είνε δυνατόν να έκφρασθή, ούτε διά γράμματος να έξηγηθή, και μάλιστα κατά του Ίερού Μητροπολίτου ηύχοντο να τοις παραδοθή από την διοίκησιν ζωντανός, διά να τον μεταχειρισθούν καθώς ήθελον εκείνοι, ως ουχί μίαν η δύο φοραίς, αλλά καθ' ήμέραν τους άκουα να λέγουν. Η

φαντασία σου λοιπόν άς κρίνη με ποίον τρόπον έμεταχειρίσθησαν τα των αθώων εκείνων νεκρά σώματα, όταν τοις έσυγχωρήθη από την διοίκησιν να τα κατεβάσουν από την άγχόνην, άλλα την ιδίαν έκείνην ήμέραν και άλλα την ρχομένην. Ούτ' εγώ ο ίδιος όπου έγινα αυτόπτης να σ' εκφρασθώ κατ'άξίαν (δεν) δύνομαι. Δεν είναι ούτε θαύμα, ούτε υπερβολή, όπως αν το φρόνησης. Διότι εάν τον ίδιον Κύριον της δόξης έσταύρωσαν, πόσον περισσοτέραν σκλη-

ρότητα έπρεπε να δείξωσιν εις τους αυτόν σεβόμενους, και μάλιστα εις ανθρώπους ενός έθνους, από το όποιον δεν άπελάμβανον παρ' ύβρεις και ονείδηπάσας τάς ημέρας, ως είναι και μεμισημένον γένος εις όλον τον κόσμον εις ανθρώπους, λέγω, κατά των οποίων πρίν συλληφθή είναι προσεκολλημένον έμφύτως το άσπονδον μίσος του. Κρίνε σύ με ποίαν σκληρότητα έτραβήχθησαν γυμνά διά να ριφθώσιν εις την θάλασαν, άμοιρα της συμπαθέστατης εις την

ανθρωπότητα ταφής και των θρησκευτικών εθίμων. Ώς και οι είς τους οποίους έσώζετο όλίγη συμπάθεια Τούρκοι τα έσυμπόνεσαν, διότι οι έκ του κοινού των λαού, είς όσους δεν υπήρχε το της φύσεως συμπαθητικόν, άλλ' η κτηνώδης εκδικητική μανία, άφησαν έπί ημέρας ύστερον κρεμάμενα είς έν των εκεί πλησίον της Καινούριας βρύσεως δένδρων σώματα τινα από τα των ιδίων ενεχύρων, ενώ τα λοιπά είχον συγχωρήσει είς τους καταράτους Εβραίους να τα κατε-

βάσωσι και τα ρίψωσιν εις την θάλασσαν. Ουδέ ούτω δε κρεμάμενα γυμνά έκαμψαν την σκληρότητα των, επειδή ενώ παραπορεύομενοι έβλασφήμουν την θείαν πίστιν και έσατύριζον τον χριστιανισμόν δεν έλειψαν και νά τα κατακομματιάσουν ώς κρέας έν μακέλλω.