Τον Νοέμβριο του 2012 ο πατέρας μου Γαβριήλ, ο οποίος από τον Φεβρουάριο του 2010 έπασχε από βαριάς μορφής στεφανιαία νόσο η οποία δεν μπορούσε να χειρουργηθεί λόγω και της μεγάλης ηλικίας του πατέρα μου (87ετών ήταν τότε), έπεσε μέσα στο σπίτι χωρίς να μπορεί να σηκωθεί και είχε αρκετό πόνο. Κάλεσα αμέσως ασθενοφόρο και πήγαμε στο νοσοκομείο Παναγία το οποίο εφημέρευε.
Ο γιατρός που τον εξέτασε τον έκανε εισαγωγή καθότι είχε υποστεί διατροχαντήριο κάταγμα. Εμένα μου ζήτησε να παραμείνω γιατί ήθελε να μου μιλήσει. Μου εξήγησε λοιπόν ότι λόγω της σοβαρής κατάστασης της καρδιάς του δεν θα μπορούσε να γίνει εγχείρηση, με αποτέλεσμα να δίνει περίπου ένα μήνα ζωής στον πατέρα μου. Ξαφνιάστηκα γιατί δεν μπορούσα να πιστέψω πως από ένα σπάσιμο θα πέθαινε. Ο γιατρός μου είπε ότι την άλλη μέρα θα έκαναν συμβούλιο με τους καρδιολόγους και θα μου έλεγαν περισσότερα.
Στο δωμάτιο που έβαλαν τον πατέρα μου ήμασταν μόνοι, κι εγώ που εντωμεταξύ είχα πάει στο σπίτι για να φέρω τα φάρμακα που έπαιρνε για την καρδιά είχα φέρει και την παράκληση της Παναγίας, του Αγίου Ραφαήλ, των Αγίων Αναργύρων και το προσευχητάρι. Τον πατέρα μου τον είχαν ήδη ταχτοποιήσει στο δωμάτιο και όταν μείναμε μόνοι αρχίσαμε να διαβάζουμε τις παρακλήσεις την μία πίσω από την άλλη.
Η πρώτη βραδιά ήταν δύσκολη γιατί εξαιτίας ενός λάθους του γιατρού που είχε τοποθετήσει το σύστημα που ίσιωνε το πόδι του πατέρα μου, το σίδερο έμπαινε μέσα στη σάρκα με αποτέλεσμα να έχει πολύ δυνατούς πόνους. Την επόμενη μέρα το μεσημέρι και αφού είχαν διορθώσει το λάθος και ο πατέρας μου δεν πονούσε πολύ πλέον, με ειδοποίησαν ότι με ήθελε ο διευθυντής της ορθοπεδικής κλινικής ο κ. Αλέξανδρος Καραθανάσης να πάω στο γραφείο του.
Πήγα κι εκεί με ενημέρωσε ότι είχε γίνει το συμβούλιο με τους καρδιολόγους οι οποίοι δεν συναινούσαν με τίποτε αφού η πιθανότητα να αντέξει το χειρουργείο ήταν μόλις 1%. Στην ερώτηση μου αν πράγματι θα πέθαινε σε έναν μήνα όπως μου είχε πει ο γιατρός της εφημερίας, μού είπε ότι δυστυχώς αυτή ήταν η αλήθεια κι όταν τον ρώτησα αν είχε έστω κάποιες λίγες πιθανότητες να επιβιώσει μου το απέκλεισε ρητώς.
Μου είπε θα τον κρατούσαν λίγες μέρες κι ότι θα έπρεπε να αποφασίσω αν θα διακινδύνευα να συναινέσω να μπει στο χειρουργείο ή θα τον έπαιρνα στο σπίτι αφού δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο.
Γύρισα στο δωμάτιο πολύ στεναχωρημένος αφού είτε στη μία περίπτωση είτε στην άλλη ο θάνατος του πατέρα μου ήταν κάτι παραπάνω από σίγουρος, όπως μου είχαν πει οι γιατροί. Ο πατέρας μου ζήτησε να μάθει τι μου είπε ο γιατρός και του εξήγησα ακριβώς την κατάσταση ώστε να με βοηθήσει στο τι απόφαση να πάρουμε.
Το ίδιο βράδυ κι ενώ είχαμε κάνει τις παρακλήσεις γύρω στη 1 η ώρα άκουσα τον πατέρα μου να μιλάει σε κάποιον ενώ ήταν ξύπνιος και να λέει «άσε το πόδι μου γιατί το τραβάς, άστο βρε σου λέω μην το τραβάς». Εγώ απόρησα και τον ρώτησα τι είναι αυτά που λέει. Εκείνος μου απάντησε «κάλα δεν τον βλέπεις αυτόν τον ψηλό με τα άσπρα ρούχα που μου τραβάει το πόδι, θέλει λέει να το βάλει στην θέσει του» και ξαναγυρνώντας προς αυτόν που έβλεπε του είπε να μην του τραβάει το πόδι. Εγώ σαστισμένος του είπα πως δεν υπήρχε κανένας μέσα στο δωμάτιο όμως ο πατέρας μου μου είπε «τι είναι αυτά που λές βρε παιδί μου, να δεν τον βλέπεις, να τώρα φεύγει. Κάναμε τον Σταυρό μας και εκείνη την στιγμή πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη πως μάλλον είχε δει κάποιον Άγιο και δουλεύοντάς το πιο πολύ στο μυαλό μου άρχισα να πιστεύω πως ήταν ο Άγιος Ραφαήλ γιατί έτσι μου τον είχε περιγράψει η μητέρα μου ψηλό και με άσπρη ιατρική στολή, αλλά και από άλλες μαρτυρίες που είχα διαβάσει πολλοί τον είχαν δει έτσι.
Από την άλλη μέρα άρχισε ένας αγώνας μήπως και βρίσκαμε κάποια ελπίδα. Απευθύνθηκα στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο μέσω κάποιου γνωστού, όμως αφού κάνανε συμβούλιο οι ορθοπεδικοί με τους καρδιολόγους μου απάντησαν πως δεν μπορούσε να γίνει η εγχείρηση γιατί θα πέθαινε στα πρώτα 5 λεπτά της νάρκωσης.
Το ίδιο βράδυ σχεδόν την ίδια ώρα κι αφού από το μεσημέρι κάναμε διαρκώς προσευχή, επαναλήφθηκε το ίδιο γεγονός, άκουσα πάλι τον πατέρα μου να μιλάει στο ίδιο πρόσωπο και να του λέει» πάλι ήρθες βρε, άσε το πόδι μου μην το τραβάς». Τον ρώτησα σε ποιόν μιλάει και μου είπε πως είχε έρθει ο ίδιος που είχε έρθει και το προηγούμενο βράδυ και πως του είπε ότι του έβαζε το πόδι στην θέση του. Τότε του ανέφερα ότι μάλλον ήταν ο άγιος Ραφαήλ και κάναμε τον Σταυρό μας.
Την επόμενη μέρα απευθύνθηκα και πάλι μέσω γνωστού στο νοσοκομείο Άγιος Παύλος όμως κι εκεί μετά από συνεννόηση των ορθοπεδικών με τους καρδιολόγους η απάντηση ήταν αρνητική. Γύρισα απογοητευμένος στο νοσοκομείο και σε ερώτηση του πατέρα μου του απάντησα πως δεν δεχόταν κανείς να μας εγγυηθεί και να κάνει την εγχείρηση.
Ξεκινήσαμε και πάλι την προσευχή, και το βράδυ, και πάλι την ίδια ώρα ο πατέρας μου είδε τον Άγιο, όμως τώρα του μίλησε με πιο γλυκό τόνο στη φωνή και του είπε «ήρθες πάλι, μην το τραβάς τόσο πολύ το πόδι μου». Όταν έφυγε ο Άγιος ο πατέρας μου μου είπε ότι ένοιωθε κάπως διαφορετικά το πόδι του και δεν τον ενοχλούσε καθόλου.
Από εκείνο το τρίτο βράδυ και μέχρι που βγήκαμε από το νοσοκομείο στις δεκατρείς μέρες, κι αφού με τον πατέρα μου μετά από συζήτηση είχαμε αποφασίσει να τα αφήσουμε όλα στα χέρια του Θεού και βέβαια να κάναμε κι εμείς όση προσπάθεια μπορούσαμε, πήγαμε με ασθενοφόρο στο σπίτι όπου είχα οργανώσει το δωμάτιο σαν δωμάτιο νοσοκομείου.
Το ίδιο βράδυ είχαμε και πάλι την επίσκεψη του Αγίου και ο πατέρας μου του έλεγε «κι εδώ ήρθες; Πάλι μου τραβάς το πόδι. Άστο μην το τραβάς». Το επόμενο βράδυ επαναλήφθηκε το ίδιο γεγονός και ο πατέρας μου με απόλυτη σιγουριά μου είπε πως το πόδι του είχε μπει στη θέση του, έτσι το ένοιωθε.
Μετά από σαράντα ημέρες φέραμε ακτινολογικό μηχάνημα στο σπίτι όπως μας είχε ζητήσει ο γιατρός ο κ. Παναγιώτης Συμεωνίδης που τον παρακολουθούσε, και βγάλαμε ακτινογραφία το κάταγμα. Την έκπληξη του γιατρού όταν είδε την ακτινογραφία δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ. Κρατούσε την ακτινογραφία και μονολογούσε «δεν είναι δυνατόν, πώς έγινε αυτό;» μου έδειξε την πλάκα και μου εξήγησε πως το κόκαλο ήταν απόλυτα στην θέση του και μάλιστα είχε αρχίσει να κολλάει.
Στους επόμενους μήνες οι γιατροί από το νοσοκομείο Παναγία με τους οποίους είχα κρατήσει επαφή και έβλεπαν κάθε δύο μήνες τον πατέρα μου, δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτή την εξέλιξη κι’ ότι ήταν ζωντανός.
Από τότε πέρασαν 16 μήνες μέχρι τώρα που γράφω το κείμενο και ο πατέρας όχι μόνο είναι ζωντανός αλλά από τον όγδοο μήνα μετά το ατύχημα σηκώνεται, μπορεί και περπατάει και ζει μια αρκετά φυσιολογική ζωή.
Νοιώθουμε απέραντη ευγνωμοσύνη στον Άγιο Ραφαήλ αλλά και σε όλους τους Αγίους που επικαλούμαστε μα πάνω απ’ όλα δοξάζουμε τον πανάγαθο Θεό για την μεγάλη του αγάπη και το έλεος που μας έδειξε.
moni-agiou-rafail.gr
0 Σχόλια: