Διπλό θαύμα περιγράφεται ότι συνέβη στις μέρες του εκδότη της παλιάς ακολουθίας, Αθανασίου Ί. Παπασιδέρη: Στις 2 Ιουλίου 1881 έμεινε άφωνος από αρρώστια ο εργαζόμενος στους αγίους Θεοδώρους της Θήβας, Μεγαρίτης Αθανάσιος Δέσκος και τον έφεραν σε κακή κατάσταση στα Μέγαρα. Αρχικά τον πήγαν στον Άγιο Ιερόθεο προκειμένου να θεραπευθεί. Μη μπορώντας όμως να παραμείνει άλλο ή γριά σύζυγος του, μετά από πέντε μέρες επανήλθαν στα Μέγαρα και κατέφυγαν στη προστασία των αγίων Μαρτύρων, στο μικρό σπιτάκι πού φυλάσσονταν τα άγια λείψανα, διανυκτερεύοντας και προσευχόμενοι επί τέσσερις μέρες. Την τελευταία, πού ήταν ή 26η προς την 27η Ιουλίου, κατά τα μεσάνυχτα άκουσαν θόρυβο ιππέων, οι οποίοι αφού σε λίγο μπήκαν μέσα, άφησαν κατάπληκτο τον άρρωστο. Από τους ιππείς αυτός πού μπήκε πρώτος ακούστηκε να λέει «Δωρόθεε, άνθρωποι εδώ». Αμέσως κατεβαίνει ένας από τους ιππείς, και πιάνει, τον μέχρι της στιγμής άφωνο, από τη μασχάλη και αφού τον τίναξε του είπε: «Να μην πάψης να πιστεύεις στο Χριστό», ενώ ταυτόχρονα ακούσθηκε άλλη φωνή να λέει: «Δωρόθεε φόνος γίνεται». Και αμέσως ακούστηκε θόρυβος από την γρήγορη έξοδο των ιππέων από το σπιτάκι. Την στιγμή αυτή αρχίζει να μιλά ο άρρωστος στη σύζυγο του, ή οποία ήταν γεμάτη τρόμο, και από τον φοβερό θόρυβο της εξόδου των ιππέων, και από την απροσδόκητη ομιλία του συζύγου της. Όταν συνήλθε γονάτισαν και προσευχήθηκαν και δόξασαν το Θεό και τους Άγιους, για το θαύμα, και έφυγαν για το σπίτι τους. Όταν έφτασαν, πρώτος ο θεραπευμένος χαιρέτησε τα παιδιά του λέγοντας τους «Καλημέρα», τα όποια και δοκίμασαν πολλή μεγάλη χαρά, ακούγοντας τον πατέρα τους να μιλά. Τους είπε ακόμα ότι εκείνη τη νύχτα έγινε φόνος, άγνωστο όμως ποιος και πού. Σ αυτό το τελευταίο δίσταζαν να πιστέψουν ή σύζυγος του και τα παιδιά του, νομίζοντας ότι παραλογίζεται. Πράγματι όμως το πρωί της 27 ης Ιουλίου φονεύθηκε ο Γεώργιος Ί. Μαργέτης. Τα θαύματα πού αναφέρθηκαν πιο πάνω, όπως και μερικά άλλα, περιγράφονται στην ακολουθία του 1896.